Παρασκευή, Αυγούστου 19, 2005

PLENA LUNA

Τι ωραία τα ιταλικά! Να τ’ ακούς στις ιταλικές νεορεαλιστικές ταινίες και να ευφραίνεσαι. Τα περισσότερα έργα ιταλικού νεορεαλισμού, αλλά και τα μεταγενέστερα, τα έχω δει σε θερινά σινεμά. Σχεδόν ταυτίζω τα ιταλικά με το καλοκαίρι.
Το καλοκαίρι έχει την εξής παράξενη ιδιότητα. Όταν είσαι εκτός μεγαλουπόλεως διαρκεί λίγο. Το πολύ μέχρι τέλος Αυγούστου. Εντός μεγαλουπόλεως βαστάει μέχρι μέσα Οχτώβρη. Και ως κλίμα και ως διάθεση.
Δύο μορφές στα ελληνικά γράμματα-δεν μιλώ για ποίηση, ή πεζογραφία-με έχουν συγκινήσει. Ο Συκουτρής και ο Λεκατσάς. Και οι δυο σε ένα σύγχρονο αναγνώστη υψώνουν ένα μικρό τείχος γλωσσικό. Του Συκουτρή μοιάζει νομιμότερο, απλή επιστημονική της εποχής καθαρεύουσα με ταλέντο, του Λεκατσά έχει κάτι από μαλλιαρή, ή μάλλον αποκαθαρισμένη μαλλιαρή με ολίγον από μαρξιστική λαϊκών ερεισμάτων επιστημονική γλώσσα.
Δύο έργα θεμελιακά, ένα του καθενός: του Συκουτρή η επιμελημένη σχολιαστικά και μεταφραστικά έκδοση του ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ του Πλάτωνα. Του Λεκατσά η περίφημη ανθρωπολογική μελέτη του με τον τίτλο ΕΡΩΣ. Και τα δύο αυτά έργα τα διάβασα στην εξοχή.
Εξοχή εκ του εξέχω.
Και η ανάγνωσή τους ήταν νυμφαίος θάλαμος.
Το ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ του Συκουτρή (διότι έτσι μας το σύστησε ο κύριος μας, ο κύριος Σκουλάτος, μέγας φιλόλογος) το διάβασα στην πέμπτη γυμνασίου στη Μάνη. Πάσχα του ’75.
Το ΕΡΩΣ του Λεκατσά, πέρσι το καλοκαίρι, στη Χίο.
Η Μάνη και η Χίος μοιάζουνε στην αγριάδα του τοπίου όταν τις προσεγγίζεις με το πλοίο από δυτικά.
Τριάντα, ανάμεσά τους, χρόνια. Και ακόμα ηχεί στ’ αυτιά μου η φωνή του Φράγκο (όχι του δικτάκτορος, του άλλου, του Τσίτσο-Φράγκο). Η φωνή του Φράγκο στο έργο ΧΑΟΣ των αδερφών Ταβιάνι:
LA LUNA, LA LUNA.

Πέμπτη, Αυγούστου 18, 2005

ΓΙΑ "ΚΡΑΤΗ ΕΝ ΚΡΑΤΕΙ"..... 5 χρώματα.

Το πρόβλημα του " γιατί στους χάρτες αρκούν το πολύ 4 χρώματα για να παρασταθούν διακριτά τα κράτη", είναι ένα πρόβλημα που απασχόλησε πολλούς μαθηματικούς. Για περισσότερα διαβάστε στο βιβλίο του Marcus du Sautoy "Η μουσική των πρώτων αριθμών", σε μετάφραση Τεύκρου Μιχαηλίδη, εκδόσεις ΤΡΑΥΛΟΣ. Το πρόβλημα το επέλυσαν ηλεκτρονικοί υπολογιστές μετά από 1200 ώρες εργασίας.


Μιαν οπτική εξήγηση μου προσέφερε σήμερα το πρωί ο καθαρός αέρας της Ιωνίας. Την παραθέτω αφαιρετικά. (Δεν είμαι μαθηματικός, είμαι ένα από τα λεγόμενα "ψώνια", και μάλιστα ακατάρτιστος).


Το τρίγωνο είναι το μικρότερο πολύγωνο, ως σχήμα μπορεί να αποδώσει οικονομικότερα την έννοια της «κατοχής χώρου» και κατ’ επέκτασιν την έννοια του κράτους.

1.Ένας χάρτης μιας ηπείρου στη σφαίρα των «Ιδεών»:














2. Ο χάρτης της ίδιας ηπείρου στη σφαίρα της πραγματικότητας:












Η λύση του προβλήματος πόσα χρώματα το πολύ χρειάζονται για να χρωματιστούν διακριτά Ν κράτη ενός χάρτη, ανάγεται στο εξής σχήμα:

σχήμα 3









έτσι εξηγείται γιατί στους χάρτες αρκούν 4 χρώματα για να παρασταθούν διακριτά τα κράτη. Εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση όπου το σχήμα 3 περιέχεται εντός ενός άλλου τριγώνου. Τότε έχουμε "κράτη εν κράτει" και χρειαζόμαστε 5 χρώματα.



Το ανωτέρω σχήμα είναι ωραίο και ως σημαία......

