Κυριακή, Νοεμβρίου 24, 2013

Η ματαιότης του Ctrl+S

Η αίσθηση ασφαλείας που νιώθουμε, ότι η μελλοντική μνημοσύνη θα βασιστεί στην αντοχή των υλικών και στον βαθμό εξέλιξης του τρόπου καταγραφής, είναι άραγε ορθή;


Φαντάζομαι ότι καθώς κάποιος σουμέριος αξιωματούχος επιθεωρούσε το ψήσιμο των πήλινων πινακίδων στις οποίες με σφηνοειδή γραφή κατεγράφοντο διάφορες συναλλαγές – ό, τι το σημαντικότερο για την εποχή εκείνη – αισθανόταν συμμέτοχος ενός τεχνολογικού θριάμβου. Και δεν μπορούσε να προεικάσει ότι όσα θα ακολουθήσουν, αναγκαίως θα μεταθέσουν  το κέντρο της ανθρώπινης συνείδησης σε ένα σημείο πέρα από την αντοχή του υλικού όπου εν συνδυασμώ με την ρέουσα τυχαιότητα από τους ακκισμούς του πλανήτη (σεισμοί, κλίμα) θα καταστήσει απαιτητούς τους ειδικούς επιστήμονες που μετά από αιώνες θα διαβάσουν με αγώνα τα όσα ψήθηκαν στο καμίνι – τον πόλο έλξης του θριαμβευτικού βλέμματός του (ή μήπως άραγε βιαζόταν να τελειώνει, ώστε να πάει για καμιά ρακή με την παλιοπαρέα, ή να φυτέψει καμιά σειρά αγκινάρες στο χωραφάκι του;).


Δεν είναι η αντοχή των υλικών που ηττάται από τον Χρόνο. Η ανθρώπινη συνείδηση αλλάζει σχεδόν με περιφρόνηση για το παρελθόν το κέντρο συναρμολόγησης του Κόσμου έτσι ώστε να ηττάται η Μνημοσύνη. Μέχρι να έρθει η γενιά που θα γεννήσει τον επιστήμονα μελετητή των πινακίδων σφηνοειδούς γραφής, έχουν μεσολαβήσει σαράντα γενιές που έχουν ήδη γράψει σε πάπυρο, κατόπιν έχουν εφεύρει το χαρτί και την τυπογραφία και σχεδόν είναι έτοιμες να εποικήσουν την Σελήνη.



Συνεπώς, Ctrl+S τακτικά, αλλά και με συναίσθηση ματαιοπονίας.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 14, 2013

το Πανηγύρι τ' Άγιου Νείλου

Οδός Γεωργίου Θεοτόκη, Πειραιάς, Άγιος Νείλος, 12 Νοεμβρίου 2013

Σάββατο, Νοεμβρίου 09, 2013

Τέσσερα σκετσάκια με αφορμή το Τεστ Ρόρσαχ

ΓΙΑΤΡΟΣ: Εδώ τι βλέπετε;
ΑΣΘΕΝΗΣ: Μια πεταλούδα. 
Γ. - Εδώ τι βλέπετε;
Α. -Μια χοντρή πεταλούδα.
Γ. -Εδώ τι βλέπετε;
Α. -Μια καμένη πεταλούδα.
Γ. -Εδώ τι βλέπετε;
Α. -Μια λιωμένη πεταλούδα.
Γ. --------- " --------
Α. --------- " --------

2
Γ. -Εδώ τι βλέπετε;
Α. - Ένα συμμετρικόν ως προς άξονα σχήμα.
Γ. -Εδώ τι βλέπετε;
Α. - Ένα συμμετρικόν ως προς άξονα σχήμα.
Γ. -Εδώ τι βλέπετε;
Α. - Ένα συμμετρικόν ως προς άξονα σχήμα.
Γ. -Εδώ τι βλέπετε;
Α. - Ένα συμμετρικόν ως προς άξονα σχήμα.
Γ. --------- " --------
Α. --------- " --------

3
Γ. -Εδώ τι βλέπετε;
Α. -Μια κηλίδα μελάνης.

4
Γ. -Εδώ τι βλέπετε;
Α. (τραγουδώντας) -Μια ... ω...ραί..α πετα..λού.....δα...


Τρίτη, Οκτωβρίου 29, 2013

Motion/Transition


Στην Πειραματική Σκηνή του Διεθνούς Φεστιβάλ του Μονπελιέ

Grèce - 2013 - 9 mn - Réalisation : Evi Stamou - Image : Evi Stamou - Montage : Pietro Radin - Musique : George Hatzimichelakis -




Δευτέρα, Οκτωβρίου 28, 2013

Πριν ή μετά

Απλάδα Καλαμωτής Χίου, 28η Οκτωβρίου 2013

Πέμπτη, Οκτωβρίου 10, 2013

Ο μυστηριώδης κύριος με την καπαρντίνα


 Η οδός της ταβέρνας «Σπυρίδωνος Τρικούπη». Διόλου τυχαίο το ότι ο κύριος περί του οποίου ακροθιγώς θα ομιλήσω ήτο στρογγυλοκέφαλος, φαλακρός, ίδιος ο Χαρίλαος Τρικούπης στα νιάτα του, υποθέτω, όπου το μαλλί του είτε βαμμένο, είτε από φυσικού του θα ήταν μαύρο.


Δίπλα από την ταβέρνα του μυτάκια υπήρχε και ένα κουρείο. Ο κουρέας δεν λεγόταν Γεράσιμος, αλλά Δημήτρης. Το ότι όλοι οι κουρείς ονομάζονται Γεράσιμοι ήταν μια κατά πάσα πιθανότητα λανθασμένη παιδική μου γενίκευσις καθότι τον κουρέα που συνήθως με πήγαινε ο παππούς μου τον έλεγαν Γεράσιμο. Και μάλιστα δεν είμαι διόλου βέβαιος αν αποτελούσε παιδαγωγική πρακτική του παππού μου κατά της δυσλεξίας μου, ενίοτε να με πηγαίνει για κούρεμα στου Δημήτρη, αντί στου Γεράσιμου στο στενάκι της Κανθάρου, εκεί στην στροφή του Βρυώνη (οι παλιοί Πειραιώτες το ξέρουν το μέρος, διότι υπήρχε και ομώνυμος στάσις – όχι του Νίκα, των λεωφορείων). Το αποτέλεσμα ήταν ότι μετά από  ένα- δυο κουρέματα στου Δημήτρη, κατάλαβα ότι οι κουρείς έχουν και άλλα ονόματα –αυτό που με μπέρδευε ήταν ότι ο Γεράσιμος είχε ένα αφεντικό που τον έλεγαν Μήτσο. Και πιο πολύ με μπέρδευε αυτό το «Μη», η πρώτη συλλαβή του Μήτσου, ομόηχος με το «Μι» του Μιχάλη – άργησα πάρα πολύ να μην θεωρώ ότι Μιχάλης και Μήτσος είναι το ίδιο όνομα. Για τελείως ανεξήγητους έως τώρα λόγους εξακολουθώ να θεωρώ ότι το όνομα Αντώνης είναι ισοδύναμον του Χαράλαμπος.


Η ταβέρνα του Γεωργίου Πολυκανδριώτη «Η Μύκονος» ευρίσκεται ακόμη, ερείπιον, γωνία Αντωνίου Θεοχάρη και Σπυρίδωνος Τρικούπη, στον άγιο Νείλο – Πειραιάς, ΤΚ 18538.  Το «μυτάκιας» ήταν παρατσούκλι, ουδεμία σχέσιν έχον με μεθόδους προσλήψεως απαγορευμένων ουσιών. Η μύτη του, απλώς,  ήτο όχι μεγάλη, αλλά παραδόξως εξέχουσα. Αξιοπαρατήρητη. Είχε και μουστακάκι, όπως και μαλλί μες στη λίγδα από τους ατμούς των κατσαρολιών του, παρότι μαγείρισσα ήταν κυρίως η μάννα του, γραία με γάμμα κεφαλαίο, τις τρίχες της  οποίας απαραιτήτως τις βρίσκαμε σε κάθε πιάτο. Αυτός ξαναζέσταινε τα φαγητά και τα σερβίριζε.

Οι Μυκονιάτες, εξού και "Η Μύκονος", έχουν εκ παραδόσεως έρωτα με τα ωδικά πτηνά. Η ταβέρνα ήταν γεμάτη κλουβιά, και το εκσφενδονιζόμενο καναβούρι των δαιμονίως κελαδούντων σπίνων, καρδερίνων και γαλιάνδρων επί ίσοις όροις συναγωνιζόταν τις τρίχες της μάνας του στα πιάτα μας.

Τρία ήσαν τα μυστήρια της ταβέρνας αυτής, των οποίων οι μυθώδεις αφηγήσεις μάλλον την προστατεύουν ακόμα από τις μπουλντόζες – αν και τώρα με την κρίση, ακόμα και γωνιακόν οικόπεδον καθίσταται ασύμφορον, συντελούντων οπωσδήποτε και των κληρονομικών, καθότι ο μυτάκιας ήτο άκληρος.

