Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πλακίτσες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πλακίτσες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 28, 2022

Περί διαβαθμίσεων, ισοτιμιών και άλλων ονείρων.


Είμαι πλέον στην ηλικία που μπορώ να ξεκινάω μία παράγραφο ως εξής:

«Παλιά, …»

Παλιά, λοιπόν, οι Τράπεζες για να στελεχώσουν το υψηλόβαθμο δυναμικό τους προσλάμβαναν αποφοίτους πανεπιστημίων, κυρίως της Παντείου. Αλλά και κάθε άλλου πανεπιστημίου απόφοιτος, δεκτός. Ίσχυε δε, και το άλλο: τραπεζικοί υπάλληλοι που ευδοκίμησαν κατά την πολυετή υπηρεσία τους, είχαν το προνόμιο να εισηγηθούν την πρόσληψη του παιδιού τους, ή, με ολίγον θάρρος έως θράσος, ομοίως και την πρόσληψη άλλου προσώπου του στενού συγγενικού περιβάλλοντος, (αν ήταν ο προτεινόμενος και απόφοιτος ή έστω μέλλων απόφοιτος πανεπιστημίου, ακόμα πιο εύκολο) και η πρόσληψη αυτή ήταν κατ’ αρχάς δοκιμαστική επί διετίαν τουλάχιστον, όπου με αυστηρότητα εξεταζόταν η ποιότητα των υπηρεσιών του δοκίμου… κι αν πέρναγες το κόσκινο, γινόσουν μόνιμος – ο κάθε μπαμπάς τραπεζικός και οι συνάδελφοί του, που κι αυτοί είτε είχαν προηγηθεί ή επρόκειτο να ακολουθήσουν παρομοίως στην φροντίδα του μέλλοντος των τέκνων τους (ή των τέκνων των αδελφών τους εν πάση περιπτώσει), φρόντιζαν ώστε οι τρύπες του κόσκινου να μεγαλώσουν.

Έτσι, ούτε μήνας δεν είχε περάσει από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων εισαγωγικών εξετάσεων στα πανεπιστήμια, τον Οκτώβρη του 1976, και ενώ ακόμη δεν είχα προλάβει να κατέβω από το ροζ συννεφάκι του νεοεισηγμένου φοιτητού της Φιλοσοφικής Αθηνών, ήλθε σπίτι μας ένας από τους πιο αγαπητούς πρωτοξάδερφους της μάνας μου να με συγχαρεί και να μου πει:

- Γιώργη, τώρα που πέρασες, να ξέρεις ότι η Εθνική Τράπεζα, βλέποντας στο μέλλον, θέλει να παίρνει νεαρούς υπαλλήλους που πρόκειται να πάρουν πτυχίο πανεπιστημιακό. Εγώ θα εγγυηθώ για σένα. Θα μπεις δόκιμος από τώρα και θα πληρώνεσαι, παράλληλα θα σπουδάζεις, θα τελειώσεις, θα πας στρατό, η θέση σου θα κρατηθεί και θα σε περιμένει, κι όταν απολυθείς θα γίνεις μόνιμος και μιας και θα ‘χεις και το πτυχίο θα παίρνεις μισθό πτυχιούχου, μιάμιση μπορεί αργότερα και δύο φορές πάνω από αυτούς του γυμνασίου. Αρκεί να είσαι καλός υπάλληλος.

Και καθώς κοιτούσα αμήχανος, συνέχισε αναφέροντάς μου, των γονέων παρόντων, την μέλλουσα μισθολογική μου εξέλιξη μέχρι την συνταξιοδότηση, θεωρώντας την σταδιακή μου αποσβόλωση ως προστάδιον μιας επερχόμενης εκρήξεως χαράς που θα κορυφωνόταν με ένα επιτόπιο άλμα ζημιογόνο  για το κεφάλι μου ή για το ταβάνι.

Τον απογοήτευσα τον Σπύρο – δεν τον προσφωνούσα θείο γιατί ήταν μόλις 15 χρόνια μεγαλύτερός μου – πριν από κάτι λίγα θα είχε τριανταρίσει … τότε, αλλά ήδη είχε θέση υποδιευθυντή και παρότι ξάδερφος, πρωτοξάδερφος της μάνας μου και όχι αδερφός, ήταν διατεθειμένος να την ρισκάρει αυτή τη θέση του, για χάρη του παππού μου, του μπάρμπα του, ευεργετώντας εμένα – καλός συγγενής και σωστός μανιάτης.  

Τον απογοήτευσα, διότι προς όφελος είτε του ταβανιού είτε του κεφαλιού μου, παγίως αποσβολωμένος του είπα, «Ευχαριστώ Σπύρο, σε ευχαριστώ από καρδιάς για το ενδιαφέρον σου, αλλά μού ‘ρθε απότομα - θα το σκεφτώ και θα σου πω», έχοντας ήδη σκαρφιστεί ότι θα έλεγα στη μάνα μου, μετά από μερικές μέρες,  να του πει από τηλεφώνου ότι εμένα με ενδιαφέρει να τελειώσω τη Φιλοσοφική και να εργαστώ σε δημόσιο σχολείο, πάντα της άρεσε αυτή η προοπτική για μένα, την θεωρούσε ... ξένοιαστη. Πραγματικά, δεν είχα δύναμη να του τηλεφωνήσω ο ίδιος, γιατί ήμουν βέβαιος ότι θα μου έλεγε «Έλα μέχρι να τελειώσεις, και μετά βλέπουμε» κι εγώ πώς θα του έλεγα την αλήθεια; Το μέγα μετεφηβικό μυστικό μου: «Πέρασα στην Φιλοσοφική για χάρη των γονιών μου, εμένα η μουσική με ενδιαφέρει, απλώς είχα παζαρέψει την επιτυχία μου στις εισαγωγικές με ένα πιάνο …».