Τετάρτη, Αυγούστου 17, 2005

Ο ΚΟΨΟΝΟΥΡΗΣ

Όλη τη χρονιά τη βγάζουνε σπανά. Το καλοκαίρι μπαϊράμι. Απ’ τον Οχτώβρη και μετά τα μαζεύουνε και φεύγουνε σιγά-σιγά κι οι συνταξιούχοι. Ξοπίσω μένουνε οι γάτες του καλοκαιριού. Ραμαζάνι. Να ναι καλά οι ψαράδες, τους πετάνε κανένα ψαράκι και τη βγάζουνε.
-«Ψύχρανε ο καιρός, άντε να πάμε να ξεχειμωνιάσουμε. Του χρόνου το Πάσχα πέφτει νωρίς, αλλά από τέλος Μάη και μετά πάλι εδώ θα ‘μαστε, πρώτα ο Θεός».
«Πρώτα ο Θεός», γιατί ο φόβος φυλάει τα έρημα, έρημοι κι εμείς, (οχτώ Νοέμβρη γράφει-προγράφει ο Ταξιάρχης) γιατί παλιά τα καλοκαίρια μοιάζαν ατελείωτα, παιδιά-διαόλοι, όλο σκανταλιές: ασυμμάζευτοι τα μεσημέρια, το βράδυ κρυφτό, αργότερα οι έρωτες, ο ύπνος εχθρός.
Τα γατιά τα καημένα οσμίζονται την άφιξη «αυτών που έχουν την τροφή». Πριν προλάβεις ν’ ανοίξεις την πόρτα του σπιτιού σου -όλο το χρόνο κλειστό- μα τώρα «καλοκαίριασε και ξανάρθαμε, άντε και του χρόνου πρώτα ο Θεός», αυτά περιμένουν στην αυλή με σηκωμένη την ουρά. Αφού ταϊστούνε, γλείφονται, καθαρίζονται, γυαλίζονται και την αράζουν. Ξάφνου, ξυπνά το ένστικτο. Ένας τζίτζικας βολικός. Μεζές. Το γατί υπολογίζει. Τριγωνομετρία. Μαζεύεται, πετάγεται…. Ο τζίτζικας ημιθανής θα υποστεί την ταπείνωση του Έκτορος. Μετά θα φαγωθεί. Ξανά καθαριότητα. Πρώτα γλείψιμο στα ποδαράκια, μετά στο στήθος, σάλιωμα στα πόδια για να σαλιωθεί το πρόσωπο…., φροντίδα στα γεννητικά όργανα, τελευταία η ουρά, διότι αν δεν υπήρχε η ουρά, θα επρόκειτο για αυτοερωτική πράξη ενός γιόγκι.
Μέσα σ’ όλα αυτά κι ο «Κοψονούρης». Ένα απ’ τα τρία περσινά γατιά, μας τα ‘φερε μικρά-μερών η μάνα τους στον κήπο. Τα άλλα δυο κακάσχημα, με πεταχτά αυτιά, αυτός τρίχρωμος, κανελής, άσπρος και μαύρος. Νωθρός, τελικά διαπίστωσα ότι ήταν θηλυκός. Θηλυκός, τρόπος του λέγειν, διότι ο θηλυκός γάτος, είναι θηλυκιά γάτα, παρ’ όλες τις ονοματοθεσίες. Τα τρίχρωμα γατιά είναι κατά κανόνα θηλυκά, αλλά μου είχε διαφύγει. Ένα βράδυ εμφανίστηκε, μαδημένος, με την ουρά μισή. Τον αποχαιρέτησα πέρσι αρχές Σεπτέμβρη, πιστός ότι σύμφωνα με την δαρβινική θεωρία δεν πρόκειται να τον ξαναδώ.
Πρώτος-πρώτος ήρθε φέτος. Να κοσέρβες, να ψαράκια, να τυριά, γαλατάκι. Μέχρι γιαούρτι τρώει ο αθεόφοβος. Αλλά δεν κυνηγάει. Ολόκληρο Ιούλιο και ο Αύγουστος τελειώνει και κατάφερε να πιάσει μόνο ένα τζίτζικα. Πώς θα τη βγάλει το χειμώνα; Μάλλον όπως και πέρσι.



Τρίτη, Αυγούστου 09, 2005

ΚΟΣΚΙΝΟ......


Ο κύριος είναι ο Ερατοσθένης. Σπουδαίος μαθηματικός, ως γνωστόν, που μεταξύ άλλων βρήκε και μία μέθοδο να διερευνά πρώτους αριθμούς. Η μέθοδος αυτή ονομάζεται "κόσκινο του Ερατοσθένη", επειδή κοσκινίζει τους αριθμούς και αφήνει να πέσουν κάτω μόνον οι πρώτοι. Δεν θα αναπτύξω εδώ αυτή τη μέθοδο. Όμως παίζοντας με αριθμούς και ψάχνοντας κάτι άλλο, συγκεκριμμένα μια φορμαλιστική κατασκευή μελωδιών ΕΥΡΗΚΑ....

Δεν ξέρω αν βρήκα πράγματι κάτι, αλλά σας στο κοινοποιώ και σίγουρα, όσοι έχετε σχέση με τα μαθηματικά θα καταλάβετε καλύτερα από μένα, τι τέλος πάντων βρήκα. Έχω δε, τον φόβο ή μάλλον την βεβαιότητα ότι κάποιος άλλος το έχει βρει πριν από μένα. Δεν βαριέστε, καλοκαίρι είναι, παίζουμε.

Τοποθετώ τους αριθμούς σε πίνακα 6 στηλών. Παρατηρώ λοιπόν ότι οι πρώτοι αριθμοί βρίσκονται πάντα στην πρώτη ή την πέμπτη στήλη, εξαιρουμένων των του 2 και του 3. Περιορίζομαι μέχρι το 101. Αλλά εσείς προχωρήστε το όσο θέλετε.
(Ένα πίνακα με τους 1000 πρώτους «πρώτους», θα βρείτε στο: http://primes.utm.edu/).

Τι θεωρώ ότι βρήκα: Πιστεύω βρήκα ένα "κόσκινο", μια μέθοδο που βρίσκει πρώτους αριθμούς. Διότι προχωρώντας τη διερεύνηση, οδηγούμαι λογικά, ότι:

στην πρώτη στήλη θα βρίσκονται επίσης ή πολλαπλάσια του 7, ή πολλαπλάσια του 5 ή πολλαπλάσια προηγούμενων πρώτων. Στην στήλη 5 θα βρίσκονται επίσης ή πολλαπλάσια του 5 ή πολλαπλάσια προηγούμενων πρώτων.
Διότι, στις στήλες 2, 4, 6, όλοι οι αριθμοί είναι ζυγοί, στη στήλη 3 όλοι οι αριθμοί είναι πολλαπλάσια του 3.

1 2 3 4 5 6
7 8 9 10 11 12
13 14 15 16 17 18
19 20 21 22 23 24
25 26 27 28 29 30
31 32 33 34 35 36
37 38 39 40 41 42
43 44 45 46 47 48
49 50 51 52 53 54
55 56 57 58 59 60
61 62 63 64 65 66
67 68 69 70 71 72
73 74 75 76 77 78
79 80 81 82 83 84
85 86 87 88 89 90
91 92 93 94 95 96
97 98 99 100 101 102
............................................
............................................

Οπότε, όλοι οι πρώτοι είναι οπωσδήποτε της μορφής (ν * 6) + 1 είτε (ν * 6) + 5, πλην των 1, 2, 3, 5, (χωρίς βέβαια να σημαίνει ότι κάθε αριθμός των παραπάνω μορφών είναι πρώτος).
Πώς σας φαίνεται;

Και τώρα ολίγη «μυστικοπάθεια»: Στην τριάδα των τριών πρώτων αριθμών (1, 2, 3) οι 2 και 3 (όπου 2+3=5) είναι οι μόνοι που δεν βρίσκονται στις στήλες 1 και 5. Σαν να θέλουν να μας πουν κάτι. Και ο 6 (1+5) επίσης κάτι θέλει να μας πει.