Το πρώτο μυστήριον είμεθα αυτοί ημείς οι πελάται του. Κάποτε ένας ταξιτζής με το αγώι του μέσα στην κούρσα, σταμάτησε και μπήκε, έβρεχε κιόλας, μέσα και παρήγγειλε μια κούπα. Την ήπιε κι έφυγε. Μέρα μεσημέρι. Ανακατεμένοι όλοι, γείτονες φτωχολογιά, φοιτητές, ξεροσφύρια. Το δεύτερον μυστήριον ήτο ο ίδιος ο ταβερνιάρης. Όλοι το σχολίαζαν, αλλά και ήτο απολύτως και μάλιστα καθημερινώς επιβεβαιούμενον, το ότι κάποιο είδος όρκου ή τάματος του απαγόρευε να περάσει τα όρια του πεζοδρομίου του. Σκούπιζε τα ρείθρα καθημερινά αλλά ποτέ δεν κατέβαινε  από το πεζοδρόμιο. Ο χασάπης, ο μανάβης, ο καρβουνάς, του κουβαλούσαν τα απαραίτητα αυτοί, αυτός ποτέ δεν πήγαινε στα μαγαζιά τους. Του τα ‘φερναν και τους πλήρωνε από τον μπεζαχτά, πάντα μέσα στην ταβέρνα. Η κορυφαία επιβεβαίωσις ήτο ο κυρ-Δημήτρης ο κουρέας, όπου κάθε Σάββατο μεσημέρι κι αφού έκλεινε το κουρείο του, ερχόταν και τον κούρευε, τον ξύριζε και τον συγύριζε μέσα στην ταβέρνα, γύρω στις 4 η ώρα που είχε πια σπάσει η δουλειά. Το τρίτον μυστήριον ήτο αυτός ο κύριος. Ο στρογγυλοκέφαλος. Ο νοικάρης. Έμενε σε ένα δωμάτιο πίσω από την ταβέρνα, το οποίο δεν είχε αυτόνομη είσοδο. Η είσοδός  του - και ως εκ τούτου και η έξοδος - επραγματοποιείτο δια της ταβέρνας - το ωράριον λειτουργίας της οποίας κατά κανόνα  ευρύτερον του ωραρίου εντός του οποίου συνετελούντο οι είσοδοι και οι έξοδοι του μυστηριώδους φαλακρού στρογγυλοκέφαλου. Μονίμως μάλιστα φορούσε μία μπεζ καπαρντίνα. Το «μονίμως» μην το πάρετε και τοις μετρητοίς. Πρόκειται μάλλον για ελλειπτική σειρά ντεμί και φουλ χειμερινής σεζόν εντυπώσεων, μιας και η παρέα μου τα καλοκαίρια δεν συχνάζαμε στου μυτάκια. Για τις ελάχιστες μεταμεσονύχτιες επιστροφές του, όπου η ταβέρνα είχε κλείσει, ο μυστηριώδης φαλακρός στρογγυλοκέφαλος κύριος χρησιμοποιούσε το κλειδάκι του. Άνοιγε το λουκέτο, ανέβαζε τα ρολά, έμπαινε μέσα, τα ξανακατέβαζε και επειδή ήτο αδύνατον, όπως αντιλαμβάνεστε,  να ξανακλειδώσει, άφηνε ξεκλείδωτα.





Ο Μυτάκιας, όταν πια "αποχαιρέτησε" η μάνα του, τα μάζεψε, κλείδωσε την ταβέρνα και για πρώτη και τελευταία φορά πάτησε από το πεζοδρόμιο του στο δρόμο. Ίσως και να μην πάτησε τον δρόμο, αλλά από το πεζοδρόμιο να δρασκέλισε και να μπήκε μέσα στο φορτηγάκι που μαζί με τα υπάρχοντά του (μια βαλίτσα θα ήτανε και οπωσδήποτε πάνω από είκοσι κλουβιά με σπίνους, καρδερίνες και γαλιάντρες)  τον πήγε μέχρι το καράβι για Μύκονο ανεπιστρεπτί. Εικάζω ότι ο μυστηριώδης φαλακρός, στρογγυλοκέφαλος νοικάρης είχε προηγηθεί εξελθών.

Κυριακή, Οκτωβρίου 06, 2013

κρητικόν επιδόρπιον με σοκολάτα

για τον κουκουζέλη με την ευχή μου με την συνταγή αυτή να επιτύχει τα πάντα.

Ώσπου να πας μια δρασκελιά, η δρασκελιά σε πάει
κι ώσπου να πεις ξεμάκρυνα, σου ξεμακραίνει ο λόγος,
κι ώσπου το «και» και τ’ «ώσπου και» να σου το «να»  και τ' «ώσπου».



Η συνταγή για την ρευστή σοκολάτα μπερεκέτη είναι:

 Σε ένα μπρικάκι:
Δυο στάλες ουίσκι.
Δυο κομμάτια σοκολάτα κουβερτούρα Παυλίδη.
Μια πρέζα αλάτι.
Μια πρέζα πιπέρι πολύχρωμο.
Ίσα- ίσα κανέλλα και ίσα να πιάσει πάνω στο δάχτυλο σαλέπι (αυτά και να μην τα βάλεις δεν πειράζει).
Ζεσταίνεται κι ανακατεύεις.
Λίγο - ελάχιστο νεράκι.
Ανακατεύεις και γίνονται ένα.
 Βάζεις από κάτω παγωτό βανίλια και πάνω του τρίβεις μπισκότο (τα καλύτερα είναι τα σναπς δημητριακών Δερμίση, από βρώμη και μέλι).
Περιχύνεις την ρευστή σοκολάτα μπερεκέτη.
Σερβίρεις και φάε τα (με βότκα, ουίσκι ή ρακή).

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 25, 2013

Ο άλλος φυστικάς.

Αυτός ήταν από τα νιάτα του σαν τον Ουόλτερ Ματάου. Φαντάζομαι , άι μπηλιήβ που λένε, ότι και ο Ουόλτερ Ματάου στα νιάτα του θα ήταν όπως ήταν στα νιάτα του. Τώρα το γιατί το περιεχόμενο του ρήματος  "φαντάζομαι"  το συγχέω με την πίστη, είναι άλλο καπέλο και δεν το εξηγώ. Ένα άλλο ζήτημα που επίσης με απασχολεί είναι γιατί τα άνω εισαγωγικά τα έχουμε τόσο πολύ λανσάρει εις βάρος των κάτω εισαγωγικών. Αλλά σήμερα είμαι τελείως ντεφορμέ για τέτοιες εκλεπτύνσεις.

Αυτουνού λοιπόν του φυστικά οι δουλειές τού ανοίξανε στα γεράματα. Διότι νέος (όταν κι εγώ ήμουν παιδάκι) σαν τους άλλους φυστικάδες έκανε βόλτα με μια καλαθούνα στο χέρι. Η λέξη καλαθούνα είναι χιακός ιδιωματισμός, τουλάχιστον εγώ εκεί πρωτάκουσα την λέξη. Αλλά μπορεί και να σφάλλω, ως συνήθως. Κατά καιρούς, και ποτέ δεν έμαθα το όνομά του,  είχε μουστακάκι ντούγκλα , όπως ο Douglas Fairbanks. Επίσης, είχε κρεμαστά βαριά τα βλέφαρα μονίμως, σαν μεθυσμένος -κάπως λέγεται αυτή η πάθησις.  

Στα νιάτα του πούλαγε και  μυγδαλάκι χιώτικο, το οποίον και είναι είδος εποχιακόν. Τέλος καλοκαιριού με φθινοπωράκι. Τότε πούλαγε και τα τσίκουδα, αυτά  τα πετρόλ πράσινα μικρά μπιλάκια, μισό πόντο διάμετρο, αρεστά στους γνώστες, Χιώτες επί το πλείστον, τα οποία απολαμβάνονται εις δύο στάδια: πρώτα τρως και γεύεσαι το μαλακό εξωτερικό τους περίβλημα και μετά σπας με τα δόντια το κουκουτσάκι τους και γεύεσαι και το μέσα. Χασομέρι ανώτερον του πασατέμπου.

Τον υπόλοιπον καιρόν,  πούλαγε ό, τι και οι άλλοι . Αλλά κατά παράδοξον τρόπον επεβίωσεν του μιλένιου. Όχι ως άνθρωπος, αλλά ως φυστικάς. Όταν οι άλλοι φυστικάδες ήδη πουλούσανε φυστίκια και μάλιστα «τύπου Αιγίνης» συσκευασμένα σε σελοφάν, αυτός είχε ξεφύγει από την καλαθούνα. Είχε διπλά καλάθια  πάνω σε καροτσάκι. Είχε απαλλαγεί από την ανομολόγητη τενοντίτιδα την οποίαν υπέφερεν το σινάφι του, και ως άρχων φυστικάς, κατά το άρχων Πρωτοψάλτης της μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, εγύριζεν την βόλτα του και μάλιστα αυτός ήτο Πειραϊκής, Ζέας, Πασαλιμανίου και πλατείας Αλεξάνδρας.



Τον πέτυχα υπέργηρον πέρσι ή πρόπερσι. Πουλούσε Γενάρη μήνα, «μυγδαλάκι χιώτικο».

