Παρασκευή, Μαρτίου 18, 2005

Περάσματα

Μια ώρα πριν,
ίσως μισή,
προτού η άνοιξη να ‘ρθεί,
περνούν απ’ το στενό μου
ζυγιά – ζυγιά
κιθάρα με ακκορνεόν,
αμάξι με σαμπγούφερ,
αυτοί οι άθλιοι κανταδόροι:
Οι αδίκως ατυχήσαντες
και οι αδίκως ευτυχήσαντες.

Εν τέλει,
πάντοτε και στην ώρα του
έρχεται
το άνθος,
με τον καημό στο χέρι.

Δευτέρα, Μαρτίου 14, 2005

ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΣΚΕΤΗ ΜΑΚΑΡΟΝΑΔΑ

ΥΛΙΚΑ
Γλώσσα δημώζουσα και παρηχούσα
μέτρον δεκαπεντασύλλαβον ιαμβικόν


ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Άμεση.

ΣΕΡΒΙΡΙΣΜΑ
Σε βαθύ μπλογκ


Τα πιάστρα τ' αλυχτόδετα με τους μακρυούς φορτάδες
ολονυχτίς τα γιορτινά σολεύγανε τα ρίκια,
τα ρίκια πού 'χαν δυο σβουρνιές σε κάθε μοσχοκάλι
και στα ζερβά μια σούργενα, βαρειά σα καμπαβέλλα.
-Ωρ' τί θωρρείς τη σούργενα, βαρειά σα καμπαβέλλα.
-Θωρρού τηνε που ναι βαρειά, και πραίνω της τ΄ αλέφι.
Του λόγου δεν απόσουσε, του λόγου δεν απόπε,
τρεις μπροστονοί του ρίχτηκαν κι οι τρεις ξεμπροστιασμένοι,
κι απ την πολλή τη μπροστισιά, σχόλασ' ο Νικολάκης.

.............κλπ

Το ανάλογο, πλην πρωτότυπο στην σύλληψη, έχει δημοσιευτεί σε ανάλεκτα του περιοδικού ΠΑΛΙ το 1976;. Αν θυμάμαι του ΑΜΠΑΤΖΗ-λάθος, του ΣΧΙΝΑ, με τίτλο Ο ΓΑΒΟΥΝΕΣ Ο ΜΑΜΟΥΝΕΣ ΚΙ Ο ΠΑΣΤΡΟΚΩΛΑΡΑΚΗΣ, αλλά μάθετε κάτι, οι νέοι αναγνώστες:
Ως νέοι, μη δανείζετε βιβλία σε άλλους νέους, γιατί ως γέροι δεν πρόκειται να τα έχετε και να, όπως εγώ σήμερα θα τα αναζητάτε........

Τώρα πια θυμάμαι τους δύο μόνο πρώτους στίχους:

Ο Γαβουνές, ο Μαμουνές κι ο Παστροκωλαράκις,
μες στο βουρκί του Μπιθουλιάν ολημερίς χλιχλίβαν..........

Σάββατο, Μαρτίου 12, 2005

Μαρτίου 12, του οσίου υμών πατρός Θεοφάνους του Ομολογητού του Γραπτού

Ο Θεοφάνης υπήρξε ομολογητής, εικονολάτρης. Τον ταλαιπώρησε ο Θεόφιλος ο αυτοκράτορας. Πέραν των διώξεων και της εξορίας, του χάραξαν στο μέτωπο με εγκαυστική το σημάδι του σταυρού, σημάδι ότι είναι εικονολάτρης και γι αυτό ονομάστηκε και γραπτός, δηλαδή ζωγραφισμένος, ειρωνικά αφού του ήρεσαν και αι εικόνες.
Αυτά θυμάμαι και δεν θυμάμαι πια αν είναι ακριβή, αλλά θυμάμαι να τα θυμάμαι κάθε Μαρτίου 12.
Πώς τα θυμάμαι:

Ο "Θεοφάνης ο Γραπτός",΄υπήρξε αντικείμενο πανεπιστημιακής εργασίας μου στο Β΄ έτος της Φιλοσοφικής, στο μάθημα της Βυζαντινής Φιλολογίας, ότε τα ζώα φωνήν είχον, το 1978. Για να μην παραβώ το νόμο περί προσωπικών δεδομένων δεν σας αποκαλύπτω τον καθηγητή της έδρας, άλλωστε εγώ είχα να κάνω με τον ωραιοπαθή βοηθό του, του οποίου το όνομα μού ήταν άγνωστο και τότε-μάλλον δεν μου φαινόταν χρήσιμο να το συγκρατώ. Η εργασία μου απερρίφθη, ως μη επιστημονική και μεταξύ μας χέστηκα. Το μόνο που θα κέρδιζα ήταν μέσω αυτής της εργασίας να μου επιτρεπόταν να συμμετάσχω στη εξεταστική του Ιουνίου. Το έδωσα το μάθημα στην εξεταστική του Σεπτεμβρίου και το πέρασα.

Αντιθέτως συγκρατώ ακόμα το όνομα μιας "θεωρητικοτάτης" συμφοιτητρίας μου, της Ε. Αυτή με συνάντησε τυχαία μετά από χρόνια.
-Τι κάνεις, που βρίσκεσαι κλπ.
-Τι κάνεις, που βρίσκεσαι κλπ.