Η μάνα μου, βέβαια, κρυφά τρομοκρατημένη μιας και το είχε νιώσει το μέλλον μου, προσπάθησε για να αυτοεξαπατηθεί πρόσκαιρα, να ωραιοποιήσει την άρνησή μου:

«Δεν θα μπορέσει τώρα ο Γιωργάκης να έρθει στην Τράπεζα. Μόλις μπήκε στη σχολή, και το όνειρό του έλεγε, πριν μπει, ότι είναι να γίνει φιλόλογος και να διδάξει κάποτε στην Ιωνίδειο, εκεί που τελείωσε, όπως ο αγαπημένος του καθηγητής ο κύριος Σκουλάτος. Σκέφτεται ότι θα έχει πολύ διάβασμα στη σχολή και θέλει να πάει ένα χρόνο να δει... Αλλά, Σπύρο μου, θα δει ότι δεν είναι δύσκολα, κι εμείς θα τον πείσουμε, και ίσως κι απ΄ του χρόνου να έρθει στην Τράπεζα. Να ‘χεις όλα τα καλά του Θεού που το σκέφτηκες.»

Ήξερε να τα συμβιβάζει όλα, πρόσκαιρα βέβαια … (έχει ο Θεός μέχρι του χρόνου).

Κακός μουσικός τελικά είναι ένας φύσει εγκληματίας που παίζει μουσική ή ένας μουσικός που δεν κατάφερε να γίνει καλός μουσικός, που κι αυτός τι ακριβώς είναι; Είναι άραγε ένας μουσικός που από το πρωί ως το βράδυ κάνει αγαθοεργίες;

Και μιας και το διαλύσαμε… τι παραπάνω κάνει, από έναν απόφοιτο εξαταξίου γυμνασίου, το 1976 πάντα, ένας φιλόλογος υπάλληλος τραπέζης, πέρα από το να παίρνει μισθό πτυχιούχου; Και γιατί στην θέση του να μην είναι με τον ίδιο μισθό ένας απόφοιτος Ωδείου, ενώ θα μπορούσε να είναι, αν μπορούσε να διακτινιστεί στο παρελθόν, ένας απόφοιτος Πανεπιστημίου Μουσικών Σπουδών;

Αυτό το όνειρο το δίχως όνειρα «να τακτοποιηθώ σε μια Τράπεζα» … είναι άραγε (σήμερα!) το μόνο κριτήριο για να μην τελικά κατορθώσει να καταλάβει κάποιος ότι αυτός (ο καλός ή  έστω κακός) που σπούδασε μουσική σε ένα Ωδείο δεν μόχθησε λιγότερο από έναν (καλό ή έστω κακό) που τελείωσε το οποιοδήποτε πανεπιστήμιο; 

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 25, 2022

Ο Δημήτρης σας είπε ψέμματα ... δεν ήταν υδραυλικός.

το "δια ταύτα" θα το βρείτε στην θέαση-ακρόαση των δύο βίντεο - μία αστραπιαία κατανόηση του πως διαμορφώνεται μία λαϊκή μουσική τάση:

Α) ένα από τα τραγούδια της περίφημης ταινίας του πρώιμου Μπόλυγουντ MATA INDIA, αγγλιστί Mother India, στην ελληνική απόδοση όταν παίχτηκε στα σινεμά μας "Γη ποτισμένη με ιδρώτα",  ινδοσοβιετικής (!) παραγωγής 1957, με κοινωνικά μηνύματα, – ήμουν δύο χρόνια αγέννητος – η ταινία αναδεικνύοντας σε μεγάλη σταρ την Ναργκίς έκανε πάταγο διεθνώς, ενώ στην Ελλάδα, η μεγάλη επιτυχία της (λένε για 700.000 εισιτήρια), απετέλεσε το έναυσμα ολόκληρου ρεύματος λαϊκών τραγουδιών (δεκαετία του '60), τα επονομαζόμενα «ινδικά», με αρχιερέα τον λαϊκό συνθέτη Μπάμπη Μπακάλη, για τον οποίο οι παλιότεροι λαϊκοί συνθέτες, ζηλεύοντας το σουξέ του, έλεγαν ειρωνικά ότι «το ραδιόφωνό του έχει δυνατή κεραία και πιάνει Βομβάη». Άλλοι πάλι "μαρτυρούν" (λέει) ότι συχνά εθεάτο να εξέρχεται από σινεμάδες μετά του Καλδάρα κρατώντας ένα μπομπινόφωνο δια του οποίου λαφυραγωγούσαν τραγούδια και σκοπούς ινδικών ταινιών.

Φιλολογικόν παράλληλον: η λέξη ντουνιάς (duniya), που επανέρχεται συχνά στο τραγούδι, είναι ινδική και ουχί τουρκική, όπως ίσως νομίζουμε, και αποτελεί μέρος του τίτλου του βασικού τραγουδιού της ταινίας "duniya main hum aaye"



εδώ μία λίστα από το YOU TUBE με τα όλα τα τραγούδια της ταινίας τα οποία σε δικούς της στίχους τραγούδησε στα ελληνικά η Βούλα Πάλλα



και Β).... από την μελοδραματική ταινία του Κώστα Στράντζαλη «Είναι σκληρός ο χωρισμός» (1963), το γνωστότατο "Το 'πες και το 'κανες" (μουσική Στέλιος Μακρυδάκης, στίχοι Δημήτρης Γκούτης) – κάθε μουσική ομοιότης με τα προηγούμενα είναι συμπτωματική…..




Υποσημείωση:
...στην ίδια ταινία ο Βασίλης Τσιτσάνης, επιμένοντας στον απερχόμενο ήχο, συμμετέχει με  το "Πήρα τη στράτα κι έρχομαι"...