-Πάρε…
-Πόσο το ΄χεις;
-Πέντε ευρώ το σακκουλάκι.
-Ακριβά το ‘χεις.
-Ξέρεις πώς κάνουν στα εφοπλιστικά γραφεία για δαύτο;

Δυο καλάθια της τροχηλάτου ιδιοκατασκευής του γεμάτα φρέσκο μυγδαλάκι εκτός εποχής. Είχε, φαίνεται, μεταξύ εικοστού και εικοστού πρώτου αιώνος αποκτήσει και ψυγείο. 

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 22, 2013

Ο τρόμος του Έλληνα

Ο Έλληνας ήταν φυστικάς. Έλληνας το βαφτιστικό του. Μικρασιάτης, σύζυγος Υδραίας. Μακρινός ξάδερφος της αδελφής της γιαγιάς μου, της Πιπίνας. Η γιαγιά μου χαϊδευτικά την φώναζε Πιπίνιζα. Κι όταν παραγεράσανε, αν και μικρότερη η ίδια, τήνε συμβούλευε: «Πιπίνιζα, καλό μου κορίτσι, μην πίνεις παπακόλες. Τρυπάνε το στομάχι».

Ο Έλληνας δεν είναι ηθογραφικό μου κομπόδεμα. Η ανάμνησή του, διότι μισώ την λέξη θύμηση, μου φέρνει στο μυαλό, όχι ακριβώς κάποιου είδους διάθεση, αλλά μάλλον τα νωθρά αντανακλαστικά μιας λυπηρής μιμητικής τάσης, ότι τάχα έχουμε και καταγωγή απ’ τους γενικώς απλούς ανθρώπους κατ’ αρχήν, και ίσως κι από έναν τόπο έξω απ’ την πρωτεύουσα, καθώς μάλιστα, του Καζαντζάκη «οι θύμησες» έγιναν μεγάλο σουξέ στα χρόνια όπου όλοι αισθάνονταν υποχρεωτική την κατοχή πολιτιστικής ταυτότητας - τέτοιο σουξέ, που όλοι ένιωθαν και λίγο Κρητικοί, κι εγώ πιο περήφανος γιατί ήμουν.

 Η ανάμνησή του, λοιπόν, μου γεννά, πέρα από θλίψη, την ίδια αμηχανία που ένιωθα σαν άκουγα την Πιπίνιζα με συνωμοτική τη φωνή, όταν τον έβλεπε απ' το παράθυρο με το αργό του κοπιαστικό βήμα να πλησιάζει την εξώπορτα, και πριν χτυπήσει το κουδούνι μας, συμμαζεμένη, σχεδόν πανικόβλητη να μας ψιθυρίζει ενοχικά: «Ου, ήρθε πάλι ο Έλληνας». Σαν να έφταιγε η ίδια για την ανεπιθύμητη αυτήν επίσκεψη, και κατά κάποιον τρόπο έφταιγε, γιατί ο Έλληνας ήταν συγγενής από τον άντρα της, τον συχωρεμένο θείο Βαγγέλη, Υδραίο καπετάνιο, μπεκρή («αυτό τον έφαγε και το τσιγάρο, μια κούτα την ημέρα, το άναβε μ’ αυτό που έσβηνε») -  εγώ δεν τον πρόλαβα, έφυγε δυο χρόνια πριν γεννηθώ.

Ο Έλληνας ερχόταν με την καλαθούνα στο χέρι γεμάτη φυστίκια, αράπικα το πλείστον και στο τρίτον του καλαθιού του, που χωριζόταν από τα υπόλοιπα δύο με ένα χαρτονάκι, είχε, όχι φίσκα, και ολίγα αιγινίτικα - διπλή τιμή. Είχε και σακουλάκια χάρτινα κι ένα κουταλάκι για να τα γεμίζει. Παρότι, από συγγενική μάλλον υποχρέωση, η θεία Πιπίνα ζητούσε να αγοράσει, μετά το πέρας της επισκέψεώς του, δυο σακκουλάκια φυστίκια, τα οποία ωστόσο ο Έλληνας επέμενε να τα προσφέρει και εν τέλει τα πληρωνόταν, οφείλω να πω, αν μπορώ να ισχυριστώ, ότι η παιδική διεισδυτικότητα του βλέμματός μου ήταν τόσο ικανή όσο νομίζω τώρα, ότι ο Έλληνας ερχόταν απλώς για να μας πει μια καλησπέρα. Και μάλιστα, όταν η Πιπίνιζα, αντί ως συνήθως να σπεύσει να κατέβει τα σκαλιά τάχα για να τον προϋπαντήσει, με απώτερο σκοπό να τον κρατήσει με την κουβέντα έξω απ’ την εξώπορτα, σε κάποιες σπάνιες περιπτώσεις όπου του έλεγε να ανέβει και τον έμπαζε στο σπίτι να τον κεράσει, ο Έλληνας εχαίρετο ιδιαιτέρως. Και μετά, έχοντας πιει τη βυσσινάδα του, έφευγε πασιχαρής με το τρεμουλιαστό βήμα του - σύγκορμος έτρεμε (παράσημον απ’ τα βασανιστήρια στα ξερονήσια, διότι αντάρτη Καπετάνιο τον ήθελε μια μεταπολιτευτική αφήγηση) «από παιδάκι το ‘χει το κουσούρι» μας υπενθύμιζε διακριτικά και επιτακτικώς κάθε φορά η Πιπίνιζα.

Έφευγε και πήγαινε για την επιούσια βόλτα του: Πασαλιμάνι, πλατεία Αλεξάνδρας και πάλι πίσω μέχρι Πειραϊκή. Την ίδια βόλτα είχαν όλοι οι φυστικάδες. Όλοι τζογάρανε κιόλας: «Έχω φυστίκι αράπικο, παίζω και μονά-ζυγά». Πάντα θα βρισκόταν ο πιο έξυπνος της παρέας να του πει «σε πάω». Ο φυστικάς άρπαζε μια χούφτα φυστίκια και τα άφηνε στο τραπέζι. Με το κολπάκι να κρύβουνε ένα φυστίκι ανάμεσα στα δάχτυλά τους, οι φυστικάδες πάντα κερδίζανε τους ψιλοπιωμένους που κάνανε τους έξυπνους στις φιλεναδίτσες τους. Αν ο ψευτόμαγκας έλεγε «μονά», και η καταμέτρηση λίγο πριν τελειώσει φαινόταν πως δεν θα έβγαζε ζυγά, τότε ο φυστικάς άφηνε κομψά-κρυφά να κυλήσει από τα δάχτυλά το λαθραίο φυστικάκι. Σε αντίθετη περίπτωση, έκανε την πάπια. Όμως ο Έλληνας δεν ήτο ικανός για να τζογάρει. Δεν του το επέτρεπε τεχνικώς η τρεμούλα του, η επιστημονικώς ονομαζομένη «τρόμος».

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 20, 2013

Η κλώσσα

Η υποκειμενικότητα και η αντικειμενικότητα έχουν ανάγκη τον Χρόνο. Τώρα το γιατί τον Χρόνο μού ‘ρθε και τον άρχισα με κεφαλαίο, ενώ τις άλλες δυό με μικρά, μάλλον αυτό οφείλεται σε ένα είδος αντικειμενικής αντιλήψεως της υποκειμενικότητος. Διότι ο Χρόνος ως έννοια και μάλιστα άξια σεβασμού υπήρξε αρχαιοτέρα των άλλων δύο. Και αναρωτιόμουν πάντα το πώς γίνεται αντικειμενικώς να απευθύνεις τον σεβασμό σε κάτι χωρίς να γνωρίζεις την  αξία τής υποκειμενικότητας. Δηλαδή αυτή, η υποκειμενικότητα,  να είναι μία μεταγενέστερα συνειδητοποιημένη αντίληψη, η οποία αποκτά βαθμιαίως (συν τω χρόνω, χωρίς κεφαλαίο) και μάλιστα αντικειμενικώς, υπερτέραν  αξίαν της ίδιας της συνθήκης  η οποία την εξελίσσει.


Επίσης απορώ για το πώς είναι δυνατόν όλες αυτές τις μπαρούφες να τις βασίζω σε μία αρχική πρόταση που ούτε κι εγώ ξέρω πώς μού ‘ρθε. Τουλάχιστον είχα την πρόνοια να μην γράψω « Ἡ ὑποκειμενικότης καὶ ἡ ἀντικειμενικότης ἒχουσιν ἀνάγκην τὸν Χρόνον».  Διότι αν υπάρχει η μηχανή του τελευταίου και τύχει και βρεθώ μπροστά της και πατήσω κανένα λάθος κουμπί, μπορεί και να βρεθώ στην εποχή του γλωσσικού ζητήματος. Ξανά μαχαίρια. 

Ανδρέας Ρούσσης μουσική
Μιχάλης Γκανάς στίχοι

Πέμπτη, Αυγούστου 22, 2013

AudioPaint: μετατροπέας εικόνας σε ήχο

για τον Κουκουζέλη και όποιον άλλον ενδιαφερθεί (μπορεί πχ να ενδιαφερθεί ο Silezukuk)

Τι είναι και πώς δουλεύει:
Αντί να το πω με δικά μου λόγια ....μεταφράζω την εισαγωγή από το manual του προγράμματος.  Πάντως, αν πρόκειται να χρησιμοποιήσεις το πρόγραμμα, κάτι που το συνιστώ, έχω μεταφράσει όλο το manual στα ελληνικά, μπορείς να το κατεβάσεις από εδώ (κλικ)
ΣΗΜΕΙΩΤΕΟΝ: το πρόγραμμα διατίθεται δωρεάν από τον κατασκευαστή.