Τελείωνε τη σχολή και ήδη είχε προετοιμάσει τις άκρες για διδακτορικό στη Γαλλία. Της έλειπε μόνο μια διπλωματική εργασία στην Βυζαντινή φιλολογία, για να πάρει το πτυχίο της.
-Και τί θέμα έχεις βρε Ε.;
-Για τον Θεοφάνη τον Γραπτό.
-Α, κι εγώ το είχα αυτό το θέμα στο Β΄ έτος, εργασία προκριματική, αλλά ατύχησα.
-Μπορείς να μου το δώσεις, θα με βοηθήσει γιατί πνίγομαι ξέρεις, ετοιμάζομαι και για το εξωτερικό.

Αποβλέπων σε δευτέρα συνάντηση, άνευ όμως άλλης προσδοκίας, της παρέδωσα το πρωτότυπο χειρόγραφό μου (sic), γιατί ούτε για φωτοτυπίες δεν ήθελα να ξοδέψω. Τριάντα σελίδες εργασία γραμμένες με τα χεράκια μου με πέννα, σε τεράστιες κόλλες κομμένες από ένα μεγάλων διαστάσεων βιβλιόδετο τετράδιο (πάλι sic), απ' αυτά που χρησιμοποιούσε ο πατέρας μου για να κρατάει το ημερολόγιο καταστρώματος, όταν ήταν καπετάνιος.

Πήρε την εργασία, με την υπόσχεσή ότι θα μου την επιστρέψει και βεβαίως εγώ ήξερα ότι δεν επρόκειτο να ξαναδώ ούτε την Ε., ούτε την εργασία μου.

Κατέθεσε, όπως πληροφορήθηκα από κουτσομπόλα παλιά συμφοιτήτρια και τότε εκκολαπτομένη βοηθό, κατέθεσε, λοιπόν την εργασία αυτούσια, το χειρόγραφό μου το ίδιο. Και φυσικά έγινε αποδεκτή από τον ωραιοπαθή λέκτορα πλέον, και πήγε στη Γαλλία, και διδακτορικό πήρε, και την ξανασυνάντησα μετά από χρόνια πάλι τυχαία. Κι όποτε τυχαία συναντιόμαστε, εδώ το 'χω αλλά δεν της το λέω.
Γιατί αν της το πω, αυτό που θέλω να της πω, να "της την πω" καλύτερα, τί θα έχω να θυμάμαι όταν έρχεται η Μαρτίου 12;


GEORGIOS XOIROVOSKOS by Bereketis Posted by Hello

Προς Αγαπητόν Γεώργιον Χοιροβοσκόν

Γράφω στο δικό μου μπλόγκ, γιατί είναι αδύνατον να σου γράψω comment στο δικό σου. Επίσης δεν μπορώ να δώ κανένα άλλο comment. Δες αν φταίει κάτι στις ρυθμίσεις.

Ο Αρτέμης Κουκουζέλης, μου επέστησε την προσοχή, ότι η απάντησή μου στην ερώτησή σου περί του ρητού του Χρυσοστόμου, ήταν κοφτή και ίσως επιθετική. Όχι όμως. Αυτό είναι το κακό, η το καλό με τα μπλόγκς. Ξέρεις έχω σχηματίσει την εικόνα της φυσιογνωμίας σου, όπως και των άλλων μπλόγκερ και σχολιαστών, και όταν σε διαβάζω ή σου γράφω το κάνω εν είδη διαλόγου άμεσου. Λοιπόν όταν σου απαντούσα είχαμε μια πάρα πολύ γλυκιά κουβέντα και απάντησα με υπομειδίαμα και μετά έβαλες τα γέλια.
Αλλά ο Κουκουζέλης που είναι εικονομάχος με υποχρεώνει να διευκρινίσω.
Λοιπόν το κάνω:
Κυριολεκτούσα. Τις ρήσεις αυτές, όπως του Χρυσοστόμου, έχω την εντύπωση ότι οι διάφοροι σοφοί παρότι τις διατυπώνουν σε πληθυντικό, ουσιαστικά τις απευθύνουν ατομικά. Και δεν μπορεί κάποιος από μας να αναλάβει να απαντήσει εκ μέρους όλων, δηλαδή στο γενικό "εγώ πιστεύω, ότι μπλα μπλα, εμείς όλοι μπλα μπλα, έτσι θα έπρεπε μπλα μπλα, και αυτό εννοούσε μπλα μπλα, άρα και εγώ όπως όλοι, και μάλλον βρίσκομαι καλύτερα από πολλούς άλλους που βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση μπλα μπλα, λυπήσου με Θεούλη μου που είμαι τι καλό παιδί".

Σημειωτέον δε, επειδή μας διαβάζουν κι άλλοι: Μάλλον νιώθω αγνωστικιστής και μάλλον αισθητικώς με ενδιαφέρουν τα σχετικά και τα παρεμφερή αυτών ζητήματα.

προς επιτιτλισμόν

Το άωλον ερατίζω
και περινίβεται η βίνη μου
στο φάλος των ημενών.

Ο ορινίζων στεύει
απο τους ολοφρυγμούς:
"Οι Βάρδαλοι, οι Βάρδαλοι....".

(Μόνον σας παρακαλώ, μην το ονομάσετε "ΒΑΟ, ΓΑΟ, ΔΑΟ", διότι τον τίτλον αυτόν τον έχει κατοχυρώσει ο Λαπαθιώτης, όπως άλλωστε και το στυλ, αλλά δεν με πειράζει να αντιγράφω άμα δεν πουλάω και άμα είναι για να γελάω. Εγώ το είχα ονομάσει: ΚΑΣΤΡΟΤΑΦΗ).