Κατακλείδα που χρήζει προσοχής: Ο Κώστας Στράντζαλης στις ταινίες του καταγράφει συγχρονικά , ίσως περισσότερο από κάθε άλλον σκηνοθέτη, την ελληνική μουσική πραγματικότητα σε όλο της το εύρος .... ψάξτε το και θα επωφεληθείτε.

Δευτέρα, Απριλίου 26, 2021

Ματαιοπονία

Απεφάσισα να γράψω μια σειρά κομματιών γνήσιας ματαιοπονίας. Κομμάτια που δεν θα παιχτούν ποτέ, όχι λόγω της κακής τους τύχης, αλλά λόγω δικής μου προβλέψεως. Να λάβω δηλαδή τα μέτρα μου... Αυτήν την πρόβλεψη θα πρέπει να την αναζητήσω και να την διασφαλίσω στην φύση της ενορχήστρωσής τους, ίσως και αλλού - σε τεχνικά στοιχεία οργανολογικής φύσεως. Ιδού ένα ενδιαφέρον πεδίο αναζητήσεων... 


 Θυμάμαι μια συχνή αναφορά της μουσικής μας παρέας σε κάποιον, ίσως και υποθετικό, μεγαλοϊδεάτη συνθέτη, ο οποίος είχε γράψει λέει ένα έργο για δύο εκκλησιαστικά όργανα... Γέλια... Ποια αίθουσα ή ποιος ναός διαθέτει 2 εκκλησιαστικά όργανα; Τι βλάκας... Κι όμως, ιδού ένας ναός που διαθέτει 2 εκκλησιαστικά όργανα: Cathedral of the Most Blessed Sacrament, το ένα κατασκευής του 1925 και το δεύτερο προστέθηκε το 2003, εποχή που η παρέα μας γέλαγε με τον ίσως και υποθετικό μεγαλοϊδεάτη συνθέτη. 

Ο ίσως υποθετικός μεγαλοϊδεάτης συνθέτης, λοιπόν, δυνάμει δικαιώνεται μέσω του προσφιλούς και ιδιομόρφου προαναφερθέντος ναού. Διότι είναι πλέον θέμα καλής τύχης να παιχτεί το έργο του. Δεν διασφάλισε επαρκώς την ματαιοπονία - δεν ήταν άλλωστε στις προθέσεις του. Όμως εγώ που είμαι αποφασισμένος να γράψω ένα έργο (αν όχι περισσότερα) γνήσιας ματαιοπονίας, πρέπει να βρω έναν τρόπο να την διασφαλίσω. Λοιπόν θα γράψω ένα έργο για 2 εκκλησιαστικά όργανα τα οποία όμως είναι κουρδισμένα με διαφορά ενός τετάρτου του τόνου... Ποιος ηλίθιος θα προίκιζε έναν ναό με 2 εκκλησιαστικά όργανα τα οποία, λόγω του μεταξύ τους ασυντονισμού ως προς το τονικό ύψος, θα ήταν καταδικασμένα να μην συμπαίξουν ποτέ; Ποιος ακούει ξεκούρδιστα πράγματα και ιδιαίτερα μέσα σε ένα ναό; 

(Ο Άιβς, όπως θυμάμαι τώρα, μιας και ο φίλτατος Κορνήλιος Διαμαντόπουλος μου το επεσήμανε, έχει γράψει έργο για 2 πιάνα κουρδισμένα με διαφορά ενός τετάρτου του τόνου. Όμως το έργο του Άιβς, όπως καταλαβαίνετε, είναι εφικτό ως δημόσια εκτέλεση.) 

Αλλά επειδή ξέρω ότι υπάρχουν και τα ηλεκτρονικά εργαλεία, δηλαδή τα ηλεκτρακουστικά εκκλησιαστικά όργανα, τα οποία μπορούν να προγραμματιστούν ώστε το κούρδισμά τους να διαφέρει κατά ένα τέταρτο του τόνου, σκέφτομαι να διασφαλίσω περαιτέρω το πρώτο μου έργο γνήσιας ματαιοπονίας, αφενός με την απαγόρευση του να παιχτεί με ηλεκτρονικά εκκλησιαστικά όργανα, αφετέρου να το θωρακίσω, προσθέτοντας στην ενορχήστρωση 4 κόντρα-φαγκότα, 4 κοντραμπάσσα, μία τούμπα και ένα σετ ντραμς. 

 Νομίζω ότι έχω διασφαλίσει , ότι αυτό το πρώτο μου έργο γνήσιας ματαιοπονίας, θα παραμείνει στο επίπεδο αυτής εδώ της μακέτας, με το αγαπημένο μου NotePerformer:

 

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 03, 2020

Μία συνήθης ... σπανιότης


       Επειδή μας ζαλίσανε χθες διάφορα ενημερωτικά σάιτ περί της ιδιαιτερότητος της ημερομηνίας 02 Φεβρουαρίου 2020, ότι είναι τάχατες η μόνη (!) του 21ου αιώνα σε καρκινική γραφή, (δηλαδή που διαβάζεται το ίδιο, είτε από την αρχή προς το τέλος, είτε από το τέλος προς την αρχή (02022020), όπως το διάσημο NΙΨΟΝΑΝΟΜΗΜΑΤΑΜΗΜΟΝΑΝΟΨΙΝ για όσους το θυμούνται, (παλίνδρομον ο σωστότερος όρος) ...
παραθέτω λοιπόν όλες τις παρόμοιες ημερομηνίες του 21ου αιώνα, και αυτές που προηγήθηκαν και αυτές που έπονται, επισημαίνοντας ότι αυτή που πουλάει περισσότερο είναι η 14 Φεβρουαρίου 2041 (14022041) – και ο νοών ανθοπώλης νοήτω – προτρέπω δε τους εξ Άπω Ανατολής τουρίστες μας, να κλείσουν από τώρα ξενοδοχείο στη Σαντορίνη για το γάμο τους. Όλες λοιπόν μήνα Φεβρουάριο, διότι η κεντρική κολώνα της συμμετρίας μας είναι ο μήνας (02) και τα δύο πρώτα ψηφία της χιλιετίας (20). Η τελευταία εξ αυτών είναι σπανιότατη διότι μιλάμε για 29 Φεβρουαρίου … συνολικά δε οι ημερομηνίες αυτές είναι ... 29 !!!