Και τώρα σας μιλάει μεταφρασμένος ο κατασκευαστής Nicolas Fournel:




"Αυτό είναι ένα μικρό εγχειρίδιο χρήσης για το AudioPaint 2.1. Βεβαιωθείτε ότι έχετε στη διάθεσή  σας την τελευταία έκδοση του προγράμματος που μπορείτε να βρείτε εδώ


Παρακαλώ λάβετε υπ’ όψιν ότι αυτό το πρόγραμμα ήταν αρχικά φτιαγμένο για προσωπική μου χρήση. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει κανενός είδους εγγύηση. Χρησιμοποιείστε το με δική σας ευθύνη. AudioPaint (c) 2002-2008 Nicolas Fournel


1.1 Τι είναι το AudioPaint
Το AudioPaint παράγει ήχους από εικόνες. Το πρόγραμμα διαβάζει JPEG, GIF, PNG και BMP αρχεία και μεταφράζει το χρώμα και τη θέση κάθε pixel σε συχνότητα, διάρκεια και θέση στο χώρο. Το AudioPaint μπορεί συνεπώς να θεωρηθεί ως ένα τεράστιο προσθετικό συνθεσάιζερ.


1.2 Πώς δουλεύει;
Μια εικόνα, στην πραγματικότητα, τυγχάνει επεξεργασίας ως ένα μεγάλο πλέγμα συχνοτήτων και χρόνου. Κάθε γραμμή της εικόνας είναι ένας ταλαντωτής, και αναλόγως του πόσο ψηλά βρίσκεται κάτι στην εικόνα αντιστοιχείται με μία ανάλογα ψηλή συχνότητα. Και ενώ η κατακόρυφη θέση ενός pixel καθορίζει τη συχνότητα, η οριζόντια θέση του αντιστοιχεί στον προκαθορισμένο χρόνο ενεργοποίησης της χρονικής του έκτασης.

Κανονικά, το χρώμα ενός pixel χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της θέσης του στο χώρο (panning), το κόκκινο και το πράσινο καθορίζουν το πλάτος του αριστερού και δεξιού καναλιού, αντιστοίχως (όσο πιο φωτεινό το χρώμα, τόσο πιο δυνατός ο ήχος), ενώ η μπλε συνιστώσα δεν χρησιμοποιείται. Η δράση του κάθε συστατικού μπορεί να τροποποιηθεί στον Δρομολογητή (Routing Section) στο παράθυρο Ρυθμίσεων του Ήχου (Audio Settins Window).

Ξεκινώντας με την έκδοση 2.0,το AudioPaint επίσης μπορεί να μετατρέψει τα στοιχεία χρώματος σε HSB αξίες, και να χρησιμοποιήσει αντί για την απόχρωση, τον κορεσμό και την φωτεινότητα του κόκκινου, την απόχρωση, τον κορεσμό και την φωτεινότητα του πράσινου και του μπλε.


1.3 Πώς να το χρησιμοποιήσετε;
Ανάλογα με την εικόνα, πολλές εκατοντάδες (ή ακόμα και χιλιάδες) ταλαντωτών μπορούν να ενεργοποιηθούν ταυτόχρονα. Λόγω του μεγάλου όγκου των δεδομένων προς επεξεργασία, το AudioPaint δεν λειτουργεί σε πραγματικό χρόνο.

Μόλις επιλέξετε την εικόνα σας και τις παραμέτρους, ένας ήχος πρέπει να υποστεί την διαδικασία «generate». Στη συνέχεια, μπορείτε να τον αποθηκεύσετε ως ένα αρχείο .WAV, ώστε να τον επεξεργαστείτε περαιτέρω με κάποιο πρόγραμμα, όπως το Sound Forge, το Wavelab κλπ. ... ή μπορείτε να τον εισάγεται ως sample (δείγμα) σε ένα audio track κάποιου sequencer (Sonar, Acid, Cubase κλπ. ..). Φυσικά, οι ήχοι που παράγονται θα ποικίλλουν ανάλογα με τον τύπο της χρησιμοποιούμενης εικόνας. Δοκίμασα το AudioPaint με φωτογραφίες που τραβήχτηκαν από το διαστημικό τηλεσκόπιο Hubble και είναι διαθέσιμο στη Hubble Heritage Gallery of Images:
http://heritage.stsci.edu/gallery/galindex.html.

Τα αποτελέσματα είναι πολύπλοκα και συναρπαστικά φουτουριστικά ηχοτοπία, ειδικά αν παίξει κάποιος με μεγάλες διάρκειες. Επίσης, τα λεγόμενα Generative graphics, τα οποία συνήθως εμφανίζουν πολλά χρώματα, ενώ παράλληλα αποτελούν μια γεωμετρική σύνθεση, είναι ιδιαίτερα πρόσφορα. Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του AudioPaint, δούλεψα πολύ με έργα του Dave Bollinger για παράδειγμα:
http://www.davebollinger.com/works

Αλλά μπορείτε πραγματικά να δοκιμάσετε οποιονδήποτε τύπο εικόνας: χάρτες από το Google είναι επίσης μια καλή αφετηρία για την ηχητική εξερεύνησή σας, καθώς και πίνακες των Πικάσο, Μονέ και άλλων μεγάλων καλλιτεχνών. Ξεκινώντας με το AudioPaint 2,0, μπορεί κάποιος να κατεβάσει τυχαίες (αλλά κατάλληλες) φωτογραφίες από το Internet άμεσα μέσω του ίδιου του προγράμματος. Και φυσικά, μη διστάσετε να δημιουργήσετε εικόνες ειδικά για το AudioPaint στο Photoshop ή σε παρόμοια γραφιστικά προγράμματα. Παίζοντας με γεωμετρικά σχήματα και χρωματισμούς, μπορείτε να δημιουργήσετε πολύ ενδιαφέροντες ήχους."

Σάββατο, Αυγούστου 17, 2013

Η Τέχνη της Φουγκέτας

Η Φουγκέτα ανάμεσα στα Παλικάρια και τα Φραϊστίρια.



Η φωτογραφία είναι από την Βιβλιοθήκη του Κοραή. Τμήμα λαογραφικών εκθεμάτων του Μουσείου Αργέντη που στεγάζεται εκεί.  .
Χιακά λαϊκά μοτίβα κεντημάτων.



Καλή αφορμή για σύνθεση αντιστοιχώντας νότες ή μοτίβα με τα σχήματα και τα χρώματα. Προτίμησα μια βιαστική λύση γι' αυτόν τον σκοπό: το πρόγραμμα AudioPaint του Nicolas Fournel. Για φθογγική ύλη χρησιμοποίησα μια σκάλα του Al Farabi. 

Παρασκευή, Αυγούστου 09, 2013

Μύθος Θερινός ΙΙ

Πάλι εκεί με έναν φρέντο, όχι κρύον μόνον αλλά και φιλικόν. Ωραιότατον στέκι, πάροδος της Απλωταρειάς, καφέ το Ρόδι, αφετηρία αλλά και ανάπαυλα.

Πάλι εξυπνάδες σκεφτόμουνα, προσπαθώντας να συνδυάσω το «tu es Petrus et super hanc petram aedificabo ecclesiam meam” με το «πρώτος τον λίθον βαλέτω» και το «άγουρος πέτρα πελεκά»,  διότι ο αγέρας… το Ρόδι, πολύβουο πάντα γεμάτο, είναι σ’ ένα γάμα, δυό παραστενάκια ενώνονται   κλώθει από παντού δροσερός ο Βοριάς… κι ο Κώστας εξυπηρετικότατος – οδός Παναγίας Μαγαζιωτίσσης. 

Πολλοί Τούρκοι τουρίστες φέτος  – μιαν άλλη μέρα ρεμβάζων στο ίδιο μέρος είχα την οξύτονον γλώσσαν των ένθεν και ένθεν  … χαμηλόφωνοι δεν έχουν ξεθαρρέψει  όταν οι παρέες τους είναι τριμελείς (τη βαριέμαι όλο λέω τη Χώρα, αλλ' εν τέλει μ' αρέσει και έχει το Ρόδι ωραίο υπερώο για τον χειμώνα, ούτε στην Αθήνα δεν υπάρχει τέτοιο καφέ, αφετηρία και ανάπαυλα για τα ψώνια μεταξύ Χόντος Σέντερ και Μπόντυ Σοπ με παγωτό ενδιάμεσο στον Κρόνο, Αγροτικής Τραπέζης και Φράσκου Είδη Κιγκαλερίας - κάθε χρόνο αλλάζω φλοτέρ (πολλά άλατα το νερό)- τη βαριέμαι τη Χώρα και την περιορίζω στο Ρόδι για να μπορώ να φχαριστηθώ τις βόλτες στα σοκάκια της, πριν πάω να κάτσω εκεί και αφού κάτσω εκεί και μετά ξαναπάω και πίνω πορτοκαλαδίτσα γιατί οι πολλοί καφέδες πειράζουν, μου φέρνουν έκτακτες συστολές -  πάντα μια στάση στο βιβλιοπωλείον Πάπυρος).