Πέμπτη, Μαρτίου 10, 2005

ΜΙΑ ΜΑΚΑΡΟΝΑΔΑ ΣΚΕΤΟ ΠΟΙΗΜΑ

ΥΛΙΚΑ για ένα πακέτο

1 πακέτο μακαρόνια τα πιο ψιλά, να προσομοιάζουν τα κινέζικα νουγκλς (Νο 1 στα Μπαρίλα, 12 στα Μίσκο, ή αντιστρόφως - δε θυμάμαι).
1 κολοκύθι.
4 πιπεριές κέρατα διαφέρουσες ως προς το χρώμα (κόκκινη, πράσινη, κίτρινη, πορτοκαλιά).
2 καρότα.
2 μάτσα ρόκα
Παρμεζάνα τριμμένη και παρμεζάνα άτριφτη.

ΕΚΤΕΛΕΣΗ (δημοσία)

Βράζουμε τα μακαρόνια, ως κατωτέρω αναφέρομαι σε σχετική καταχώρηση. Πριν τα κατεβάσουμε κρατάμε ένα ποτήρι από το νερό τους.
Ψιλοκόβουμε τα κηπευτικά μας (όχι βέβαια τη ρόκα) σαν μπατονέτες, κατα μήκος, έτσι που να μοιάζουν κι αυτά με μακαρόνια.
Τα ρίχνουμε σε ανίλαδο τηγάνι και προσθέτουμε το νερό των μακαρονιών. Τα αφήνουμε να βράσουν και να πιούν το νεράκι και εν τω μεταξύ:
Μαδάμε το ένα μάτσο ρόκα και το κρατάμε στην άκρη. Τα κοτσάνια που περίσσεψαν και όλο το άλλο μάτσο ρόκα τα ψιλοκόβουμε.
Τα κηπευτικά μας έχουν πιη το νεράκι τους και τότε ρίχουμε λάδι να τηγανιστούν. Μόλις αρπάξουν ρίχνουμε την ψιλοκομμένη ρόκα και μαζί, λίγο κάρυ, τρία πιπέρια και μπούκοβο, βασιλικό και ρίγανη. Σβύνουμε με κρασί, άσπρο αρωματικό π.χ. Λήμνος να ναι και φθηνό.
Μετά ρίχνουμε μπόλικη σάλτσα σόγιας και σας υπενθυμίζω μη διανοηθείτε να προσθέσετε αλάτι, η σάλτσα σόγιας είναι ήδη πολύ αλμυρή. Κατεβάζουμε.
Τα μακαρόνια μας έχουν ψιλοκρυώσει. Ρίχνουμε λάδι από πάνω τους και τα ανακατεύουμε με το χέρι μας να πάει το λάδι παντού. Σε ένα τσουκάλι (προφανώς στο ίδιο που χρησιμοποιήσαμε) ρίχνουμε τα μακαρόνια και το παρασκεύασμα μας και ανακατεύουμε. Αν τα μακαρόνια δεν πάρουν όλα αυτό το υποκαφετί χρώμα της σάλτσας σόγιας, προσθέτουμε λίγο ακόμα.

ΣΕΡΒΙΡΙΣΜΑ

Σε βαθύ μπωλ σαλάτας. Μία στρώση μακαρόνια, πασπάλισμα με τριμένη παρμεζάνα, κι από πάνω ρόκα μαδημένη. Δεύτερη στρώση μακαρόνια και το αυτό. Τρίτη στρώση και τελευταία μακαρόνια, από πάνω ρόκα μαδημένη έτσι που να τα καλύψει και από πάνω παρμεζάνα κομμένη φλούδες (με τον ειδικό φλουδοκόφτη). Αφήνουμε το πιάτο να κρυώσει για μισή με μία ώρα, διότι ξέχασα να σας πω, ότι πρόκειται περί σαλάτας μάλλον παρά περί μακαρονάδας.
Μόλις κρυώσει (σε φυσικό περιβάλλον, όχι κομπίνες με ψυγείο, θα βουτυρωθεί το λάδι), ρίχνουμε παρθένο λάδι ή καλύτερα αγουρέλαιο από πάνω. Θα δώσει μυρωδιά. Ραντίζουμε με μπαλσάμικο και ............. με Σαμιώτικο γλυκό κρασί.

Φροντίζουμε να έχουμε παγώσει ένα Σαμιώτικο κρασί και πριν φάμε πίνουμε ένα σφηνάκι.
Η μακαρονάδα_σκέτο_ποίημα τρώγεται και μόνη της και ως συνοδευτικό. Μόνη της θέλει το κρασί με το οποίο σβύσαμε, ή και ροζέ αγορείτικο.

Σε επόμενη καταχώρηση επιφυλάσσομαι για ένα ποίημα σκέτη μακαρονάδα........

Δευτέρα, Μαρτίου 07, 2005

ΜΙΚΡΟΝ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΝ ΠΕΡΙ ΙΣΟΤΗΤΟΣ

Κατ' αρχάς καλωσορίζω τον ευγενικό Γεώργιο Χοιροβοσκό.

Η ισότης, (των δύο φύλων, περί της οποίας ωμίλησες), είναι μάλλον θέμα θεολογικής γεωμετρίας:
Ο Θεός είναι πανταχού παρών. Άρα, απέχοντας μηδενικήν απόστασιν εξ όλων των όντων, απέχει εξ ίσου όλων των όντων. Ως εκ τούτου, όλα τα όντα, άρα και οι άνδρες και αι γυναίκες, ως απέχοντα εξ ίσου από τον Θεόν, μετέχουν της εννοίας της ισότητος δια της αποστάσεώς των από τον Θεόν.