10022001
20022002
01022010
11022011
21022012

02022020
12022021
22022022
03022030
13022031

23022032
04022040
14022041
24022042
05022050

15022051
25022052
06022060
16022061
26022062

07022070
17022071
27022072
08022080
18022081

28022082
09022090
19022091
29022092



Σάββατο, Απριλίου 13, 2019

Προβλήματα πιστοποίησης


Μέχρι πρότινος, δεν υπήρχε τρόπος να πεις με βεβαιότητα ότι ένα κτίριο είναι άδειο από ανθρώπους. Θα έπρεπε να μπεις μέσα να το επιθεωρήσεις εξονυχιστικά, οπότε, κατά την ώρα της επιθεωρήσεως, τουλάχιστον ένας άνθρωπος, εσύ, ήταν μέσα. 

Όταν, κατόπιν της εξονυχιστικής – φρίκη βασανιστηρίων μου φέρνει η λέξη – λεπτομερούς καλύτερα, επιθεωρήσεως, ακόμα κι αν σταδιακώς, είχες ασφαλίσει κάθε πόρτα, κάθε επιμέρους επιθεωρημένου τμήματος του κτιρίου, και όταν πια είχες κλείσει πίσω σου και την εξώπορτα, ουδείς πιστοποιητής μπορούσε να αναλάβει την ευθύνην τής πιστοποιήσεως ότι εν τω μεταξύ, από κάπου, άγνωστο πώς, δεν έχει χωθεί κρυφά κάποιος, παρεισφρήσει που λεν, γνωστός ή άγνωστος ολίγην σημασία έχει, ακόμα κι αν λάδωσε κάποιον απ’ τους φρουρούς, ένας σε κάθε μπαλκονόπορτα, η αμοιβή των οποίων εκαλύφθη είτε με χορηγίες, είτε από κάποιον κρατικόν κορβανά, οι δε φρουροί – λεπτομέρεια – χάριν της επιστημονικότητος του πειράματος, απεχώρησαν όχι από το εσωτερικόν κύριον κλιμακοστάσιον, αλλά οι περισσότεροι από την εξωτερικήν σκάλα κινδύνου, ενώ άλλοι πιο τολμηροί πηδήξαν στον ακάλυπτο, δίκην αλεξιπτώτου κρατώντας τις ομπρέλες τους. 

Όπως δεν έχει σημασία, αν υπερβατικά όντα, ή και εξωγήινοι σουλατσάρουν εκεί μέσα από κτίσεώς του, προερχόμενοι από διαστάσεις και κόσμους ακόμα αγνώστους – εμάς, μας ενδιαφέρει, στην μέχρι πρότινος εποχή – μην ξεχνιόμαστε – ένας τρόπος πιστοποιήσεως ότι ένα κτίριο είναι άδειο από ανθρώπους, όταν εμείς είμεθα εκτός αυτού. 

 Προτρέχω και λέω ότι, επιπολαίως και την σήμερον, αυταπατώμεθα ότι έχομεν ασφαλή πλέον τρόπο να το πιστοποιήσουμε, και ούτως να γελοιοποιήσουμε το νοητικόν πείραμα του Σρέντινγκερ, με την, ίσως νεκρή, ίσως ζώσα, γάτα εντός κυτίου. Οι κάμερες ασφαλείας με τις οποίες μπορούμε να γεμίσουμε το κτίριο, ώστε, κατόπιν της εξόδου μας από αυτό, να αποδεικνύουν την εντός του απουσία ανθρωπίνης οντότητος, έχουν μιαν ελαχίστην χρονοκαθυστέρηση. Εξερχόμενοι του κτιρίου, και αυτομάτως εξαιρούντες τον εαυτό μας από το να είμεθα μια ανθρωπίνη οντότης εντός αυτού, έστω και αν ο εκτός του κτιρίου βοηθός μας μας, ο ελεγκτής του συστήματος ασφαλείας με τις κάμερες, ο έχων την ευθύνην της πιστοποιήσεως, κοιτάζοντας τα μόνιτορ, ή και με βοήθεια κάποιας υπολογιστικής εφαρμογής, μας πει ότι ουδείς είναι πλέον εντός του κτιρίου, το πείραμα είναι άκυρον. Διότι εάν παραλλήλως με εμάς, καθώς ελέγχουμε το κτίριο και καθώς τοποθετούμε τις κάμερες ασφαλείας, κάποιος σουλατσάρει εκεί μέσα, το πράττει αυτό ενόσω το κτίριο δεν θεωρείται άδειο από ανθρώπους. Την στιγμή που, ως επιθεωρητής του κτιρίου, θα βγαίνω ή θα βγαίνεις … (-Τελικά να επιθεωρήσω εγώ ή εσύ; … Κάποιος πρέπει να μείνει στις κάμερες… ΟΚ, ας επιθεωρήσω εγώ.) … τη στιγμή λοιπόν που θα βγαίνεις – συγγνώμη, ξεχάστηκα – τη στιγμή που θα βγαίνω από το κτίριο, ακόμα και αν αυτός που σουλατσάρει εκεί μέσα, ολοένα σουλατσάρει και τον βλέπεις στις κάμερες, δεν θα μπορείς να πεις, να πιστοποιήσεις, βρε αδερφέ, με βεβαιότητα, ότι για όσο διαρκεί αυτή η ελαχίστη χρονοκαθυστέρηση της μετάδοσης του σήματος από τις κάμερες στα μόνιτορ, αυτό το κάθαρμα δεν βρήκε ένα μαγικό τρόπο να εξαφανιστεί και μετά να επανεμφανιστεί. Αφού δεν μπορείς να πιστοποιήσεις με βεβαιότητα το αν εξαφανίστηκε, έστω και για όσο διαρκεί η χρονοκαθυστέρηση, δεν έχει καμία σημασία το να μου πεις ότι το κτίριο τελικά .... δεν είναι άδειο.