Την ένιωσα την σκιά του βλέμματός της απ’ τ’ αριστερά μου να πέφτει πάνω στο βιβλιαράκι που διάβαζα, αλλά οι χοντρές μεσήλικες κυρίες είναι ο κανών στη Χίο, από μιαν ηλικία και μετά και αφού κάνουν παιδιά το ρίχνουν στην μπιρίμπα και τους λουκουμάδες. Περίμενε βλοσυρή, μάλλον εκ της συνηθείας επιβολής επί του συζύγου της, ένα τοστ. Πήγα ν’ αλλάξω σταυροπόδι για να απαλλαγώ, όταν μια άλλη, αυτή ίδια η Μέδουσα με τα γοργά τα μάτια τ’ άγρια, έχουσα βέβαιον τον προορισμό προς την ομοειδή της,  και   με γογγυσμό παρά με φωνή,   «Έ, Στέλλα είντα κάμνεις» είπε,  κι εγώ πέτρωσα. Τι λάθος να την αντικρίσω.


Μαγαζιώτισσα

Τετάρτη, Ιουλίου 31, 2013

Μύθος Θερινός Ι

Οι Διόσκουροι σε ώριμη ηλικία
Ότε οι Διόσκουροι, προπαίδες,  μπανιαρίζονταν εις τας Θέρμας της Περαίας*, ο μεν  ξουθός Κάστωρ τσαλαβουτούσε την κεφαλήν και θριαμβικώς ανεφώνη «κοίτα μπαμπά, κοίτα μπαμπά», ο δε μελάγχρους Πολυδεύκης παρά θιν’ αλός συνεπλέκετο μετά οχλούντος αυτόν υπομειρακίου  κραδαίνοντος νερομπίστολο. Του ανδρείου το δέμας Πολυδεύκους ορών την ψυχήν μικροθυμούσαν ο κατά τι βραχύσωμος Κάστωρ προς αρετήν αγωνιών είπεν «εγώ μπαμπά φεύγω, πάω να βοηθήσω το Βαγγέλη» και πλαγιοκοπήσας τον οχληρόν, ενεθάρρυνεν τον δίδυμον αυτού κράζων «επίθεση». Εθρασύνθη ο Πολυδεύκης και πάραυτα αναλαβών, ανέκραξεν φωνήν μεγάλην «πάνω του κι εσύ Κώστα».

*Θέρμαι Περαίας γαιός: το σημερινόν Λουτράκι



Σάββατο, Ιουνίου 22, 2013

Modus Orientalis I

για φλάουτο και ηχητικό φόντο

φλάουτο: Στεφανία Κατσαρού


Παρασκευή, Ιουνίου 21, 2013

Εργάτης της Κιθάρας

κλικ στη φωτογραφία για μεγέθυνση 


Αν σε κάποιον Έλληνα κιθαριστή θα έπρεπε να αποδοθεί ο τίτλος εργάτης της κιθάρας αυτός θα ήταν ο Βασίλης Καναράς. Μαθητής μεγάλων δασκάλων, δάσκαλος σπουδαίων μαθητών, δάσκαλος δεκάδων εραστών της κιθάρας, δάσκαλος που δεν ξεχνά ότι οφείλει να είναι μάχιμος σολίστ, σολίστ που δεν ξεχνά ότι η διδασκαλία είναι ιερή άσκηση ταπείνωσης. Ιδιότητες ή μάλλον χαρίσματα που ο χρόνος τα μετουσιώνει σε μουσική σοφία.



Το απόσταγμα μιας εργατικής κιθαριστικής τριακονταετίας ο φίλος Βασίλης το καταθέτει στο CD COSMOS GUITAR

Ναι, εξακολουθούν και εκδίδονται cd στις μέρες μας. Για όσους θυμούνται ακόμη την χρήση του cd player, και την αποζητούν ως απόδοση σεβασμού στην Μουσική, σε ειδικές περιστάσεις….



Τρίτη, Ιουνίου 18, 2013

Modus Orientalis II


για όμποε, ήχους από πιάνο μέσα στις χορδές, wind chimes και ηλεκτρονικό φόντο

Κυριακή, Ιουνίου 16, 2013

Modus Orientalis III για πιάνο

παραμετροποιημένος αυτοσχεδιασμός, μέσα και έξω από το πιάνο

Δευτέρα, Μαρτίου 25, 2013

Η Οδύσσεια του Νταλγκά


Σάββατο, Μαρτίου 09, 2013

B.I.Glinka Σύγχρονα Ηχητικά Τοπία


ΠΕΜΠΤΗ 14 ΜΑΡΤΙΟΥ 2013, 20:30
Η Ένωση Ελλήνων Μουσουργών σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Goethe διοργανώνει την συναυλία:

Σύγχρονα Ηχητικά Τοπία
(1ος κύκλος)

The magic flutes

Θα παρουσιαστούν έργα των:
Salvatore Sciarrino, Θόδωρου Αντωνίου, Toru Takemitsu, Luciano Berio, Peter Maxwell Davies, Doina Rotaru, Γιώργου Χατζημιχελάκη, Μάνου Παναγιωτάκη, Davide Ianni, Rolf Thomas Lorenz, Thomas Reiner, Δημήτρη Συκιά.

Iwona Glinka, φλάουτο

Συμμετέχουν
Φλάουτα: Ειρήνη Βούζη, Ρόζα Γιαννούλου, Έρση Κασαρτζή, Μάνος Παναγιωτάκης, Κίρα Σαπλαχίδου, Γιώργος Σκριβάνος, Μαρία Μεσσάρη, Δάφνη Μπινιάρη Παντελέων, Κωνσταντίνα Βαγγελάτου, Στεφανία Γεωργακάκου - Κουτσονίκου, Κωνσταντίνα Τσεκούρα, Αναστασία - Μαρία Βελισσαρίου.

Μαργαρίτα Συγγενιώτου - μέτζο σοπράνο
Ειρήνη Ντελέζου - πιάνο
Κώστας Αλεξανδρής - μπάσο τρομπόνι
Γεράσιμος Τσαγκαράκης - κρουστά

Μουσική Διεύθυνση: Ιάκωβος Κονιτόπουλος


Η συναυλία θα πραγματοποιηθεί στην αίθουσα συναυλιών του Ινστιτούτου Goethe (Ομήρου 14 - 16 τηλ: 210 3661000)
 

Είσοδος ελεύθερη

Παρασκευή, Μαρτίου 08, 2013

Παρεπικούρειον


Ξεπήδησαν από τα κόμικς.

Ο κόσμος,
άλλοι καγχάζουν
κι άλλοι τρέμουν.

Οι ενδιαμέσως,
οι θορυβημένοι
μην ταλαιπωρηθείτε
με επαναφορά συστήματος,
ή με ασφαλή λειτουργία,
αντίγραφα ασφαλείας
και επανεγκατάσταση.

Μάταιες ενέργειες.

Χθες κατέβασα ένα πρόγραμμα:
του βάζεις μια φωτογραφία σου
και μ’ ένα κλικ
σε κάνει σκίτσο.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 10, 2013

Χαβάς


Με δυο ελιές
και μια ντομάτα
ήρθε μια σκούνα
απ’ το Μαρόκο.

Δε θα παντρευτούμε φέτος....

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 08, 2013

Ήδη

(...βάπτεται κάλαμος παρά κριτών αδίκων)

Το Μοσχάτο είναι σταθμός
και είδος κρασιού ηδύτατον.
Και τα φιστίκια Αιγίνης και τ’ αράπικα
είδη είναι.
Μα σαν της Ίδης το βουνό
άλλο δεν βρήκα.
Δαδιά, δράκους και δουλειές,
δάση και ρουμάνια….


Παρασκευή, Ιανουαρίου 11, 2013

φωτογράφησα τον δολοφόνο






Τρία μέτρα από την μπαλκονόπορτά μου....
Κι αναρωτιέμαι,
αν η πενία είναι
το άλλοθι της αλληλο[αυτο]εξόντωσης,
ή η αλληλο[αυτο]εξόντωση
το άλλοθι της πενίας. 

Τρίτη, Δεκεμβρίου 25, 2012

Χιακοί τρόποι

Η υπερτάτη ευτυχία για παιδάκι είναι να παίζεις σε σκετς χριστουγεννιάτικο, εφόσον έχεις συνειδητοποιήσει ότι μετά το πέρας  πρόκειται να απαλλαγείς για δεκαπέντε μέρες από όλην αυτήν την χαριτωμένη τυραννία του σχολείου. Αλλά αυτό μάλλον το λέω εγώ, ένα παλιό παιδάκι που είχε γειτονιά χωματόδρομο και φίλους πέραν των τοίχων και των  τειχών. Ένα παλιό παιδάκι χωρίς επίγνωση τηλεοπτική της παιδικότητος,  χωρίς εξειδίκευση της κοινωνίας πάνω του, και χωρίς παιδαγωγικές επιστήμες που το επιβλέπουν. Οπότε ήξερα πολύ καλά τι σημαίνει το σχόλασμα. Και αηδίαζα με την καθημερινή ραδιοφωνική εκπομπή της θείας Λένας και αυτόν τον γλείφτη τον Κωστάκη που ήταν τόσο μα τόσο καλό παιδί, ώστε να τον συναντώ αλειμμένο στο ψωμί μου και να μου φέρνει αναγούλα αυγουλίλας η φωνή του.