Πέμπτη, Αυγούστου 04, 2005

ΙΑΚΩΒΟΣ ΨΑΛΤΑΚΗΣ (καλοκαιρινόν και πένθιμον)


Ζωή να ‘χει, είναι ενενήκοντα επτά. Κάθε μέρα, από Ιούνιο μέχρι και αρχάς Οκτω(μ)βρίου κολυμπά ανελλιπώς επί δίωρον, έντεκα με μία. Στις μεγάλες ζέστες διασταυρωνόμαστε μετά το ηλιοβασίλεμα, εγώ ύπτιο πεταλούδα, εκείνη τον συνηθισμένο ρυθμό της: μία, δύο, τρεις, στάση, πατώνουμε…, μία, δύο, τρεις….
Προ τριετίας, η εγγονή της η Μαριάθη, μας διηγήθηκε ως ευτράπελη ιστορία την συνάντησή της μ’ ένα γέροντα, σ’ ένα ταξί, κέντρο Αθηνών-Αγία Παρασκευή.
Αυτή την ιστορία κάθε καλοκαίρι από τότε μας την επαναλαμβάνει, ευκαιρίας δοθείσης, χασκογελώντας. Η ώρα της αφήγησης είναι ώρα χαζοξενυχτιού, φλισβ, φλισβ το κύμα, και τάχα μου εις αναλογίαν σπεύδει να συντελέσει μια μουσική υπόκρουση ημίφωτος-σκότους. Μπαράκι, πέντε ευρώ το ουίσκι-γιατί είναι πάνω στο κύμα-οι ξηροί καρποί κατόπιν αιτήσεως-γιατί το μπαράκι είναι πάνω στο κύμα, όπως είπαμε και χάρη μας κάνουνε που μας φέρνουν και το ποτό- τραγούδια για την αγάπη, την απάτη και τη μοναξιά (εξ επαγγέλματος και ως συνθέσεις και ως στίχοι), αλλά….. είναι διακοπές. Και το αγαπάμε αυτό το μέρος γιατί εκεί άλλοι γεννηθήκαμε και άλλοι αναγεννηθήκαμε, κάποτε.

Ο ακόλουθος διάλογος τείνει να γίνει παροιμιώδης, ιδίως η τελευταία φράση του.

-Από πού είστε κυρία;
-Από την Χίο.
-Εγώ ήμην αστυνομικός. Υπηρέτησα νέος, νεότατος εις την Χίον. Είχον μάλιστα και έναν μεγάλον έρωτα εκεί, αλλά ήμην νέος πολύ, φτωχός, πτωχότατος και οι δικοί της δεν με ήθελον. Την έλεγον Μαριάνθη Μ. Πολύ ωραία γυναίκα. Μετά βέβαια επήρα μετάθεσιν, πήρα των ομματιών μου, έφτιαξα οικογένεια, παιδιά, εγγόνια. Αλλά δεν την ξεχνώ: Η Μαριάνθη Μ. από τα Μεστά.
-Κι εμένα Μαριάθη με λένε και είμαι από τα Μεστά και τη γιαγιά μου τη λένε Μαριάθη Μ.
-Κόρη μου, να της πείτε ότι «ο Ιάκωβος Ψαλτάκης ζει και ακόμα την σκέφτεται».

Η Μαριάθη, μας προλαμβάνει, πάντα χασκογελώντας, μ’ ένα επιμύθιο:
-Γιάντα να της το πω; Να μου θέλει και έρωτες στην ηλικία ντης.

Κι όλοι γελάνε και μου σκίζεται η καρδία.
(Ναι, παίρνω θέση!).

Για την ιστορία, ο Ιάκωβος Ψαλτάκης πέθανε πέρσι.

Κυριακή, Ιουλίου 31, 2005

για να μη χανόμαστε......


Καλοκαίρι γάρ............

Τετάρτη, Ιουλίου 13, 2005

Διαμαρτυρία

Πολύ συχνά συμβαίνει να μπαίνω στο μπλόγκ μου και να το βλέπω μισερό. Συνήθως κάνω ένα ριπάμπλις σε κάποιο ποστ και το πράγμα διορθώνεται. Σήμερα αυτό το κόλπο δεν έπιασε. Σκέφτηκα λοιπόν να κάνω μια καινούργια δημοσίευση μπας και διορθωθεί με αυτόν τον τρόπο. Σας συμβαίνει και σας;

Μπισκοτέλι


Posted by Picasa

ΜΠΙΣΚΟΤΕΛΙ Ή ΘΑΡΣΕΙΝ ΧΡΗ (μετακατοχικόν)

Το έφτιαχνα μικρός. Κάθε Κυριακή.
Σε ποτήρι του νερού κυλινδρικό, σαν αυτά που έχουν ακόμα μερικά παλιά καφενεία.
1/3 ζαχαρούχο γάλα Βλάχας.
Νερό ζεστό 2/3.
5 κουταλιές (του γλυκού, γιατί θα μπορούσε να είναι και της σούπας) ζάχαρη.
Μπισκότα γεμιστά Παπαδοπούλου σοκολάτας.
Τα έλιωνα μες στο γάλα, σχεδόν όλο το μεγάλο πακέτο.
Γινόταν ένας πάγγλυκος πολτός που τον έτρωγα έχοντας ήδη μαστουρώσει από τις πέντε (ιερός αριθμός) πρώτες κουταλιές.
Ήμουνα παχουλό παιδάκι, αλλά ευκίνητο.
Έπαιζα τερματοφύλακας και είχα πολύ καλή αντίληψη και γρήγορες εκτινάξεις. Τις απέδιδα στο μπισκοτέλι.
Μετά αδυνάτισα τελείως.

Δευτέρα, Ιουλίου 11, 2005

ΤΙ ΔΕΝ ΜΑΣ ΕΔΕΙΞΕ ΠΟΤΕ Η NASA

Οι φωτογραφίες είναι γνήσιες. Η NASA δεν τις δημοσίευσε ποτέ....


Posted by Picasa


Posted by Picasa
Ο λόγος που η NASA δεν δημοσίευσε αυτές τις φωτογραφίες είναι ότι ποτέ δεν τις της έστειλα.
Τις τραβηξα στο κηπάκι μου. Το αξιοθαύμαστο είναι ότι τις πέτρες-γλυπτό του Ε.Τ. τις βρήκα στην παραλία................. Το κόλπο έδεσε με φόντο το κοκκινόχωμα (κόκκινος πλανήτης) και με χαμηλή ανάλυση της φωτογραφίας.