Με αυτά και μ' αυτά μπορούσαν να περάσουν την ώρα τους μεσαιωνικοί θεολογίζοντες μαθηματικοί, ή μαθηματικίζοντες θεολόγοι.

Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στο ότι οι λογικές αυτές ακολουθίες στερούνται...λογικής. Το πρόβλημα βρίσκεται στο ότι είναι λογοτεχνικά στεγνές. Ενδιαφέρουσες, γίνονται μόνον ως κοσμολογικές θεωρίες, εκπεφρασμένες με κομψό μαθηματικό τρόπο, του οποίου τον απόηχο παπαγαλίζουμε λέγοντας: Έψιλον ίσον εμ επί σε τετράγωνο.
Πιστεύω, ότι η ισότης, μόνον ως μαθηματική έννοια είναι καλαίσθητη. Και λέω "πιστεύω", επειδή δεν γνωρίζω μαθηματικά. Το έχω ακούσει όμως να το λένε...........

Πέμπτη, Μαρτίου 03, 2005

ΠΩΣ ΦΤΙΑΧΝΟΥΜΕ ΤΑ ΜΑΚΑΡΟΝΙΑ

Από πού φαίνεται ο σεφ; Από το πώς φτιάχνει τα μακαρόνια.
Ένα σύνηθες πρόβλημα με τις μακαρονάδες είναι ότι όλοι δίνουν συνταγή για σάλτσες και κανείς για το πώς να μαγειρέψεις τα ίδια τα μακαρόνια.
Υπερόπτες σεφ.

Τα μακαρόνια είναι τίμια. Κυριολεκτικά. Κάποιοι τα ετυμολογούν από την λέξη μάκαρ. Και αιτιολογούν την ετυμολογία από το γεγονός ότι στην Magna Grecia τα μακαρόνια υπήρξαν, λέει, επιμνημόσυνος τροφή. Κόλλυβα.

Λοιπόν, τα μακαρόνια θέλουν όσο – ακριβώς – βράσιμο προβλέπει η παρασκευάστρια εταιρία. Μην ξεχάσετε πριν τον βρασμό να ρίξετε μια κουταλιά της σούπας αλάτι, αν και αυτό το θεωρώ ταμπού, είτε ρίξετε, είτε όχι, ουδεμία σημασία έχει. Σημασία έχει ο λιπασμός. Όχι βούτυρα, φυτίνες, κρέμες και ασυδοσίες. Λαδάκι. Αλλά πότε;
Όταν βράσουν, μισοστραγγίζουμε και αφήνουμε λίγο νεράκι μες στο τσουκάλι με τα μακαρόνια και ρίχνουμε το λάδι, με το μάτι, αλλά όχι πάνω από πέντε κουταλιές. Ανακατέβουμε, με την ξύλινη πηρούνα και στραγγίζουμε τελικά.
Από ‘ δω και πέρα εξαρτάται από τη σάλτσα, το πώς θα συμπεριφερθούμε.
Αν η σάλτσα έχει λιπαρά καθόμαστε φρόνιμα. Αν πάλι η σάλτσα έχει λίγα, έως καθόλου λιπαρά (σε επόμενο μάθημα θα σας μιλήσω περί αυτών), τότε ρίχνουμε λίγο λαδάκι ωμό από πάνω.
Έτσι φτιάχνονται τα ωραία μακαρόνια, όπως αυτό το ποίημα:


ΑΓΑΘΕΣ ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ

Τα βλέφαρα
εθήλαζαν το φως
και οι σκιές
ανέπτυσαν
το λάγνο άρωμά τους,
έθαλλαν και ελίσσονταν τα πόδια
αποκαλύπτοντας καλλίγραμμες
θεσπέσιες υποσχέσεις….

Κάποιες στιγμές
η οχλαγωγία
ορμούσε πεινασμένη,
γιατί πανάρχαια λεία της
είναι η ένταση,
την ώρα
που αμέριμνη πίνει νερό
από τα διψασμένα βλέμματα.

Τότε κι ο χρόνος
αποδρά μέσα απ’ τους τοίχους,
εντείνοντας τη δύναμη
της προσμονής.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 25, 2005

ΓΛΕΝΤΖΕΔΙΚΟ ΓΙΑΟΥΡΤΙ

Αφού μετά από ένα αυτογκάλοπ αντιλήφθηκα ότι τα περισσότερα σχόλια τα παίρνω με τις άθλιες συνταγές μου, θα το ρίξω στις συνταγές......(τόσα ποιήματα ούτε μία comment).

ΓΛΕΝΤΖΕΔΙΚΟ ΓΙΑΟΥΡΤΙ

Πάντα έχουμε στο ψυγείο μας γιαούρτια με χαμηλά λιπαρά προσδοκώντας την ημέρα της φώτισής μας, αλλά εν τω μεταξύ παραγγέλνουμε σουβλάκια. Τα καημένα τα γιαουρτάκια, περιμένουν υπομονετικά την ημερομηνία λήξης των, αποβλέποντας σε μία σεμνή τελετή απόρριψής τους στον κάδο. Εμείς όμως τους χαρίζουμε μερικές μέρες ακόμα διαμονής σε δροσερό περιβάλλον, αφενός διότι το κατοχικό σύνδρομο έχει περάσει και στις νεώτερες γενιές εν είδη τικ, αφετέρου διότι τους 'εχουμε προσδώσει υπόσταση συμβολική. Οπότε τα πετάμε αφού αγοράσουμε καινούργια, για να μην πιάνουν τάχα τόπο στο ψυγείο.
Στην σπάνια εκείνη περίπτωση που αντιληφθούμε εγκαίρως ότι αύριο λήγουν τα γιαούρτια μας, αλλά δεν έχουμε ακόμα ορίσει την ημερομηνία έναρξης της δίαιτάς μας, μπορούμε να πράξουμε τα εξής, υπό την προυπόθεση ότι ρε διάολε δεν έχουμε μόνο γιαούρτια στο σπίτι μας.