Τα σημερινά παιδιά, τα μικρά παιδάκια, δυστυχώς, αγαπούν το σχολείο. Χωρίς σπασμούς στομάχου, κάθε μέρα αγόγγυστα αποζητούν την δασκάλα τους, την οποία λατρεύουν. Και τους συμμαθητές και τις συμμαθήτριες επίσης. Με τον φίλο μου τον Αντρέα ήμασταν και συμμαθητές. Μέσα στην τάξη αγνοούσα την ύπαρξή του. Ορατός για μένα ήταν στην γειτονιά, στο δρόμο, στις αυλές μας και στις ταράτσες μας.

 Το κάστινγκ για τα παιδικά σκετσάκια μη μου πείτε ότι δεν είναι μια ευκαιρία μάλλον επιτειδευμένης αθώας βάσης για την δασκάλα να διακηρύξει χαριτωμένα τις συμπάθειες της, ή ακόμα και να υποκύψει στα στερεότυπα. Κάθε παιδάκι έχει τις χάρες του. Κανονικά όλα θα έπρεπε να υποδύονται τα αγγελάκια και η Παναγία, ο Ιωσήφ και ο Χριστός να ήταν πλαστικές κούκλες. Όμως ο μοντερνισμός θα είναι αντικείμενο της παιδαγωγικής του μεθεπόμενου αιώνα.

Οπότε η Νικούλα, μικρογραφία της Σκάρλετ Γιόχανσον και μάλιστα επιτυχέστερη, άξιζε φέτος τον ρόλο της Παναγίας. Οι Μάγοι πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις είναι κάτι άχαρα ψηλά αγοράκια, ο Ιωσήφ ένα παιδάκι που αδυνατεί να αποστηθίσει, και Θείον Βρέφος το μικρότερο και άλαλο. Υπάρχει και στοιχειώδης πεπερασμένη πλοκή, βέβαιον ότι εκτιλισσόμενη  θα φτάσει στην στιγμήν καταθέσεως των υπό των Τριών Μάγων φερομένων δώρων στα ποδαράκια του θείου κρεββατιού: χρυσός-χρυσόχαρτο, λίβανος-κάτι κομματάκια ξύλο (εκτός κι αν η δασκάλα σκηνοθέτις έχει φέρει η αθεόφοβη λιβάνι κανονικό), και τέλος σμύρνα, κάτι το ασαφές σε μπουκαλάκι. Τότε η Νικούλα,   συνολικώς τον ρόλο υπερβάσα, καθώς οι μπουνταλάδες προσέφεραν τα σκηνοθετήματα, ως άλλη παλαιά ευγενής, από των κάστρων των Παλαιολόγων εις την χιακήν γην καταφυγούσα,   το βρήκε πού ... και τους το απηύθυνε:

-Μα ... δεν έπρεπε.



Κυριακή, Δεκεμβρίου 09, 2012

Η ΜΟΧΘΗΡΑ ΠΕΝΘΕΡΑ ... εν Αθήναις


Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2012, 20:30

Η Ένωση Ελλήνων Μουσουργών
σε συνεργασία με
την Ελληνοαμερικανική Ένωση
και το Hellenic American Education Center
παρουσιάζει την ΜΟΧΘΗΡΑ ΠΕΝΘΕΡΑ

Μουσικοθεατρικό αναλόγιο βασισμένο σε ένα χιώτικο παραμύθι που φτάνει σε μας από ένα παλιό χειρόγραφο του 1893.

Τη μουσική που εμπνέεται από παλιές δημοτικές μελωδίες σωσμένες σε αγιορείτικα χειρόγραφα έγραψε ο Γιώργος Χατζημιχελάκης. 

Ερμηνεύει η ηθοποιός Αιμιλία Φουντούκη 
και μουσική παίζουν ζωντανά η Αγγελίνα Τκάτσεβα (σαντούρι)   
και  ο  Γιώργος Χατζημιχελάκης  (ούτι, φλογέρες,  κρουστά,  τραγούδι).

Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στο Θέατρο της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης
Μασσαλίας 22 - Κολωνάκι, τηλ. 210-3680900

Είσοδος Ελεύθερη

"Η ΜΟΧΘΗΡΑ ΠΕΝΘΕΡΑ περιλαμβάνεται στη συλλογή της Δέσποινας Μ.Δαμιανού «Παραμύθια της Χίου», εκδόσεις «Ομήρειο Πνευματικό Κέντρο Δήμου Χίου», 1994. Όπως σημειώνει η Δ.Μ.Δαμιανού το συγκεκριμένο παραμύθι, το αντλεί από  τη χειρόγραφη «Συλλογή Παραμυθιών εκ του Χιακού Λαού και Ονειροκρίτης εις δύο διαλέκτους» του Κ.Ν.Κανελλάκη, αυτοδίδακτου ιστορικού και λαογράφου, ο οποίος το 1893 παρέδωσε τη συλλογή του, που περιελάμβανε 23 χιώτικα παραμύθια, στον Φίλιππο Αργέντη, σημαντικότατο μελετητή της ιστορίας και του πολιτισμού της Χίου. Το χειρόγραφο Κανελλάκη περιέχεται στο Manuscripts of Chian Folklore, τόμος 3ος, σ.σ. 27-159, από το αρχείο Φ.Αργέντη της βιβλιοθήκης «Κοραής» της Χίου. Η εργασία του Κανελλάκη εντάσσεται στο πλαίσιο μιας γενικότερης εξόρμησης που ξεκίνησε προς στα τέλη του 19ου αιώνα ο πανεπιστημιακός Ν.Γ.Πολίτης με στόχο την ανάδειξη της συνέχειας και της ενότητας του ελληνισμού μέσα από τη λαογραφική έρευνα.

Το παραμύθι αντανακλά τα μεσαιωνικά ήθη, αλλά πολλά από τα μυθικά στοιχεία του ανάγονται στην ελληνική αρχαιότητα. Η πλοκή του δαιδαλώδης, τείνει προς μία τυπική κατακλείδα με ηθικό δίδαγμα: το καλό υπερνικά την  μοχθηρία των κακών ανθρώπων, και τα παιχνίδια της μοίρας  όσο κι αν φαίνεται αρχικά ότι καθορίζονται από τη δολοπλοκία των κακών, στο τέλος ευνοούν τους καλούς. Σημαντικό στοιχείο του παραμυθιού είναι ότι η μοίρα αρκείται στο να παραδώσει τους κακούς στην ανθρώπινη δικαιοσύνη, η οποία και τελικώς επιλέγει το βαθμό σκληρότητας της τιμωρίας τους.

Η γλώσσα του παραμυθιού είναι ένα μίγμα χιακής ντοπιολαλιάς και λόγιας του τέλους του 19ου αιώνα. Στην παράσταση αυτή το κείμενο έχει κρατηθεί αυτούσιο στο σύνολό του, με εξαίρεση κάποιες μικρές αναδιατάξεις χάριν ανάδειξης του θεατρικού στοιχείου.

Η μουσική της παράστασης περιλαμβάνει δύο μικρασιάτικα παραδοσιακά τραγούδια («Μαλαγματένιος Αργαλειός», «Μήλο μου και Μανταρίνι»), αλλά το κύριο μέρος της στηρίζεται σε ανασυνθέσεις δημοτικών τραγουδιών που η καταγωγή τους ανάγεται μέχρι και τον 15ο αιώνα, και τα οποία σώζονται στα χειρόγραφα 1204 της Μονής Ιβήρων και 262 της Μονής Ξηροποτάμου. Τη μελέτη μου για την ανασύνθεση των τραγουδιών τη βάσισα σε προηγούμενη μελέτη της μουσικολόγου Δέσποινας Μαζαράκη και του νεοελληνιστή φιλόλογου ερευνητή Bertrand Bouvier. Επίσης, η μουσική επένδυση συμπληρώνεται με οργανικές συνθέσεις μου για σαντούρι, καθώς και με οργανωμένες αυτοσχεδιαστικές συνθέσεις. "

Γ.Χ.

Η παράσταση πρωτοπαρουσιάστηκε το 1999 στο ίδρυμα ΜΕΛΙΝΑ, ως παραγωγή της Ορχήστρας των  Χρωμάτων, υπό την καλλιτεχνική επιμέλεια της Ιουλίτας Ηλιοπούλου και με επιλογή κειμένου και μουσική επιμέλεια Γιώργου Χατζημιχελάκη. Έπαιζαν η ηθοποιός Αιμιλία Φουντούκη και η Κατερίνα Παπαδοπούλου, τραγούδι, κρουστά, ούτι, και Γιώργος Χατζημιχελάκης τραγούδι, σάζι, ούτι φλογέρες, κρουστά. Η παράσταση ανασχεδιάστηκε στην σημερινή της μορφή και παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Αξάνεμος στην Καλαμωτή της Χίου, το καλοκαίρι του 2011. 