Τρίτη, Ιουνίου 07, 2005

Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΠΑΤΗ (συνέχεια)

Για την Αστραδενή
Η Αστραδενή μου ζήτησε να μάθει περισσότερα γι αυτό το «θεατρικό» έργο-απάτη που είχα σκαρώσει στην Τετάρτη Δημοτικού. Και επίσης με ρωτά για το ποιον ρόλο είχα φυλάξει για τον εαυτό μου. Στρίμωξα τη μνήμη μου για τα καλά, αλλά δεν λέει να ενδώσει, ίσως αν είχα την βοήθεια της ΓΑΔΑ…..
Ό, τι θυμάμαι, εκτός από ξιφομαχίες, το γράφω παρακάτω με την ελπίδα γράφοντας να θυμηθώ κι άλλα:
Πρέπει να ήταν ένα έργο με θέμα τους Σουλιώτες. Γιατί θυμάμαι είχα επιλέξει το πιο χοντρό παιδί της τάξης που μάλιστα είχε το επώνυμο (όχι παρατσούκλι) Μπάλας, για να κάνει τον Αλή Πασά. Ο Αλή Πασάς στο έργο μου ήταν σχεδόν βουβό πρόσωπο. Κατά την κορύφωση της «πλοκής» την οποία είχα προβλέψει να φθάσει πολύ γρήγορα, ο Αλή Πασάς διέταζε την εκτέλεση ενός ήρωα κρατούμενου. Τότε, βεβαίως, οι γενναίοι Έλληνες, κρατούμενοι επίσης, έβγαζαν τα κρυμμένα σπαθιά τους και μετά από ξιφομαχία η οποία είχε κατοχή χρόνου τα 4/5 του όλου έργου, εξολόθρευαν τη φρουρά του Αλή Πασά και προς δόξαν της ιστορικής επιστήμης και τον ίδιον τον Αλή Πασά. Βεβαίως, έμμεσα, με την έκβαση αυτή είχα αχρηστέψει και κάθε νόημα συνέχειας της γιορτής, γιατί μολονότι η γιορτή συνεχίστηκε, τώρα αναρωτιέμαι τι θέση είχε ο χορός του Ζαλόγγου που μετά το «θεατρικό έργο» χορέψαν τα κορίτσια, οι συμμαθήτριές μου.
Θυμάμαι επίσης, ότι το κάστινγκ το έκανα με βάση τις συνειδητές συμπάθειες. Στον ρόλο των Ελλήνων ήταν όλοι οι φίλοι, ενώ για τους ρόλους των Τουρκαλβανών είχα επιλέξει όσους δεν μου έκαναν ούτε κρύο, ούτε ζέστη, καθώς και μερικές αντιπάθειές μου. Ο μόνος που επελέγει αξιοκρατικά ήταν ο Μπάλας.
Επίσης, ένα παιδάκι που ήταν μάρτυς του Ιεχωβά το είχα βάλει να κάνει τον προδότη έλληνα, όχι όμως επειδή ήταν μάρτυς του Ιεχωβά, αλλά επειδή η φυσιογνωμία του ήταν κάτι προς το Αρτέμης Μάτσας, στο πιο καχεκτικό και μαυριδερό. (Πολύ αργότερα, λίγο πριν κλείσουν τα σχολεία, αυτό το παιδάκι ανέλαβε όλη η τάξη να το προσηλυτίσει στην ορθοδοξία και μάλιστα σε ένα διάλειμμα το βαφτίσαμε στη γούρνα με τις βρύσες του σχολείου, έχω την εντύπωση με τη θέλησή του). Αυτό το παιδάκι, ως προδότης ονόματι Ιβάν (κάτι θα είχα ακούσει για σιδηρούν παραπέτασμα και τα μπέρδεψα στο έργο), απλώς κατέδωσε όλους τους έλληνες ως επαναστάτες και ο Αλή Πασάς, παρότι ωφελήθηκε από την προδοσία , τον εξετέλεσε τον Ιβάν γιατί στους προδότες μόνον ο θάνατος αρμόζει, (κάπου αλλού το είχα δει αυτό).
Ακόμα, σε ρόλο Τουρκαλβανού είχε επιλεγεί και ο συμμαθητής μου ο Βελλής, ο οποίος μολονότι φίλος μου, διέθετε απαράμιλλα προσόντα για το ρόλο, πρώτον διότι Βελλής λεγόταν, ως γνωστόν από τον Καραγκιόζη (και τότες βλέπαμε πολύ Καραγκιόζη), Βελλής λοιπόν λεγόταν ο γαμπρός του Αλή Πασά, ο οποίος Βελλής ως φιγούρα του θεάτρου σκιών ήταν ξερακιανός, όπως και ο συμμαθητής μου Βελλής.
Ο συμμαθητής μου Βελλής, αν και ως φίλος μου εδικαιούτο να είναι στο στρατόπεδο των ελλήνων, δέχτηκε το ρόλο υπό τον όρο να ξιφομαχήσει περισσότερο απ΄ όλους και να σκοτωθεί τελευταίος. Συμφώνησα, και βεβαίως ξιφομαχήσαμε μαζί, οπότε εγώ ξιφομάχησα κατά μία σπαθιά περισσότερο από αυτόν.
Όμως, όσο κι αν βασανίζομαι, δεν θυμάμαι ποιόν ρόλο έπαιζα στο έργο. Προφανώς όμως θα ήμουν, όπως και είμαι, « Έλλην»………

ΣΥΝΑΛΛΑΓΗ 2

Θα’ ρθει ο μεσαίωνας,
την ώρα του την ονομάζουν
φως χειμωνιάτικου μεσημεριού.
Ομως, κανείς δεν είδε
τ’ ακούραστα πλοκάμια του
με τις βεντούζες
που απομυζούν
κάθε διάθεση
ήπιας περισυλλογής.
Κι όλοι τόνε φαντάζονται
ντυμένο μες στο χιόνι,
αγέλαστο,
αυτεξούσιο,
πλάσμα απόρθητων ονείρων.

Το βλέμμα του
θα μας καταβυθίσει.
Καθώς θα ρίχνουμε σωσίβιο στην ψυχή μας-
μαύρα νερά θα συνεργάζονται ήδη προ πολλού
με την αυτοδιάθεση
των επιθυμιών μας.

Ωστόσο, σχηματίζεται
η ανάμνηση
της άνευ όρων
-μες στον καφέ και την ανεμελιά-
παράδοσης
κάθε μελλοντικής αντίστασης
κι όλων των πριν το «είμαι»
«θέλω»........