ΥΛΙΚΑ
γιαούρτια προς λήξιν
κέτσαπ, μουστάρδα, μαγιονέζα
λάδι
διάφορα άλλα (σκόρδα, κρεμμύδια, βασιλικός, ρίγανη, πιπέρια)
μία ντομάτα (του κερατά)
πουμαρό
τουρσάκια

ΕΚΤΕΛΕΣΗ

Τα γιαούρτια σε μια γαβάθα, ψιλοκομμένο το σκόρδο και το κρεμμύδι σε κυβάκια του ενός χιλιοστού.
Ρίχνουμε το λάδι, μπόλικο και ανακατεύουμε. Μετά λίγο μουστάρδα, λίγο κέτσαπ, λίγο μαγιονέζα και ξαναανακατεύουμε. Μετά ρίχνουμε το βασιλικό και τη ρίγανη και ξαναανακατεύουμε. Θα μπορούσαμε βέβαια όλα αυτά να τα είχαμε ρίξει από την αρχή μαζί στη γαβάθα και να τα ανακατεύαμε όλα μαζί, αλλά δεν θα είχε στυλ σεφ.

Χοντροκόβουμε την ντομάτα σε ροδέλες και την τηγανίζουμε στο λάδι με τα λάτια της τα πιπέρια της και τα μυρωδικά της. Πάει κι αυτό.
Εν συνεχεία παίρνουμε ψωμί (ξέρω ότι μόνο του τοστ έχετε) και το τηγανίζουμε στο ίδιο λάδι με αυτό της ντομάτας.

Μετά ρίχνουμε λίγο πουμαρό στο τηγάνι, με λίγο λαδάκι, βασιλικό και κρασάκι και φτιάχουμε μαι υποτυπώδη σαλτσούλα. Αλλά αν βρεθεί ροκφόρ ζων και αναπνέον, μη διστάσετε ρίχτε λίγο στην σαλτσούλα, να λιώσει και να την νοστιμίσει.

Τελευταίο κολπάκι. Αν περισσεύει ροκφόρ (μπλου τσιζ δηλαδή γιατί το ροκφόρ κάνει 30 ευρώ το κιλό) μπείτε στον εξής πειρασμό. Κόφτε το σε κυβάκια των 2 εκατοστών του μέτρου και τηγανίστε το σε ξερό τηγάνι. Γίνεται τραγανό και θα μας χρησιμέψει για γαρνιτούρα.

ΣΕΡΒΙΡΙΣΜΑ

Σε πιάτα ατομικά από κάτω το τηγανισμένο ψωμί του τοστ. Από πάνω μια ροδέλα ντομάτα. Από πάνω το γιαουρτάκι της γαβάθας, από πάνω η σαλτσούλα να κολυμπά στο γιαουρτάκι, γύρω γύρω τα ροκφοράκια και στο άσπρο του πιάτου, όπως οι βυζαντινοί έγραφαν της σημειώσεις των στις ώες (δηλαδή στα περιθώρια των χειρογράφων) ρίχτε πιπέρια και βοτάνια. Ωραίο είναι ένα φυλλαράκι φρέσκος βασιλικός στη μέση της σάλτσας για διακόσμιση. Τα τουρσάκια γύρω γύρω.
Έχετε βασιλικό σε γλάστρα; Υπάρχουν και χειμωνιάτικοι.

Πάει με ρακή, ή βότκα. Καίγεσαι και δροσίζεσαι........

Σάββατο, Φεβρουαρίου 19, 2005


TO OPION Posted by Hello

αποφθεγματάκι

Το "όριον της φτώχειας", ευρίσκεται μεταξύ αισθήματος και συναισθήματος. Διότι ο φτωχός το αισθάνεται, ενώ ο πλούσιος το συναισθάνεται.

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 16, 2005

ΑΧΤΑΡΜΑΔΑΚΙ

κ α λ ή σ υ ν τ α γ ή ε ν α π ο γ ν ώ σ ε ι

ΥΛΙΚΑ
Οτιδήποτε στερεό και ήδη μαγειρεμένο στο ψυγείο μας, καθώς και περισσεύματα σαλάτας.
Π.χ. πατάτες γιαχνί, σπανακόρυζο, λίγο κοκκινιστό, σουβλάκι εκ παραγγελίας (εννοώ τυλιχτό, με τα σέα και τα μέα και τα τζατζίκια), ολίγη χωριάτικη, καθώς και ότι ψιλολόι μαρούλι, λάχανο. Επίσης δεκτά ήδη βρασμένα μακαρόνια και ρύζι παντιοτρόπως μαγειρεμένο, επίσης και όσπρια.

ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Ψιλοκόβουμε όλα τα υλικά, ακόμα και τα ήδη ψιλοκομμένα.
Όλα στο τηγάνι, αφού έχει κάψει (μεταξύ των υλικών του αχταρμαδακίου σίγουρα υπάρχουν και κάποια λιπαρά, άρα δεν λαδώνουμε πριν). Λίγο κρασάκι, τάχα για σβύσιμο και για "σεφάρισμα", διότι είμεθα σεφ. Δεκτή και η ρετσίνα Κουρτάκη. Μια και βάλαμε κρασί ρίχνουμε και ένα φύλλο δάφνης αν έχουμε. Το μυστικό είναι η απόγνωσή μας και η διάθεση δημιουργίας.
Επίσης ένα άλλο μυστικό είναι η δια των μπαχαρικών πολιτισμική ισοπέδωση.
Κάρυ, όλων των χρωμάτων πιπέρι, πιπερόρριζα, σκόρδο ξερό (λίγο, διότι είμεθα σεφ), και από βοτάνια βασιλικό και ρίγανη. Ο καλός ο δήθεν σεφ, έχει απ' όλα τα μπαχάρια.
(Εν τω μεταξύ, μην το ξεχνάτε, όλα αυτά τηγανίζονται και όσο καθυστερείτε, τόσο αναβαίνουν τα λιπαρά που θα προσλάβετε τρώγοντας το αποτέλεσμα).

Και τώρα το κολπάκι: σάλτσα σόγιας.
Χρώμα και μυρωδιές εξωτικές και πλήρης ομογενοποίησις.

ΣΕΡΒΙΡΙΣΜΑ
Πάει πολύ σε πιατέλλα. Στη μέση το αχταρμαδάκι.
Γύρω-γύρω τώρα: Αν έχουμε ψωμί το κόβουμε φετούλες ψιλές σα χαρτί και το περνάμε από το τηγάνι να καψαλιστεί, και μετά το στολίζουμε αφού το κόψουμε σε ημισελήνους, γύρω-γύρω στην πιατέλα.
Επειδή μάλλον έχουμε παρασκευάσει κάτι το επισφαλές, καταφεύγουμε σε ενδιάμεσους ασφαλείς στολισμούς που παίζουν τις σως, ήτοι, κομπαλάκια μουστάρδας, κέτσαπ και μαγιονέζας. Για άλλοθι διακόπτουμε την ακολουθία με κόμπους γιαουρτιού 1,5% λιπαρά.

Πολύ ιν είναι το αχταρμαδάκι-όχι τα περίγυρα- να το σκεπάσουμε με ρόκα και παρμεζάνα, εγώ φροντίζω να έχω πάντα.

Συνοδεύεται με ΚΑΠΝΙΑ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΛΗ. Τηλέφωνα επικοινωνίας 166 και βάλε......

ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ
Το εν λόγω φαγητό, θεωρείται ιδιαιτέρως ερωτικό, διότι ο λόγος παρασκευής του, είναι σίγουρα ένα άλλο πρόσωπο. Κανείς δεν θα ήθελε να κάνει τέτοιο κακό μόνο για τον εαυτό του.



Δευτέρα, Φεβρουαρίου 14, 2005

ΚΥΡΙΑΚΗ ή ο Φωκάς είναι της μόδας, (αλλά το κείμενο απευθύνεται προσωπικά....)

Αντιλέγω σοι, Κουκουζέλη, (με τη σημασία του "απαντώ"), ως ο όχλος (vulgus) τω Φωκά:

"Πάλιν τον καύκον έπιας, πάλιν τον νουν απώλεσας".

Ο Φωκάς, ουδεμίαν σχέσιν έχων μετά του λαμπρού Νικηφόρου, ο Φωκάς σκέτο, υπήρξε ο μακροβιότερος αυτοκράτωρ κατά την εποχήν της αναρχίας μεταξύ Ιουστινιανού και Ηρακλείτου. Βασίλευσε οχτώ χρονάκια ολάκερα το υποκείμενον. Μέθυσος, καθάριζε τους αντιπάλους με το "ψεκάστε". Σχεδόν επέτυχε σύγχρονοί του ιστορικοί να του το κολλήσουν "Φωκάς ο Μέθυσος", αλλά φαίνεται ότι ο κατά πολύ μεταγενέστερός του Μιχαήλ ο Δ', υπερέβαλε αυτόν και η ιστορία μόνον αυτόν επισήμως ως μέθυσον γνωρίζει (αν και οι βυζαντινοί ιστορικοί είχαν κλίκες και κάνανε φίρμα όποιον γουστάριζαν, άσε που δεν είχε εφευρεθεί η τυπογραφία και η αναπαραγωγή χειρογράφων γινόταν στα μοναστήρια, άρα ήταν και λίγο θέμα κυκλοφορίας).

Γιατί τα (στα) λέω όλα αυτά;
Σα πιωμένος μου φάνηκες, τεσσεράμισι το μεσημέρι, έκανες ένα ορθογραφικό λάθος -πράγμα πρωτόφαντο-στο κομμάντ.... (Αφορμή, τάχα, για να γράψω.).

Ο Φωκάς, συχνά πιωμένος, έβγαζε λόγους στον ιππόδρομο. Ο vulgus τον περιλάβαινε με το στιχάκι που παρέθεσα. Μας τό 'χε ΄πεί ένας καθηγητής, μέγας βυζαντινολόγος, καλή του ώρα.
Τον είχα συναντήσει, σ' ένα καφενείο είκοσι χρόνια μετά το γυμνάσιο ( το εξατάξιο, αλλά δεν έχει σημασία, για όσους δεν το ξέρουν είμαι σαράντα έξι, να τα εκατοστήσω, ευχαριστώ). Κάπως θλιμμένος ήτανε κι είπα πως θα χαρεί, αν ένας παλιός του μαθητής τον χαιρετήσει. Τον χαιρέτησα. Δε με θυμόταν. Μετά από μέρες, περνώντας από το αυτό καφενείο τον ξανάδα. Τον ξαναχαιρέτησα. Περνώ συχνά, από αυτό το καφενείο. Δεν τον ξανάδα. Ξέρω ότι ζει, όπως ξέρω, ότι εξ αιτίας ενός ενοχλητικού παλιού του μαθητή, άλλαξε καφενείο...