Κυριακή, Δεκεμβρίου 02, 2012

ΜΑΛΑΜΑΤΙΝΑ ... δωρεάν διαφήμισις


Εις ταβερνείον ονόματι Πυροφάνι, στα Καμίνια, συνοικίαν άντρον  του Ατρομήτου Πειραιώς, η πρεσβυωπία μου, εν μέσω της ακροάσεως μιας υπέροχης γραμμής λαϊκού μπάσσου που με την κιθάρα του κρατούσε ένας πλέον εξηκοντούτης,  μέλος τριμελούς συγκροτήματος, εγκιβωτισμένου εις ένα κατ' αξίωσιν υπερώον, "μπουζούκι-κιθάρα-τραγουδίστρια"  (παρ’ όλο που όταν τραγουδούσε ο "κιθάρας"  τα έσβηνε όλα ....), μόλις που μου επέτρεψε να συλλάβω θολό το περιεχόμενο μιας εν είδει ντεκόρ κορνιζαρισμένης διαφήμισης:
-«Αυτός που διαφημίζει την Μαλαματίνα,…. φέρνει στον Νίκο Σταυρίδη ή είναι ο Σταυρίδης;», ρώτησα τον κατά δεκαεφτά χρόνια νεώτερο μαθητή μου, Πάνο, όστις, ως εκ της ηλικίας, βλέπει καλά, όπως κάποτε έβλεπα.
-«Είναι ο Σταυρίδης», η απάντησις. 

Πέμπτη, Νοεμβρίου 08, 2012

Σουίτα .... πολυτελείας

Γιώργος Χατζημιχελάκης
Σουίτα για τσίμπελ  και τσέλο πάνω σε βαλκανικούς ρυθμούς.
Η σύνθεση με εξαίρεση το δεύτερο κομμάτι δεν είναι βασισμένη σε παραδοσιακές μελωδίες - το ρυθμικό πλαίσιο γνωστών βαλκανικών χορών γίνεται καμβάς για συνθετική πλοκή.
Ο δεύτερος χορός είναι βασισμένος σε μία καταγραφή του Μπέλα Μπάρτοκ που πραγματοποιήθηκε το 1936 κατά την περιοδεία του στη Μικρά Ασία (βιβλίο: Turkish Folk Music in Asia Minor).

τα μέρη:
1. Εισαγωγικός Χορός (τσάμικος)
2. Χαλαΐ Χαβαζί (σκοπός του σχοινιού)
3. Μπεράτι
4. Παϊντούσκα
5. Σέρβικο

Αγγελίνα Τκάτσεβα τσίμπελ (λευκορώσικο σαντούρι)
Κωνσταντής Σφέτσας τσέλο

ηχογράφηση από την πρώτη εκτέλεση σε συναυλία στο Ωδείο ATHENAEUM, 6 Μαρτίου 2012

για να παρακολουθήσετε την παρτιτούρα, τρέξτε το βίντεο και επιλέξτε:
 προβολή σε πλήρη οθόνη (Full Screen) και ανάλυση (resolution) 720p.


Πέμπτη, Νοεμβρίου 01, 2012

Δώρο από το Μινσκ

Γιώργος Χατζημιχελάκης 
Κοντσέρτο Φαντασία για Τσίμπελ (ρώσικο σαντούρι) και Ορχήστρα Εγχόρδων 
Παραγγελία της Ορχήστρας των Χρωμάτων (2000).

Αγγελίνα Τκάτσεβα, τσίμπελ
Κρατική Ορχήστρα της Δημοκρατίας της Λευκορωσίας
διεύθυνση: Ευγένιος Μπουσκόφ

ηχογράφηση από τη συναυλία στην μεγάλη αίθουσα της Φιλαρμονικής του Μινσκ, 27 Οκτωβρίου 2012.




Λίγο πριν την έναρξη της συναυλίας, το χιόνι ξεκίνησε να πέφτει πυκνό:


Παρασκευή, Οκτωβρίου 19, 2012

Αν τύχει ...

... και βρεθείτε στο Μινσκ στις 27 Οκτωβρίου (το ερχόμενο Σάββατο), αυτή η συναυλία ίσως και να σας φανεί ενδιαφέρουσα.....





περισσότερα εδώ....

http://philharmonic.by/en.html?view=details&id=34%3Agko-bushkov


και προσέξτε την ώρα έναρξης: 7.00 το βραδάκι

όχι 8.30 μμ, ή 9.00 μμ ή και 11.00 μμ

έτσι, μένει αρκετός χρόνος μετά για βότκα...

-Νταβάι κιρνγιόμ!!  [άιντε,  ας πιούμε]

-Νασνταρόβια!!! [εις υγείαν]

Είναι βέβαιο ότι με λίγα (πάντα τα απαραίτητα) χρήματα και αυτές τις τρεις (πλάγιες-κόκκινες-παχουλές) πιο πάνω λέξεις, μπορείς να ζήσεις μια πληρέστατη [οινο]πνεύματος ζωή στον ίδιο μεσημβρινό, απλώς λίγο πιο βόρεια απ' την Αθήνα.

Αγγελίνα και Βίκτορ σας ευχαριστώ.....

[σε μιαν επόμενη φορά, θα έχω ξεπεράσει την αεροπλανοφοβία  με αντάλλαγμα να χάσω την δύναμη του να ακούω εξ αποστάσεως νοερά, οπότε θα έρθω...]


Τρίτη, Οκτωβρίου 16, 2012

Λίαν ευγενώς


««Επέπληξα κάποιον άγνωστον  εντός ενός ταβερνείου ο οποίος , προφανώς υπό την επήρειαν οίνου, χάσκων εφώνησεν ψιθυρίζων : «Τινές θεσμικώς εντεταλμένοι δεν πράττουσιν ά οφείλουν, τουλάχιστον επαρκώς».  «Αγαπητέ μου» του απήντησον, «τουναντίον».

Δεν ενθυμούμαι πόσον είχον πιεί, πάντως θα είχον πιεί όσον είναι το πρέπον. Ουδέποτε πίνω πέραν του πρέποντος, και μάλιστα ουχί του πρέποντος κατ’ εμέ, αλλά του πρέποντος γενικώς, διότι το πρέπον είναι κάτι το γενικόν, ως προείρησθαι,  και δεν έχει ειδικάς περιπτώσεις εφαρμογής.»»

Αυτά ανέφερε ο Πέτρος Εσταμπί, ένας όχι και τόσο στα καλά του, κατά γενικήν ομολογίαν πάντα (ομολογίαν την οποίαν δεν ενθυμούμαι τίνι τρόπω  επληροφορήθην), εκπεσών ευγενής -τόσο είχε πέσει χαμηλά, μάλιστα  εις βαθμόν τοιούτον, ό που τα γραφόμενά του αμέσως ο ορθογράφος του Γουόρντ τα κοκκίνιζε, ως διεδίδετο, διαδόσεις άτινας εξ ακροάσεως γνωρίζω και μάλιστα επισφαλούς. 

Δεν τα ανέφερε όλα ταύτα εις εμέ προσωπικώς. Διότι μου ήτο ως πρόσωπον, και παραμένει, άγνωστον. Και αυτό το ίδιο το ονοματεπώνυμόν του μού ήτο παντελώς ανοίκειον. Τα ανέφερε όλα αυτά εις έναν άλλον, μη γνώριμόν  μου, ο οποίος, όπως υποθέτω, διότι και αυτό δεν το λέγω μετά βεβαιότητος, ίσως τα κατέγραψε και τα απέθεσε ενυπόγραφα δια της του εν λόγω ευγενούς υπογραφής, (εάν βεβαίως πρόκειται περί πραγματικώς ευγενούς και περί αληθούς προσώπου, και ουχί περί πλαστογραφημένης υπογραφής και ανυπάρκτου προσώπου, κάτι το οποίον δεν είμαι εις θέσιν να ελέγξω),  εντός ενός ερμαρίου εις χώρον τον οποίον ουδόλως διαχειρίζομαι προσωπικώς, απλώς τυχαίως το ήνοιξα (το εν λόγω ερμάριον) και μάλιστα υπό την επήρειαν ελαχίστης ποσότητος οίνου, πάντοτε της πρεπούσης. Και ιδού και ο λόγος που δεν ενθυμούμαι τον χώρον τον περιλαμβάνοντα το ερμάριον περί ού ο λόγος. Διότι ο οίνος κατά κοινήν ομολογίαν, άλλων πάντα ομολογίαν, και μάλιστα πολλών ίσως, γενικώς βλάπτει. Και εφόσον γενικώς ίσως βλάπτει, βλάπτει και εμέ, έστω και δι΄αυτής της ολίγης πρεπούσης ποσότητος κατά την οποίαν τον καταναλώνω, η οποία, αύτη μικρά ποσότης, εφόσον πράγματι είναι μικρά, ως λέγουν οι ειδικοί μελετηταί της ωφελείας του οίνου,  ωφελεί. Εάν όμως σφάλλουν; 

Κυριακή, Οκτωβρίου 14, 2012

..............


"Μπορείς να κάνεις ένα διδακτορικό μουσικολογίας με αφορμή το συναίσθημα που ένιωσες ακούγοντας  ένα τραγούδι, αλλά ποτέ δεν θα μπορέσεις να ξανανιώσεις αυτό το συναίσθημα διαβάζοντας το διδακτορικό σου."