ΣΥΝΑΛΛΑΓΗ 1

Η ένταση,
το άκριτα διαυγές
και σαν περιπλοκάδες
αυξανόμενο έλλειμμα
μιας εφηβείας στοχαστικής
(που ενώ ανακάλυπτε
τη στερεοφωνία,
ταξίδευε εγωιστικά
στα άδυτα των τζουκ-μπόξ,
καβάλα σ’ ένα δίφραγκο)
ακόμα περιεργάζεται
τη ζωή
σαν τρύπα ανταποδοτική,
που τίποτα δε σου χαρίζει.

Τώρα οι αστείρευτες πηγές,
τώρα τα κολοκοτρωναίικα τσαπράζια,
το διαγούμισμα των ωκεάνιων αρνήσεων
και η διαπόμπευση της πέρα από τα σύνορα
φυλής των συνευρέσεων.

Η έκθεση θα διαρκέσει τρεις μέρες,
ελεύθερο πάρκινγκ,
προσκλήσεις μόνον για εμπόρους...............

ΥΠΟΓΛΥΚΑΙΜΙΑ

«....ο Έρωτας που βάσανα μοιράζει
ο Έρωτας που παραμύθια πλάθει,
μού άρπαξε την ψυχή μου και τη τράνταξε ίδια,
καθώς αγέρας από τα βουνά χυμάει
μέσα στους δρυς φυσoμανώντας...».
Σαπφώ-Ελύτης


Ο ιχνηλάτης,
ο πρόσφορος,
αυτός με το πλατύ καπέλο
ο συμπαθής ιθαγενής,
κατέχει επάξια
τη θέση έξω-αριστερά στη μνήμη μας.

Συνήθως,
οι πληρωμένοι ανιχνευτές
τις καλοκαιρινές βραδυές,
κινούνται προς τα δεξιά.
Ευδιάθετοι,
ακολουθούν τα βήματα του σεναρίου
και πρόθυμα εξευτελίζονται αδειάζοντας
στο πλάι μιας σκηνής επουσιώδους
ένα μπουκάλι ουΐσκι.

Είναι ινδιάνοι,
εξομώτες, μα ωστόσο
ινδιάνοι.

Τι και αν πρόθυμα προδίδουν τη φυλή τους
για ένα ρόλο ταπεινό.
Τι κι αν το όνομά τους αναγράφεται
στη θερινή οθόνη,
αφού τα φώτα ανάψουν,
κι αφού εκμαυλιστεί ο άσπρος τοίχος
μ’ αυτό το φως που εξισώνει
την προτύπωση των πράξεων τους
με τη θολή αϋπνία μας.

(-Φάγαμε το χοτ-ντογκ,
ήπιαμε μπύρα,
ας πάμε περπατώντας.
-oχι, ας πάρουμε ταξί. Νυστάζω.)

Οι ινδιάνοι από μικροί
μαθαίνουν προσευχές,
τα βήματά τους συντροφεύουν
τ’ απόκοσμα όνειρά μας
κι είναι γνωστό
ότι απ’ το Μάρτιο και πέρα
δεν τρώνε ζάχαρη-
-έτσι αποφεύγουνε το τσίμπιμα
των κουνουπιών.



Κυριακή, Ιουνίου 05, 2005

ΣΠΥΡΟΣ ΜΕΛΑΣ Ή Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΠΑΤΗ



Πήγα σχολειό πεντεμισάρης. Με το νέο – τότε- νόμο του Παπανδρέου (του Γεωργίου, παππού του Γιωργάκη). 1964. Γεννήθηκα 3 Απριλίου του ’59. Ο νόμος έλεγε ότι όσοι έχουν γεννηθεί μέχρι και 1η Απριλίου ’59 εγγράφονται στην πρώτη δημοτικού. Ο νόμος είχε ήδη ψηφιστεί τον Σεπτέμβρη του ’64, αλλά εμένα αρχικά με είχαν στείλει νηπιαγωγείο. Μετά, έγινε το εξής σκηνικό, για να «κερδίσω» χρόνο, όπως έλεγαν όλοι στο οικογενειακό μου περιβάλλον. Ο πατέρας μου έκανε μήνυση στον παππού μου που με είχε δηλώσει στο ληξιαρχείο «γεννηθέντα (ου ποιηθέντα)» στις 3 Απριλίου, διότι τάχατες εσφαλμένως εδηλώθην 3 Απριλίου και ότι κανονικά είχα γεννηθεί την 1η Απριλίου (πάντα του ’59). Σατανική σύμπτωση: Η 1η Απριλίου κατά το 1959 είχε πέσει ημέρα Τρίτη. Οπότε το επιχείρημα στο δικαστήριο, με ψευδομάρτυρα τον θείο μου τον Στέφανο ήταν το εξής:
«Κύριε Πρόεδρε, σεβαστόν δικαστήριον, ενθυμούμαι τον πάππον του Γερασίμου Μπερεκέτου εισελθόντα εις το καφενείον περιχαρή ανακοινώνοντα ότι η κόρη του έτεκεν υιόν. Και άπαντες γελώντες αναφωνήσαμεν «μας κάνεις πρωταπριλιά. Ο πάππος του, κατόπιν, εκ παραδρομής εσύγχισεν την ημέραν της εβδομάδος τρίτην με την τρίτην του μηνός Απριλίου»,».
Ο δικαστής δεν μάσησε, αλλά για να γλυτώσει κόπο, διότι είχε 100 ανάλογες υποθέσεις αναφώνησε: «όσοι έχουν γεννηθεί μέχρι 10 Απριλίου ’59 πολιτογραφούνται ως γεννηθέντες την 1η . Οι υπόλοιποι να φύγετε.».
Και έτσι κατά Δεκέμβρη μήνα του ’64, βρέθηκα από το νηπιαγωγείο στο δημοτικό.
«Ξέρει να μετράει ως το 10;» ρώτησε η δασκάλα τη μάνα μου. «Ξέρει να μετράει μέχρι το 100» απάντησε περήφανη η μάνα μου. Και το πλήρωσε ακριβά, διότι εγώ μετά την επεφόρτισα να μου γράψει όλες τις καλλιγραφίες γραμμάτων και αριθμών που υποτίθεται έπρεπε να γράψω, μιας και υπολοιπόμουν στην ύλη από τους συμμαθητές μου.
Τα χρόνια περάσανε, κέρδισα την αγάπη των δασκάλων μου και έφτασα τετάρτη δημοτικού. Είχαμε μια δασκάλα κέρβερο, την κυρία Ν. Η πρώτη νουθετική της χειρονομία ήταν να σου πιάσει με τα δυό της δάχτυλα (αντίχειρα, δείκτη) το αυτί και να σου μπήξει τα νύχια της τόσο βαθειά ώστε μετά να μπορείς να φορέσεις σκουλαρίκι. Ο δεύτερος βαθμός νουθεσίας ήταν ξύλο με το χάρακα στο μαλακό μέρος της παλάμης, ο τρίτος να σου πει «γύρνα το χέρι κι απ’ την άλλη», οπότε την έτρωγες στα κόκκαλα και από ‘κει και πέρα ξυλιές στα μπούτια, στον πισινό, στα γόνατα, άνευ ιδιαιτέρας διαβαθμίσεως.
Ήξερα ότι με είχε συμπαθήσει, κι εγώ επίσης, απόδειξη ότι μόνο το αυτί μού είχε στρίψει δυο τρεις φορές και μια φορά με είχε δείρει με το χάρακα στο μαλακό μέρος της παλάμης.
Πλησίαζε 25η Μαρτίου. Και θα γινόταν η γιορτή, με τραγουδάκια, σκετσάκια κλπ.
Θυμίζω για όσους γνωρίζουν την εποχή ότι ένα αγαπητό παιχνίδι ήταν οι ξιφομαχίες, επηρεασμένες από κινηματογραφικά έργα, αφηγήσεις ιστορικές και γενικά από μια τάση να μοιάσουμε στον Νικηταρά ή τον Ζορρό. Στο διάλειμμα ξιφομαχίες, στη γειτονιά ξιφομαχίες, παντού ξιφομαχίες, με ξίφη υπόλοιπον από κρεμάστρες, ξύλα οικοδομής, βελόνες πλεξίματος……
-Κυρία έχω βρει από την εγκυκλοπαίδεια της Αντιγόνης Μεταξά (θείας Λένας), ένα θεατρικό του Σπύρου Μελά για την 25η Μαρτίου. Να το φέρω να το παίξουμε;
Μου είπε ναι και τώρα δηλώνω ότι η γυναίκα αυτή με καθόρισε σε πολλά.
Όντως υπήρχε βάση στα όσα της είπα. Είχα βρει ένα απόσπασμα ενός θεατρικού του Σπύρου Μελά, όμως χωρίς να το λάβω ουδόλως υπ’ όψιν μου έγραψα - «έγραψα», ένα άλλο τελείως δικό μου έργο με πάρα πολλές ξιφομαχίες και το παρουσίασα ως έργο του Σπύρου Μελά. Η κυρία Ν. το ενέκρινε. Ζήτησα πρόβες. Και μαζί με τους φίλους μου που τους πέρασα όλους στο καστ πηγαίναμε κάθε απόγευμα στην αυλή του σχολείου, από 10 μέχρι 24 Μαρτίου 1968 και κάναμε πρόβες τις ξιφομαχίες.
Το έργο είχε τεραστίαν επιτυχίαν και επιφυλάσομαι για άλλες λεπτομέρειες.
Λυπούμαι διότι έκτοτε ζω στην εποχή της σύμβασης.