Καύκο ονόμαζαν το κύπελλο που πίναν οι μέθυσοι το κρασί. Ίδια ρίζα με το καύκαλο, ίσως είχε και το σχήμα του - θυμίζω ότι θρυλείται για τον Κρούμο, τον βασιλεά των βουλγάρων, ότι έπινε κρασία από τα καύκαλα των εχθρών του. Ίσως, όμως και ο "καύκος" να ήταν ένα είδος μεζούρας, όπως λέμε μια "οκά". (Θα ψάξω στον Κουκουλέ και θα επανέλθω).

Το γεγονός είναι ότι τά 'χω τσούξει κι εγώ λίγο, Κυριακή.....

Κυριακή, Φεβρουαρίου 13, 2005

DIALOGO DELLA MUSICA ANTIQUA ET DELLA MODERNA


VINCENTIO GALILEI Posted by Hello

Σχόλιον επί του σχολίου5 εις το "περί ψευδωνυμίας", ή περί βαρετών βυζαντινών λογίων.
Ο Ιωάννης Κουκουζέλης ο μαΐστωρ και ο Πέτρος Μπερεκέτης ο γλυκύς, ων τα επωνύμια δάνεια των ημών ψευδωνύμων, υπήρξαν και εισέτι θεωρούνται και θαυμάζονται, ουχί ως λόγιοι υπό την τρέχουσαν έννοιαν, αλλ' ως υψίτεχνοι μελουργοί, του 12ου και του 17ου αιώνος αντιστοίχως, αιώνας ακμής δια την βυζαντινήν και μεταβυζαντινήν μουσικήν. Επιπλέον δε, τοιαύτην την σχέσιν έχουσιν μετά του γνωστού αστρονόμου και ερευνητού Γαλιλαίου, την επαγγελματικήν συνάφειαν μετά του πατρός αυτού Βικεντίου Γαλιλαίου, όστις υπήρξε μέσος αυτών, λαουτίστας και συνθέτης, ζήσας εν Φλωρεντία της Ιταλίας μεταξύ του χιλίου πεντακοσιοστού εικοστού και του χιλίου πεντακοσιοστού ενενηκοστού πρώτου μετά Χριστόν έτους.
Αλλά ας θέσω και το ερώτημα: Εις ποίους βαρετούς λογίους οφείλεται η δυτική αναγέννηση, επομένη δύο και πλέον αιώνων της ανατολικής;
Ταύτα, βραχέως.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 08, 2005

ΠΕΡΙ ΓΝΑΘΟΥ 1


Καθώς αναζητούσε
στον Παρνασσό ορειβάτης
ο όμιλος των ποιητών τη γλώσσα,
ευρέθη αιφνιδίως
εν μέσω κυνοδόντων,
κοπτήρων και γομφίων
και τραπεζιτών.
Εδόθη μάχη φονική
και έπεσαν μέχρις ενός.
Βαρύς χειμώνας σκέπασε τις χλαίνες τους,
αιώνια περιφρόνηση,
δίκαιη ανταμοιβή
για την πενία τους.

Το σούρουπο,
απλώθηκε στις ράχες
νωχελικός σκοπός από κουδούνια.
Κατέβαιναν στα χειμαδιά
τα ζωντανά τα έρμα,
ξοπίσω σέρνωντας
την πάχνη και το το χιόνι
-ώρα το γνέσιμο να πιάσουν οι γρηές
κι ο χρόνος ν’ αποκοιμηθεί.

Εκ παραλλήλου,
εντός ψυχρού ιατρείου
με υπόφαιους τοίχους,
ο οδοντίατρος
διέγνωσε:
“μόλυνσις, επιμόλυνσις,
κύστις και οίδημα
ίσως και φλεγμονή”.

(Παλιά τους έλεγαν αλμπάνηδες,
γιατί προτίστως ήτανε κουρείς-
τρισάθλια φάρμακα,
εμπόριο βρεφών,
άσπλαχνες μάνες,
κοντά κι οι δικηγόροι)

Κι ακόμα πιο τρισάθλιοι
οι φρονιμίται,
το "μεταξύ της αχρηστείας και του πόνου".

-Τι άραγες υπενθυμίζουν;

Η νιότη θα χαθεί,
ο μαρασμός
είναι το μέλλον των ανθέων,
την ηρεμίαν διαδέχεται
η τρικυμία
και τούμπαλιν.

Μεταξύ μας,
η εξαγωγή οδόντων,
ίσως επέλυε
το χρόνιον πρόβλημα
της εθνικής οικονομίας.





Κυριακή, Ιανουαρίου 30, 2005

ΕΠΙ ΠΛΕΟΝ ΔΕ.....