αφιερωμένο, όχι στην επικαιρότητα, αλλά στον Γιώργο Σεργάκη που μου θύμισε τον Ζωρζ Μελιές

Τρίτη, Μαΐου 02, 2017

ΙΣΟΔΥΝΑΜΑ ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ




Παρασκευή, Απριλίου 07, 2017

ΑΥΤΟΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗ




Σάββατο, Μαρτίου 11, 2017

ΝΑ ΜΗΝ ΔΙΑΒΑΖΕΤΕ




Κυριακή, Φεβρουαρίου 26, 2017

Cogito ergo sum ?




Σάββατο, Νοεμβρίου 05, 2016

Ενημέρωσις

Κουκουζέληι

Αγαπημενε μου φίλε, σε ενημερώνω ότι την ερχομένην εβδομάδα θα επέλθω εις την Βρίλην δια δοκιμάς του κουαρτέττου μου. Αυτό θα συμβεί ή την Τρίτην ή την Πέμπτην και αν έχει και βροχούλα θα είναι ακόμα πιο ωραία στην ταβέρνα που θα πάμε μετά, και ακόμα πιο ωραία στο σπίτι σου κατόπιν για το καθιερωμένον επιστέγασμα, παραμελημένον μεν, καθιερωμένον δε, διότι άμα υπάρχει το ένα υπάρχει και το άλλο “όπως είπε και ο μέγας επιστήμων της θεωρίας των πιθανοτήτων Αϊνστάιν, λίγο πριν πεθάνει στο κερματόριο” (τα δύο τελευταία τα ισχυρίστηκε ένας ταξιτζής, μαζί με την ιστορία του ότι με την θεωρία των πιθανοτήτων του Αϊνστάιν τότε που ήταν, ο εν λόγω ταξιτζής, ναυτικός, είχε τινάξει ένα καζίνο στον αέρα, αλλά ως αναμενόμενο, την επομένην τα έχασε όλα – διότι αλλιώς θα κλείναν τα καζίνα, όπως του αντείπα, μιας και η θεωρία των πιθανοτήτων του Αϊνστάιν είναι κοινό πλέον κτήμα). 

Σάββατο, Οκτωβρίου 15, 2016

Φθινοπωρινοί διάλογοι με τον εαυτό μου Ι: Προσπάθεια αυτεπίγνωσης

-Έχεις σκεφτεί τι είσαι;
-Είσαι παμπόνηρος και πας να με μπλέξεις.
-Άσε τώρα τους χαρακτηρισμούς για να κερδίσεις χρόνο. Αν θες απαντάς, ή μάλλον αν μπορείς.
-Δηλαδή τι έγινε αν δεν μπορώ, ή αν χρειάζομαι λίγο χρόνο για να σκεφτώ; Είναι ψόγος αυτή η αδυναμία μου, ώστε αν θα έπρεπε να τον αποφύγω, η μόνη διέξοδος θα ήταν η προσποίηση ότι τάχα δεν θέλω να απαντήσω;
-Το κλώθεις και κερδίζεις κι άλλον χρόνο. Μπορείς να απαντήσεις άμεσα;
-Οκ. Το παίζεις ότι είμαστε σε κουίζ. Είμαι μέρος του σύμπαντος. Σε κάλυψα;
-Δηλαδή μου λες ότι έχεις επίγνωση ότι υπάρχει σύμπαν και ότι είσαι μέρος του. Ομολογουμένως αγνοούσα αυτές τις επιστημονικές σου γνώσεις και εκπλήσσομαι.
-Δηλαδή θες να μου πεις ότι μόνον ο Χώκινς θα εδικαιούτο αυτήν την απάντηση;
-Όχι βέβαια. Καθένας που μπορεί με οποιονδήποτε τρόπο να απαντά σε ερωτήσεις, δικαιούται να τις απαντά. Αυτό που πάντα θα πρέπει να ελέγχεται είναι η επίγνωση της απάντησής του.
-Το ξέρεις ότι μιλάς σαν αυτά τα πρωτόλεια μελλοντολογικά μηχανήματα των εξωγήινων πολιτισμών που συναντούσε το Εντερπράιζ σε κάθε επεισόδιο του Σταρ Τρεκ.
-Δηλαδή επιμένεις ότι υπάρχει σύμπαν και μάλιστα αντλείς αυτήν σου τη βεβαιότητα από τηλεοπτικές σειρές του ’60.
-Όχι βέβαια. Δηλαδή όχι μόνο από εκεί. Το ότι υπάρχει σύμπαν το λένε εδώ και χιλιετίες. Αλλά ειδικά στον εικοστό αιώνα, και ακόμα περισσότερο στον εικοστό πρώτο, νομίζω ότι αποτελεί βεβαιότητα. Ένα μεγάλο μέρος του έχει χαρτογραφηθεί και υπάρχουν τόσες θεωρίες για την δημιουργία του, την κατάστασή του και το μέλλον του.
-Μμμμ. Βλέπω παρακολουθείς και ντοκιμαντέρ.
-Άσε τις ειρωνείες. Δεν είμαι φυσικός επιστήμων, αλλά άλλοι που είναι, μας διαβεβαιώνουν ότι υπάρχει.
-Ωραία. Εσύ με ποια βεβαιότητα μου λες ότι είσαι μέρος του και ότι υπάρχει;
-Δηλαδή αν σου έλεγα ότι είμαι συνθέτης, τι θα έλεγες;
-Θα έλεγα να το συζητήσουμε μιαν άλλη φορά. 