Σάββατο, Μαΐου 28, 2005

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΜΟΥΣΙΚΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ



Η μουσικοπαιδαγωγική είναι μια διδακτική επιστήμη, ή μάλλον μια επιστήμη της μουσικής διδακτικής, που στόχον έχει να προσηλυτίσει τα "αθώα" παιδάκια στην περίπλοκη τέχνη της μουσικής η οποία σημειωτέον δεν είναι μόνον τα δύο-τρία ακκορντάκια της παρέας, διότι μπορεί να είναι και το «ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ» του Γιάννη Χρήστου.
Ο Καρλ Ορφ, υπήρξεν θεμελιωτής του ομώνυμου συστήματος μουσικοπαιδαγωγικής, γνωστός και από τα ΚΑΡΜΙΝΑ ΜΠΟΥΡΑΝΑ που έθαλλον εν μέρει ως εναρκτήριον και ως επίμετρον πολιτικής συγκεντρώσεως κατά τα τέλη του περασμένου αιώνα. Το οποίον σύστημα συμπληρωθέν υπό του Κόνταλη και του Νταλκρόζ, ακόμα αποτελεί την βάσιν της μουσικοπαιδαγωγικής για όσα ωδεία την έχουν εντάξει (κι όχι «‘ντάξει») στο πρόγραμμά τους.
Τα συστήματα αυτά, μέσα από το μουσικό παιχνίδι και την μουσική κίνηση (κάτι στις παρυφές του χορού) ξυπνάνε την μουσική κλίση των παιδιών και την προσανατολίζουν στα μουσικά στάτους της κοινωνίας, αναπόφευκτα μεν, με ανοιχτό τρόπο δε. Διότι, βάση των συστημάτων αυτών είναι να προϋποθέτουν ως παιδαγωγικό εργαλείο την παραδοσιακή μουσική κάθε τόπου, η οποία γνωστή προ και εκ σπαργάνων στους μικρούς μύστες της μουσικής, μπορεί να ξετυλίξει φιλικά γι αυτούς τα όσα οργιώδη συμβαίνουν κατά την πλήρη άσκηση της μουσικής τέχνης.
Το κακό βεβαίως είναι ότι οι υποψήφιοι μουσικοπαιδαγωγοί, συνήθως στρέφονται προς το λειτούργημα αυτό, είτε ως αμαθείς μουσικοί, πρόχειροι ακολουθητές σεμιναρίων, είτε ως συναισθηματικοί δικαιολογητές της αποτυχημένης μουσικής καριέρας (αλλά πόσο αγαπάνε τα παιδιά), και σπανίως ως μαιτρ της διδασκαλίας (το σπανίως είναι το δυστύχημα, διότι θα έπρεπε αυτοί οι άνθρωποι να είναι ο κανόνας). Οι τελευταίοι είναι τέλειοι μουσικοί, δημιουργικοί και με αγάπη διδάσκουν τα μικρά παιδιά, έχοντας προηγουμένως εκθέσει εαυτούς στην τέχνη των "ανεξήγητων γλωσσικώς συναισθημάτων".
Ένα μότο των περισσότερων μουσικοπαιδαγωγών που έχω γνωρίσει είναι ότι δεν μπορούν να προσδιορίσουν με ακριβή τρόπο το τι είναι παραδοσιακή μουσική. Οι περισσότεροι δεν έχουν εμπεριστατωμένη σχέση με την μουσική μας παράδοση. Εισηγούνται δε, ότι ο Ορφ μπορεί να έλεγε «παραδοσιακή μουσική» την παραδοσιακή μουσική, αλλά σήμερα που η παραδοσιακή μουσική είναι στο περιθώριο ξεχασμένη, μιας και τα παιδιά δεν την ξέρουν, τότε μπορούμε να θεωρήσουμε ότι εργαλείο της διδασκαλίας της μουσικής αποτελούν τα τραγουδάκια σουξέ. Μέγα σφάλμα διότι στην εποχή του Ορφ συνέβαιναν τα ανάλογα με σήμερα. Ο Ορφ επεδίωκε την αφύπνιση μιας σχέσης με την παράδοση, παρόμοιας με αυτήν που επιχειρείται με την διδασκαλία της δημοτικής ποίησης. Επεδίωκε ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ και απ’ ότι φαίνεται πίστευε στην επίδραση της παραδοσιακής μουσικής-του δημοτικού τραγουδιού (μιας και εδράζεται στο ασυνείδητο) στο υποσυνείδητο των μικρών παιδιών.
Τέλος πάντων δε θα επιλύσω εγώ σήμερα το πρόβλημα. Το κείμενο αυτό, είναι εισαγωγικό της πεποίθησής μου ότι τα τραγούδια του Μπάτη είναι υποδείγματα μουσικής μυσταγωγίας στην σύμπασα μουσική τέχνη (όπως και το βιβλίο της Άννας Μαγνταλένα Μπαχ).
Διότι ο δημιουργός τους έχοντας απωθήσει πάσαν την βιωτικήν μέριμναν εστόχευσε την έκφραση και μάλιστα παίζοντας.