Η άμεση ερώτηση θα έπρεπε να είναι: γιατί οφείλω να νιώσω συναισθήματα διαβάζοντας ένα διδακτορικό; Ή έστω, γιατί οφείλω να νιώσω ίδιας ποιότητας συναισθήματα διαβάζοντας ένα διδακτορικό με τα συναισθήματα που ένιωσα και στάθηκαν αφορμή για να ξεκινήσω το διδακτορικό. Και κατ’ επέκτασιν με ποια μέθοδο φτιάχνονται οι ρήσεις;

Οι ρήσεις συνήθως είναι λογικές ταχυδακτυλουργίες. Αυτός βέβαια είναι ένας αφορισμός. Και οι αφορισμοί ουσιαστικά είναι ρήσεις. Διότι οι ρήσεις εγκυμονούν μάχες με αφορισμούς και οι αφορισμοί γεννούν μάχες με ρήσεις. 

Το μυστικό της τεχνουργίας,  βρίσκεται στην φράση «με αφορμή το συναίσθημα που ένιωσες». Αυτό αντί να στρέφει τον αναγνώστη της ρήσεως (η ακόμα χειρότερα τον ακροατή της) στο να αντιληφθεί την εξειδίκευση «εσύ ο συγκεκριμένος που το ένιωσες», λειτουργεί ταχυδακτυλουργικά. Επειδή όλοι [ως άνθρωποι] νιώθουμε συναισθήματα, μόλις διαβάσουμε την φράση «το συναίσθημα που ένιωσες» αμέσως ανατρέχουμε στο ενδόμυχο «και εμείς νιώθουμε συναισθήματα», και μάλιστα «ακούγοντας ένα τραγούδι». Το γεγονός ότι δεν είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε και ένα διδακτορικό εξ αφορμής ενός συναισθήματος που νιώσαμε ακούγοντας ένα  τραγούδι, μας κάνει να νιώσουμε αγαλλίαση από την διαβεβαίωση του ρήτορος ότι δεν πρόκειται διαβάζοντας το διδακτορικό που ποτέ δεν γράψαμε, να ξανανιώσουμε το συναίσθημα που θα καθίστατο αφορμή για να ξεκινήσουμε το διδακτορικό.




Κυριακή, Οκτωβρίου 07, 2012

Ζουζού, η δικαία κόλασις


Εάν αναζητούσαμε το ανάλογον οργιάζοντος φυτού της ζούγκλας αρχιτεκτόνημα, αυτό θα ήτο η πυλωτή. Ιδίως μια πυλωτή σαββατιάτικη φθινοπωρινή, πέντε η ώρα, ώρα χώνεψης επιφέρουσας νάρκην προσμενόμενην από Δευτέρας. Πέντε η ώρα λήξεως της κοινής ησυχίας, το λέει ο νόμος. Το ξέρουν και τα παιδάκια και οι γονείς που δίνουν τις άδειες ασυδοσίας. Τα σκασμένα το έχουν συμφωνήσει από τις δύο το μεσημέρι:
-Στις πέντε ακριβώς, κάτω, στην πυλωτή, μπάλα!!

Η Ζουζού ήταν τρίχρωμη: άσπρη το πιο πολύ, με στάμπες κανελιές και μαύρες. Όταν ψόφησε, όλα τα παιδάκια χαρήκαμε. Είχε επέλθει, επιτέλους ως θεία δίκη, η τιμωρία της κυρά-Μηλίτσας. Κάθε μπάλα που έπεφτε στο ημιυπόγειό της ήταν καταδικασμένη. Την έσκιζε και μας την πέταγε στο δρόμο - πλαφ-πλαφ, η καημένη η μπάλα άψυχη ίσα που κατρακυλούσε δυο μέτρα. Άλλοτε πάλι η μπάλα εκρατείτο όμηρος. Αντάλλαγμα διομολογήσεων: «δεν θα παίζουμε τα μεσημέρια» «θα παίζουμε χωρίς να φωνάζουμε», «θα πάμε πιο κάτω να παίξουμε». Με εντυπωσιάζει τώρα που το αναλογίζομαι, ότι ουδέποτε η κυρά-Μηλίτσα έθεσε ζήτημα ηθικότητος – της ήταν αδιάφορο αν οι φωνασκίες μας περιελάμβαναν ύβρεις.  Και παρότι η φάτσα της έφερνε στην κατηχήτριά μας, παγωμένη, ασπριδερή, οστεώδης, ένα μικρό κεφαλάκι με σουβλερή μύτη και σχιστά μάτια, άσπρη μαντήλα,  σχολαστική στα καθαρά σιδερωμένα ρούχα, συνδυασμός άσπρης πουκαμίσας με μακριά καφέ φούστα … αυτό που τις ξεχώριζε ήταν  στα χέρια της κυρα-Μηλίτσας αδιαλείπτως ένα κέντημα, ενώ στα χέρια της κατηχήτριάς μας, που την είχαμε και δασκάλα, ένας χάρακας για να μας τις βρέχει - το χειρότερο ήταν να φας τις χαρακιές, να σε βγάλει και έξω από την αίθουσα. Για λόγους φυσιογνωμιστικούς, ανέβαζα παλμούς εξώσεως από την τάξη, αν η μπάλα κατά την φοράν της πτώσεώς της προς το ημιυπόγειον της κυρα-Μηλίτσας, διέγραφε τον κίνδυνο να αγγίξει το κέντημα της. Αν το άγγιζε…. ούτε κατάρες, ούτε φωνές… Η κυρά-Μηλίτσα τα μάζευε και χωνόταν μέσα στο σπίτι. Όνειδος για τις μανάδες μας:
-Ελάτε αμέσως μέσα. Το παρακάνατε. Τσιμουδιά……

Μετά την πρώτη Ζουζού, ήρθε η άλλη Ζουζού. Το γεγονός ότι ήταν και αυτή άσπρη το πιο πολύ, με στάμπες κανελιές και μαύρες, μας έπεισε ότι η κυρά-Μηλίτσα ήταν μάγισσα. Κακός άνθρωπος. Άνθρωπος που παίρνει μπάλες και τις σκίζει. Πώς άλλωστε βρήκε ίδια ακριβώς γάτα;
Τι κι αν ήμουν παιδάκι παχουλό με χωριστρούλα τα μαλλιά. Όσο και να έπαιρνα το μισοκακόμοιρό μου, το ευγενές ύφος «κυρά-Μηλίτσα, σας παρακαλώ μας δίνετε την μπάλα», η κυρά-Μηλίτσα είχα την εντύπωση, ότι κοιτούσε το μπαλκόνι μας, το συνέκρινε με το ημιυπόγειό της και εκτελούσε  προειλημμένην  απόφαση. Πλαφ-πλαφ η μπάλα σκισμένη στα πόδια μου. «Να, για να μάθετε να μην παίζετε από τα άγρια μεσημέρια».

Απροόπτως, τι χαρά, πάτησε αυτοκίνητο την Ζουζού Β’. Πού στην ευχή βρέθηκε αυτοκίνητο να περάσει τον χωματόδρομο της Μαυρομιχάλη; Πέρσι στρώσανε άσφαλτο την Θεοτόκη και ακούγεται ότι φέτος, το αργότερο του χρόνου θα στρώσουνε άσφαλτο και τους παράδρομους. Θα χάσουμε όμως όλα τα παιχνίδια: να χτίζουμε σπιτάκια, να κάνουμε βουνά, να σκάβουμε λακούβες νύχτα και να τις σκεπάζουμε με κλαριά και χώμα για να πέσουνε μέσα οι γριές που πάνε τα ταψιά στο φούρνο.

Την Ζουζού Β’ διεδέχθη ο Ζωζός: άσπρος το πιο πολύ, με στάμπες κανελιές και μαύρες. Η Μαυρομιχάλη στρώθηκε με άσφαλτο, η οποία άσφαλτος απεδείχθη πολύτιμος κατά τας μιμήσεις μας των Πανευρωπαϊκών αγώνων του 1972. Στην φαντασία μας τρέχαμε πάνω σε αυτή τη νέα λέξη: το ταρτάν.  Αυτή τη φορά, η κυρά-Μηλίτσα πρόλαβε και έφυγε πρώτη. Τον Ζωζό ανέλαβε μια οικογένεια που επί χρόνια ενίσχυε την κυρά-Μηλίτσα αγοράζοντας τα κεντήματά της. Από ένα κοριτσάκι της οικογένειας αυτής,  μάθαμε ότι η κυρά-Μηλίτσα ήταν Λευκορωσίδα. Ίσως μάλιστα, πολύ-πολύ παλιά,  να τα είχε με κάποιον ρώσσο αξιωματικό και να χωρίστηκαν  λίγο μετά τον Πόλεμο. Μπορεί να είχαν κι ένα παιδί που χάθηκε μικρό ... ίσως ....  κι όπως και να 'χει θεωρώ χρέος μου, μετά από 40 χρόνια, στη μνήμη της, να αποδέχομαι αγογγύστως κάθε φασαρία μεσημεριανή προερχόμενη από παιδιά, ως δικαίαν κόλασιν. 

οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)