Τετάρτη, Αυγούστου 24, 2016

Θερινοί διάλογοι με τον εαυτό μου V: Μερίδιον ευθύνης

αφιερωμένο στον Silezukuk και το σχόλιό του σε αυτό το ποστ

- Το τσούζεις σήμερα, ε;
- Το κατά δύναμιν. Το κατά δύναμιν όχι το δικό μου, αλλά του κρασιού.
- Πώς σου φαίνεται αυτό το κρασί;
- Πολύ του γούστου μου. Ξηρό, ξιδάτο, χωρίς προφανή αρώματα φρουτώδη που συνήθως δεσπόζουν στα άσπρα κρασιά.
- Γιατί τα λες άσπρα και όχι λευκά;
- Γιατί δεν είμαι ορμηνεμένος σερβιτόρος. Το κρασί το άσπρο είναι άσπρο γιατί χρυσίζει, όπως "άσπρα" λέγανε και τα χρυσά νομίσματα.
- Καλά, στους συνειρμούς και στις αυτοαιτιολογήσεις είσαι μανούλα. Παρεμπιπτόντως "άσπρα - acse" λέγανε τα ασημένια νομίσματα, αυτά που πρωτοέκοψε στους πρώιμους οθωμανικούς χρόνους ο Ορχάν ο Α' το 1328. Τα μπουκάλια πάντως, για να ξαναγυρίσουμε την κουβέντα στο ίδιο σημείο, γράφουν «οίνος λευκός».
- Αυτό ακριβώς. Δεν γράφουν «κρασί άσπρο». Οι φιάλες παρεμπιπτόντως.
- Είσαι για να ‘σαι. Δε μου λες – έτσι για να το διασκεδάσουμε, αλλάζω θέμα – τι μερίδιο ευθύνης πιστεύεις ότι έχουν οι συμπολίτες ενός δολοφόνου για την πράξη του;
- Εξαρτάται. Συμπεριλαμβάνεις και τους κατά συρροήν;
- Κυρίως αυτούς. Και πολύ περισσότερο αυτούς που καταφέρνουν να γίνουν ηθικοί αυτουργοί εκτεταμένων ολέθρων.
- Εννοείς αρχηγούς ομάδων, φυλών, κρατών που συμπαρασύρουν τους οπαδούς τους σε αιματηρές συρράξεις και γενοκτονίες;
- Ναι. Αλλά μην μου απαντήσεις μεταθέτοντας το πεδίο συζήτησης.
- Γιατί το λες αυτό;
- Επειδή σε ξέρω. Συνήθως, καθώς δεν καταφέρνεις να συγκροτήσεις μιαν απάντηση σε ένα συγκεκριμένο πεδίο, μεταθέτεις αναλογικά το θέμα σε ένα πεδίο που μπορείς να χειριστείς.
- Εντάξει. Θα είμαι τίμιος. Δεν θα αναφέρω τίποτα  για ακροατές μουσικής. Αλλά δεν πρόκειται να σου απαντήσω και στο αρχικό σου ερώτημα. Προτιμώ να απολαύσω σιωπηρά το κρασί μου.
- Μήπως ήπιες λιγάκι παραπάνω;
- Σε παρακαλώ, μην ξαναρχίζεις την κουβέντα από το ίδιο σημείο. 

Τετάρτη, Αυγούστου 17, 2016

Θερινοί διάλογοι με τον εαυτό μου ΙV: Φιλική Εταιρεία

- Έχω ένα δόλιο σχέδιο;
- Δεν υπάρχει σχέδιο χωρίς δόλο.
- Σαχλαμάρες. Ουσιαστικά ανασυντάσσεις αυτό που είπα για να δημιουργήσεις εντυπώσεις.
- Σε ποιον θα δημιουργήσω εντυπώσεις, αφού μόνο οι δυο μας συζητάμε;
- Θα δημιουργήσεις εντυπώσεις στον εαυτό σου, καθώς θα φαντάζεσαι ότι σε αυτόν τον διάλογο θα είχες το πάνω χέρι αν υπήρχε ακροατήριο.
- Και τι σημασία έχει αν ο εαυτός μου με λατρέψει;
- Θα τα έχετε καλά μεταξύ σας.
- Δεν με έπεισες, αλλά τέλος πάντων. Ποιο είναι το δόλιό σου σχέδιο;
- Να κλείσω το facebook και μετά να πω σε έναν φίλο μου ή σε μία φίλη μου -που μας συνδέει πραγματική φιλία, δηλαδή πίνουμε μαζί κάθε τόσο ένα ποτήρι κρασί και ξέρουμε ο ένας μυστικά του άλλου - ότι η φιλία μας τελειώνει αν δεν κλείσει το facebook. Και όταν λέμε τελειώνει, εννοούμε χωρισμός.
- Και τι περιμένεις να γίνει;
- Αν δεν τσιμπήσει δεν θα το κλείσει. Αν τσιμπήσει και το κλείσει, είναι μάλλον βέβαιο ότι θα ζητήσει το ίδιο και από κάποιον ή κάποιαν άλλη. Φαντάζεσαι τι έχει να γίνει;
- Δεν κόβεις καλύτερα το κάπνισμα; 