"Ρε, βάρκα μου μπογιατισμένη
κάργα μάγκες φορτωμένη.

........................

Ήταν ο Μπάτης και ο Αρτέμης
και ο Στράτος ο τεμπέλης*"

--------------------
* τον Στράτο (Παγιουμτζή), φωνή μεγάλη, που όταν τραγούδαγε απ' τη βάρκα του στην Πειραική ο αέρας έφερνε τη φωνή του στην Αίγενα, τον έλεγαν τεμπέλη, η παρέα, γιατί άφηνε τα τραγούδια του ημιτελή, χωρίς οργανικές εισαγωγές, που συνήθως τις έβαζαν ο Μάρκος (Βαμβακάρης) και ο Ανέστος (ο Δελιάς, ο μέγας).

Τετάρτη, Μαΐου 25, 2005

TU SOLUS MAXIMUS (εγκώμιον στο πνεύμα της Αναστάσεως)

Εξαφανίστηκα για λίγο από το μπλογκ. Είχα να γράψω από πριν το Πάσχα. Μάλιστα σχεδίαζα για το Πάσχα να "δημοσίευα" ένα κείμενο μου υπερλεξιστικό, παλιό, του '86, με τον τίτλο ΠΑΣΧΑΛΙΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑ, το οποίον θα είχε βεβαίαν την επιτυχίαν. Αλλά ήμουν τόσο βαριεστημένος, τόσο πλήρης συναισθηματικών αντιθέσεων και ως εκ τούτου μελαγχολικός, άρα η βαριεστημάρα ήταν εκδηλο σύμπτωμα της ήπιας κατάθλιψής μου, οπότε δεν μπορούσα να γράψω. Έμπαινα στο μπλόγκ μου και κοίταζα για καμμία εκπεσούσα κόμεντ, η οποία ίσως με ερέθιζε κάτι να σκεφτώ και να πω. Οι κόμεντς για μένα διαιρούνται σε δύο είδη: στις ενδιαφέρουσες για να ερεθιστώ, να σιωπήσω και να σκεφτώ και στις ενδιαφέρουσες για να σκεφτώ, να ερεθιστώ και να γράψω. Δεν έχω γνωρίσει ως τώρα αδιάφορες κόμεντς και, ο Κουκουζέλης το ξέρει, είμαι πολύ κακός στο μάρκετιν(γκ).
Όμως, γνώρισα ένα νέο είδος κόμεντ, στο σχόλιο του MAXIMUS. Κάτι ψιλοκατάλαβα, "αυτός με ξέρει", είπα.
Σήμερα λοιπόν τα έπινα με τον φίλο μου τον "ην, τον όντα και τον ερχόμενο", τον Κ. για να συνεννοούμεθα. Είχα να τον δω 6 χρόνια, ίσως και 7. Η βεβαιότητα της φιλίας μας, μας οδήγησε στο να χαθούμε. Και το αστείο είναι ότι όλα αυτά τα χρόνια ο Κ. δουλεύει σε ένα γραφείο δυο στενά κάτω απ' το σπίτι μου. "Να κανονίσουμε να βρεθούμε". "Εντάξει, ρε, θα σε πάρω την Πέμπτη".
Βρεθήκαμε επιτέλους σήμερα. Δεν είχε περάσει μέρα για μας.
Κάποια στιγμή, ο Κ. μετά την τρίτη μπύρα (με υ κύριε Μπαμπινιώτη), με ρωτάει:
"Ασχολείσαι με τα μπλογκ;"
Αναλαμπή: "Είσαι ο MAXIMUS", του λέω με βεβαιότητα.
Κ.: "Σε κατάλαβα απ' το ύφος και τα συμφραζόμενα".

Πεζά που είναι τα θαύματα. Ο φίλος μου ο Κ. περιδιαβαίνοντας τα μπλογκς με βρήκε και με αναγνώρισε. Να συνεχίσω να γράφω στο μπλογκ;

Τρίτη, Μαΐου 24, 2005


Gregorio Allegri (1582-1625) Posted by Hello

Ο Γκρεγκόριο Αλλέγκρι, ήταν κληρικός, τενόρος και συνθέτης. Έζησε στη Ρώμη και τα τελευταία χρόνια της ζωής του υπηρέτησε στην Καπέλα Σιστίνα. Γνωστότερη σύνθεσή του ένα "miserere" το οποίο λέγεται ότι ο Μότσαρτ, σε ηλικία 14 ετών, το άκουσε δύο φορές και το έγραψε από μνήμης για προσωπική του μελέτη.

Τώρα, Maximus, πες μου, το ακούσαμε παρέα και μεθύσαμε; Έχω να ακούσω αυτόν τον δίσκο από το 1987 άντε 1989, με τη χορωδία του αββαείου του Γουεντμιστερ που διευθύνει ο Πρίστον......

Δευτέρα, Απριλίου 18, 2005

ΓΙΑ ΤΗΝ ξ.

Είχα σχολάσει, αγαπητή μου ξ, από το μαγαζί και πήγαινα ποδαρόδρομο στην Ομόνοια να πάρω το 170, νυν 049, ΑΘΗΝΑ-ΠΕΙΡΑΙΑΣ. Αυτό το λεωφορείο είχε δρομολόγια όλη νύχτα, ενώ οι υπόλοιπες συγκοινωνίες σταμάταγαν ακριβώς τα μεσάνυχτα.