.....ο Σολωμός, όταν του τελείωνε το πιοτό , έπινε κολώνια. Είχα έναν συμφοιτητή, τώρα μοναχό, που ήταν ποιητής στις διαθέσεις, έγραφε κιόλας. Παχουλούτσικος και τώρα λόγω μοναχισμού τετράπαχος. Αυτός μου μίλησε γι αυτή την "μέθοδο υστάτης καταφυγής" του αλκοολικού Σολωμού. Είχε δε σκεφτεί το εξής κόλπο, (ο φίλος μου) :
Έπινε κολώνια και περίμενε να γίνει ποιητής, ίσως και εθνικός. Μόνο τόσο απόλυτοι άνθρωποι, πιστεύω, μπορούν να στραφούν στον μοναχισμό. Εγώ, αν γίνω λίγο ποιητής, δεν χρειάζεται να προσπαθήσω πολύ για να γίνω εθνικός. Είμαι ήδη. Και μάλιστα Εθνικός Πειραιώς.


Παρασκευή, Ιανουαρίου 28, 2005

ΕΚ ΤΟΥ ΠΡΟΧΕΙΡΟΥ

Είναι 12 και 29, μεσάνυχτα. Δίνω περιθώριο μέχρι τις μιάμισι για να γράψω κάτι, επειδή δεν πρέπει να πάει τσάμπα το ουισκάκι.
Το να γράφω απευθείας στο καλό, ήταν ένα εγχείρημα τακτικό της μαθητικής μου ηλικίας, που με ακολουθεί ως τώρα. Νόμιζα, τότε, ότι εξοικονομούσα χρόνο, αλλά έλιωνα τις γόμες. Τώρα, πληρώνω τον κοσμοτέ, μιας και γράφω ονλάιν, αλλά ευτυχώς εφευρέθηκε το μπακσπέις και το ντηλήτ. Και δυστυχώς, είμαι εκ φύσεως ανορθόγραφος και το γραφτήρι του μπλόγκ δεν έχει ορθογράφο, οπότε θα εκτεθώ.
Αλλά και μουσικά έργα έχω γράψει πολλά, σχεδόν όλα μου, χωρίς πρόχειρο. Να μου πεις, αν ήθελα να χτενίζω (κείμενα, μουσικά και μη) θα είχα γίνει κομμωτής (κειμένων, μουσικών και μη).
Τώρα μόλις την έκανα τη μαλακία....Φύσηξα να διώξω τη σκόνη από το γραφείο, αλλά το φύσημα σκόρπισε τις στάχτες απ' το τασάκι..., όχι, ευτυχώς δεν πέσανε στο ουίσκι. Τη γλίτωσα. Ξαναφυσάω και η καθαριότητα της νύφης επετελέσθη.
Λοιπόν, μάλλον φοβάμαι να λειτουργώ εκ του προχείρου, γι' αυτό γράφω συνήθως μια κι έξω στο καλό. Με το μπλόγκ είχα ψιλοκομπλάρει, αλλά τώρα ξεθάρρεψα. Ψευδώνυμος γαρ, φίλοι οι περισσότεροι που διαβάζουν, αλλά και οι άγνωστοι έρχονται με φιλική διάθεση.
Τα ίδια φοβικά πάθαινα παλιά και στις συναυλίες, όταν ήταν να παίξω, αργότερα όταν παιζόταν κάποιο έργο μου. Δεν μπορώ τον έλεγχο. Και ο ορθογραφικός έλεγχος του Γουόρντ με γεμίζει άγχος. Κοκκινάδια, κοκκινάδια, άσε μερικές φορές που μπαίνουνε και αδίκως, μόνο και μόνο επειδή το λεξικό δεν είναι ενημερωμένο. Άσε που αν τα ορθώς κοκκινισμένα τα εντάξεις στο λεξικό του ορθογράφου, νο προμπλέμ μετά.
Ο φόβος του λάθους είναι ο αντίποδας της αίσθησης του μάταιου. (SHOSHTOSH)
Ο έχων την αίσθησιν της ματαιότητος μπορεί να επιλέξει ελέυθερα μεταξύ του να τελειοποιεί ή να μην τελειοποιεί. Ο έχων τον φόβο του λάθους είναι αγκιλωμένος στις συνεχείς τύψεις και το άγχος. Από αυτά πάσχω.
Τα ξεπερνάω με το πιοτό λίγο (λέω ότι δεν πίνω και πολύ), αλλά σκατά.Οι τύψεις, τύψεις.
Γιατί δεν φχαριστιέμαι την ανεξαρτησία που ο ίδιος παρέχω στον εαυτό μου, παιδιόθεν. Αφού μια κι έξω γράφω στο καλό τις περισσότερες φορές, τι στην ευχή! Τύψεις επειδή δεν γράφω πρώτα στο πρόχειρο.
Και πως γράφουμε πρώτα στο πρόχειρο, όταν πρόκειται για σχέσεις ανθρώπων; Και ποιό είναι το καλό.
Μμμμμ....
Αυτά όλα μου μοιάζουν με καθήλωση στην παιδική ηλικία, γιατρέ μου. Ανωριμότης (και παρόλα αυτά πήγαμε και φαντάροι).
Τι γρήγορα που μετάνιωσα, που χθες έλεγα ότι βαριέμαι να γράψω....!
Καλά έκανα και μετάνιωσα. Χθες ήθελα να γράψω, αλλά βαριόμουν να γράφω πρώτα στο πρόχειρο και μετά στο καλό. Σήμερα έγραψα στο καλό κατ' ευθείαν.
ΤΥΠΩΘΗΤΩ

Πέμπτη, Ιανουαρίου 27, 2005

...estimara

exo tetoia variestimara na grapso to otidipote, akoma kai na dialekso ellinika fonts variemai. Diavazo kai oraia pragmata sta blogs ton allon filon.... den einai oi meres mou na grafo. as kleisei o minas etsi.........

οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)