Θερινοί διάλογοι με τον εαυτό μου ΙΙΙ: Καβγαδάκι

- Ο λόγος σου αν θες να πιάσει τόπο πρέπει να βρίσκεται εκεί που δεν ακούγεται.
- Θα με αφήσεις επιτέλους να πιω το ουίσκι μου με την ησυχία μου;
- Γιατί; Δεν σε απασχολεί αυτό που είπα;
- Το βρίσκω ανόητο. Έχεις την τάση να παραμετροποιείς το κάθε τι. Και να το βαραίνεις εξ ορισμού, κάτι που δεν έχει νόημα αν δεν πρόκειται να γράψεις εγχειρίδιο γεωμετρίας.
- Α, συγγνώμη που δεν σε αφήνω να σουρώσεις με την ησυχία σου.
- Γιατί εσύ πόσα έχεις πιει;
- Όσα κι εσύ;
- Ε, βγάλε λοιπόν το σκασμό.
- Αυτό εννοούσα εξ αρχής. 

Κυριακή, Μαΐου 29, 2016

Αιφνίδια θυμοσοφία


Σάββατο, Φεβρουαρίου 27, 2016

Νόμπελ προσανατολισμού

Κατηφόριζε πάλι αυτό το στενό με διώκτη το ίδιο άγχος: όταν το ανηφορίζει, σαν καουμπόης αδράχνει το κινητό του εν είδει περιστρόφου, έτοιμος να καλέσει κατ’ αρχάς δύο φίλους του γιατρούς, και αν τα πράγματα δυσκολέψουν το 166. Φαντασιωτική στηθάγχη λέγεται η ασθένεια, δηλαδή έτσι την ονομάζει όταν η λογική τού επιτρέπει να αυτοσαρκάζεται. 

Κατά τα άλλα πίνει το κρασάκι του κάθε μέρα, πάντα ολίγον προ των ορίων της υπερβολής, η οποία υπερβολή προσδιορίζεται από τις ψύχραιμες αναζητήσεις του στο ίντερνετ περί αλκοολισμού. Επαναλαμβάνει τα σχετικά τεστ καθημερινώς, εν παραλλήλω με το πάρσιμο της πίεσής του, το οποίον, αναλόγως του αποτελέσματος (ευκταίον και ω του θαύματος σύνηθες: κάτω από 12 η μεγάλη, κάτω από 8 η μικρή) εξισούται  είτε με την αβέβαιον  πολιορκίαν είτε με την άλωση της Τροίας.  

Καθώς λοιπόν κατηφόριζε, τον παρηγορούσε το γεγονός ότι κάποιες χιλιάδες πρόσφυγες πεζή κατευθύνονταν βόρεια προς τα σύνορα. Διότι το μείζον δράμα των πολλών καθιστά έλασσον το του ενός (απαραιτήτως συναισθανομένου). Επιπλέον επιβεβαιώνετο θριαμβευτικώς η επιστημονική του διαπίστωσις ότι βορράς και ανηφόρα συνταυτίζονται. 

Πέμπτη, Ιανουαρίου 21, 2016

ριζότο με σπανάκι

Πρόκειται για το κοινώς λεγόμενον σπανακόρυζο... άντε με λίγο παρμεζάνα.

Παρασκευή, Ιανουαρίου 15, 2016

Κατ' ευθείαν από το Θέατρο Σκιών


Παρασκευή, Νοεμβρίου 06, 2015

Γεωγλυφικό 8.000 ετών - μια ερμηνεία



Σπεύδω να δρέψω αρχαιολογικές δάφνες για το στιφάδο μου:

Κατά την μη αρμοδίαν επιστημονικώς άποψίν μου, πρόκειται για ημερολόγιο δεκαημέρων: κάθε τρίγωνο έχει περιμετρικά 36 πέτρες = 360 ημέρες (το δέκα μετριέται με τα δάχτυλα, πχ ημέρα αντίχειρα, ημέρα δείχτη κλπ – άρα το δεκαήμερο χωρίζεται και σε δύο πενθήμερα: αριστερό και δεξί, αριστεράς και δεξιάς παλάμης - ενδεχομένως κάθε μεγάλη πέτρα να στολιζόταν ανά ημέρα περιμετρικά με μικρότερες μέχρι να συμπληρωθεί ο αριθμός 10). Τέσσερα τρίγωνα = τέσσερα έτη των 360 ημερών. Η διόρθωση στις 365 θα γινόταν ανά έτος με ένα έξτρα πενθήμερο (εύκολα μετρήσιμο με το χέρι) πχ 5 ημέρες γιορτής για όλο το τρίγωνο, και σε κάθε ολοκλήρωση του τετραγώνου (μέσω της εξάντλησης κάθε τριγώνου) ανά τετραετία μία έξτρα εορταστική ημέρα για όλο το τετράγωνο.  Τώρα, είναι ένα άλλο ερώτημα που θα απαντηθεί από τους "συναδέλφους" που θα διεξαγάγουν την επιτόπια έρευνα,  το αν σε κάθε πέτρα πάνω, ανά δεκαήμερο σφαζόταν τελετουργικώς και καμιά παρθένα ή κανένας έφηβος (για τα εορταστικά Πενθήμερα του Τριγώνου και για την Ημέρα του Τετραγώνου δεν τολμώ να υποθέσω την εκατόμβη ...).