(Συγγνώμη για την μικρή διακοπή, αλλά έπρεπε να φορέσω τα γυαλιά μου, καθότι η πρεσβυωπία, ενισχυομένη κατά τον συνδυασμόν της με την χρήση των υπολογιστών, από εικοσαετίας, με έχει τσακίσει προσφάτως).
Πήγαινα λοιπόν προς στην Ομόνοια, έχοντας ξεκινήσει από την Ιπποκράτους. Δυό τσιγάρα δρόμος. Εκεί στο φανάρι της Πατησίων μού ‘ ρχεται η μυρωδιά από την «στοά των πειναλέων». Γύρος.
Ο γύρος τότε σπάνιζε. Κατά το ’72 με ’75 είχανε πιάσει κάποιους σουβλατζήδες που παρασκεύαζαν γύρο επικίνδυνο από γάτες, σκυλιά και σάπιο κρέας και ο γύρος είχε απαγορευτεί, ως μορφή (κρέατος ψητού). Αλλά στην Ομόνοια, εκείνη την εποχή-διότι λέμε “χρονιά” για πριν 5 χρόνια και “εποχή” για πριν 25- εκείνη την εποχή, λοιπόν, είχε αρχίσει δειλά-δειλά να επανεμφανίζεται, ως μορφή ο γύρος-χλαπάτσα (το αντίθετό του είναι το «ντονέρ»).
Θες από πείνα, θες επειδή όταν ήμουνα μικρός, οκτώ χρονώ, ο πατέρας μου μού είχε απαγορεύσει να φάω έξι σουβλάκια τυλιχτά μονοκοπανιά σε ένα γεύμα, όταν είχαμε πάει οικογενειακώς στην Πεύκη για σουβλάκια και εγώ όταν ήρθε το γκαρσόνι παράγγειλα «έξι» και ο πατέρας μου με αγριοκοίταξε και μου είπε «το πολύ τέσσερα», δεν ξέρω πάντως, μου μύρισε και είπα να πάω να φάω «μία γύρο». Σημειωτέον όταν στα δεκατέσσερά μου είχα σπάσει το πόδι μου, ο ορθοπεδικός* μου συνέστησε δίαιτα-γιατί όπου νά’ ναι θα έμπαινα στην εφηβεία και δεν έκανε να είμαι παχουλός που τα κορίτσια δε θα με θέλανε. Έκανα τη δίαιτα και αδυνάτισα, ψήλωσα κιόλας, 1.70** και 62 κιλά, καλό για την «εποχή» μου. Το ’81 εξακολουθούσα να είμαι 62 κιλά, σε αντίθεση με τώρα που είμαι 81 κιλά, αλλά πάντως κάποιο από όλα αυτά τα νούμερα που έχω αναφέρει ως τώρα το διατηρώ.
Παρήγγειλα τον «μία γύρο» και τον έτρωγα. Το μπουζούκι μου στην πλαϊνή καρέκλα.
Στο «βάθος κήπος» κάτι γομάρια, «τριανταεφτά κιλά παϊδάκια και οχτακόσιες μπύρες***». Την τύφλα τους είχανε και το μάτι άγριο σχεδόν «χέσε μέσα».
-Παίξε ρε παιδί κανα τραγουδάκι.
Εγώ, καλό παιδί, και φαγωμένο, πάντα με όρεξη για του πλησίον τις ορέξεις, καθότι φρικιό λίγο, ρεμπετάκι λίγο, λίγο απ’ όλα, και όλοι ίσοι είμαστε, «να το παίξω» είπα και από μέσα μου «να πάει στο διάολο».
Και πιο τραγούδι πιάνω; Γιατί, εν τη αφελεία μου, σχεδόν πέρσι μόλις κατάλαβα ότι αυτοί ήταν μπάτσοι, τότε. Παίζω λοιπόν το «τούτοι οι μπάτσοι που’ ρθαν τώρα». Τελεία και εισαγωγικά:

«Τούτοι οι μπάτσοι που’ ρθαν τώρα, τι γυρεύουν τέτοιαν ώρα,
ήρθανε να μας ρεστάρουν και τα ζάρια να μας πάρουν,

κλπ…..κλπ….κλπ….

Μπάτσοι και χωροφυλάκοι μας καθίσατε στην πλάτη….»

Πολύ ωραία.
Με λυπήθηκαν και δε με σπάσανε στο ξύλο. Αλλά τέτοιο γυάλισμα στο μάτι, μόνο ο Ομέρ-Βρυώνης θα πρέπει να είχε λίγο πριν αποφασίσει το σούβλισμα του Αθανασίου Διάκου.
Ευτυχώς, αυτοί με απαλλάξανε.
(Είχανε ήδη αλλάξει οι «εποχές»).

*Απορώ, γιατί διάφορα φαρμακεία και ιατρεία γράφουν την λέξη ΟΡΘΟΠΕΔΙΚΑ με «ΑΙ» δηλαδή ΟΡΘΟΠΑΙΔΙΚΑ. Μου έλεγε ένα φίλος που έχει εμπόριο «ορθοπαιδικών», κατά τη γνώμη του, ότι η ορθογραφία της λέξης προέρχεται από τη λέξη «παιδί» και όχι από την λέξη «πέδη», διότι οι πρώτες ορθοπε(παι)δικές εφαρμογές γίνανε από γάλλους ορθοπε(παι)δικούς γιατρούς σε παιδιά. Εγώ λέω ότι απλώς είναι ανορθόγραφοι.
** Θεωρώ παράξενο, ότι ακόμα και τώρα εξακολουθώ να είμαι «ύψος 1,70», παρ’ όλες τις επιτυχείς προσπάθειές μου να γίνω 46 ετών από μόλις 16.
*** Ερωτώ: Γιατί η «μπύρα» αν και λέξη-δάνειο γράφεται το «μπύ» με «ύ» ενώ το Beer κανονικά στην ελληνική θα έπρεπε να αποδοθεί ως ΜΠΗΡΑ, διότι τα δύο “ee” λέει ο κανόνας (ο παλαιός) ως βραχέα, αποδίδονται με Η (μακρόν);
Και απαντώ:
Διότι ο ΖΥΘΟΣ είναι δισύλλαβος και γράφεται με Υ η πρώτη του συλλαβή. Και η ΜΠΥΡΑ είναι δισύλλαβη και σημαίνει: «ΖΥΘΟΣ».

οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)