Αν δεν διασκεδάσατε επαρκώς με την ερμηνεία μου, τουλάχιστον διασκεδάστε με αυτό:

Σάββατο, Ιουνίου 06, 2015

Αχιλλέας (Χέλλης) Παράσχος – ο Έλλην χρυσοθήρας στο Γιούκον

 φιλτάτωι Κουκουζέληι

Άκουγα με αδιαφορία τις ιστορίες των μεγάλων, επειδή με την παιδική φαντασία μου μπορούσα να φτιάχνω αν όχι κατά την προφορικήν τους αφήγηση καλύτερες, τουλάχιστον εν τη συλλήψει τους πολυπλοκότερες…. Ανέκαθεν το πρόβλημά μου ήτο η οξυτάτη μου μνήμη και οι εκ των ριπών της πηγάζοντες νοηματικοί διασκελισμοί του λόγου μου. Δυστυχώς, όταν επρόκειτο περί γραπτού είχα τεκμαρτάς αποδείξεις την υψηλήν βαθμολογία μου εις τας Εκθέσεις Ιδεών, αλλά προφορικώς μάλλον καθομοίαζα άουτ οφ όρντερ ρομποτικής μηχανής σε σείριαλ επιστημονικής φαντασίας του ’60: κάθε δύο, το πολύ τρεις, λέξεις και ένα παρατεταμένο «εεεεεεεε», εν παραλλήλω με ανθρωπίνας ταχυκαρδίας και αποδραστικάς τάσεις. Καθαρώς πρώιμα συμπτώματα κρίσης πανικού.

Την ιστορία του είχα τολμήσει να αφηγηθώ στην Γ’ Δημοτικού όταν διδαχτήκαμε ένα ποίημα του Αχιλλέα Παράσχου …. Και η δασκάλα εν τέλει, ικανότατη γλωσσοπλάστις κυρίως όρων σχετιζομένων με παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς, με λοιδόρησε ενώπιον της τάξης: «Πάσχεις από οξειογενή φαντασιοπληξίτιδα.»

 Το ρήμα «πάσχεις» το εξέλαβα δυνάμει δοξαστικόν του χαρακτήρος μου ως παρηχητικώς συγγενές με το Παράσχος. Παράσχου το γένος ήτο η εκ μητρός γιαγιά της μάνας μου, αυτή Πορριώτισα,  κι εγώ τότε παιδάκι της Τρίτης Δημοτικού. Άλλο Τρίτη και άλλο Γ’ θα μου πεις – φτηνιάρικα ευφυολογήματα, αλλά ήδη βρίσκομαι σε απόγνωση λόγω του ότι η μνημονική λίμπιντο των πενηνταέξι μου δεν είναι αυτή που είχα στα εννιά.

Εν πάση περιπτώσει σήκωσα το χεράκι μου και η κυρία μας μου είπε: «Λέγε».

-Κυρία, όταν ήμουν μικρός, εεεεεε, πριν πάω, εεεεεε, πριν έλθω, εεεε, σχολείο, εεεεεε, ήρθε ένας κύριος, εεεε, σπίτι μας εεεε, το χειμώνα που χιόνιζε, εεεεεε, και ήταν πολύ μεγάλος. Πολύ γέρος. Εεεεε και χιόνιζε. (Μου ήρθε κόμπος.)

-Συνέχισε….

«Ο κύριος αυτός, (στο εξής παρακαλώ να υπονοήσετε χάριν οικονομίας του γραπτού λόγου όσα ενδιάμεσα «εεεεε» θέλετε), ο κύριος αυτός μπορεί να ήταν και εκατό χρονώ. Η γιαγιά μου μου είπε ότι ήταν ο μεγάλος αδελφός της μάνας της. Ο θείος Χέλλης. Είχε πάει από τα δεκάξι του στην Αμερική και γύρισε απένταρος.»

 Κόμπιασα ξανά. Αλλά καθώς προσπαθούσα να βρω την ανάσα μου, άκουσα αυτή την άγνωστη μέχρις στιγμής σε μένα, γνωστή εις τους δεινούς ομιλητάς, ιεράν σιγήν του ακροατηρίου. Πήρα όχι θάρρος… θράσος. Αντιλήφθηκα αμέσως ότι οι άνθρωποι – επί τω προκειμένω οι συμμαθητές μου - γίνονται χαζοί όταν γίνονται «οι άλλοι», οπότε όλοι  αυτοί «οι άλλοι» που συνήθως δεν με προσέχανε όταν μιλούσα, μόλις είχα καταφέρει και γίνανε χαζοί. «Οι άλλοι» ήταν πλέον υποχείριά μου. Εν μέσω προϊούσης δόξης ήτο θέμα στιγμής να εκτρέψω μιαν απλήν συνωνυμίαν προς μίαν παραλλαγήν της περιπετείας του Σκρουτζ Μακ Ντακ στο Κλοντάικ. Χρησιμοποίησα τας πρωίμους γνώσεις μου εις την Γεωγραφίαν εν συνδυασμώ με αυτάς εκ του Μίκυ Μάους για να συσκοτίσω το αποτόλμημα:

 Ο θείος Χέλλης Παράσχος ήτο μετανάστης στο Γιούκον. Ξεκίνησε από μουλαράς στα καραβάνια για τον Καναδά. Όταν βρέθηκε χρυσάφι στο ποτάμι, έμεινε εκεί. Άνοιξε μπαρ. Με τα (....εεεεε.... – μην ξεχνιόμαστε) λεφτά που έβγαλε αγόρασε πιρόγες – ήταν στις δόξες τους τότε, είχαν όλο το πήγαιν’ έλα του εμπορίου. Αλλά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήρθε το τραίνο. Τότε καταστράφηκε. Χάθηκε στις παλιές στοές να ψάχνει για κόκκους χρυσαφιού. Ό, τι έβρισκε το μάζευε και έκανε μια μικρή περιουσία: το εισιτήριο επιστροφής στην Ελλάδα.

-------------------
Το πραγματικό επώνυμο του ποιητού Αχιλλέα Παράσχου ήτο Νασάκης ή Νασιόγλου - χιακής καταγωγής. 

οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)