Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα παραπομπές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα παραπομπές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη, Μαΐου 06, 2008

Ευτυχώς, γράφεται ακόμα

-ακούστε την αριστουργηματική INVETIO για 2 βιολιά του Δημήτρη Συκιά-
καθαρή μουσική

Δευτέρα, Μαΐου 05, 2008

Τέρμα τα ούζα

Μόλις επέστρεψα από Χίο ..... τέρμα τα ούζα.

Ασχολήθηκα άμεσα με το να σβήσω ένα ανώνυμο σχόλιο στο προηγούμενο ποστ, το οποίο φαντάζομαι, όσο έλειπα, θα κόρδωνε επιχαίροντας των ευκαιριών της ανωνυμίας.

Συμφωνώ για το ΑΠΑΛΑΡΙΝΑ. Αρωματικό και ελαφρύ. Αλλά προτιμώ το 5αρι το ΤΕΤΤΕΡΗ και μάλιστα σκέτο, με κουκιά και κανένα γιαπράκι* για μεζέ, αλλά για μέχρι 3 ρακοπότηρα, μεσημέρι ώρα μιάμιση (η αγαπημένη ώρα γεύματος κάθε συνειδητού συνταξιούχου - εγώ είμαι συνταξιούχος πνεύματι) .... και μετά υπνάκος.

Και προσθέτω ότι το ούζο, το καλό και δυνατό ούζο, είναι εξαίρετο χωνευτικό .... αρκεί να μη χρειαστεί να χωνέψεις το ίδιο. Είπαμε το πολύ μέχρι 3 ρακοπότηρα, άντε για σένα 4. Αλλιώς νερώστε το, κάντε το τραπέζι σκακιέρα και τα καραφάκια πιόνια και βοήθειά σας.
Ο Θεός έδωσε και τα σιμέκο και τα πριμπεράν.


*ντολμαδάκι μινιόν, αμπελόφυλλο και λίγο γέμιση - όσο ρύζι τόσο κρεμμύδι. Ξέρω να τα τυλίγω, είναι τέχνη. Τα ταιριάζεις στο τσουκάλι και βάζεις από πάνω τους ένα πιάτο (ανάποδα, σαν κάσκα) - νερό μέχρι να καλυφθεί το χείλος του πιάτου. Βρασμός 3/4 της ώρας.


Μια ιδέα για τα ΠΡΟΣΕΧΩΣ ποστ - ορεξάτος γύρισα .... αχ, αυτός ο αέρας και το φως της Ιωνίας:
διαβάστε αυτό το άρθρο του Νίκου Δοντά από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Μ.Παρασκευής
και επίσης αυτό το ημέτερον το οποίο συνδημοσιεύτηκε (ο τίτλος του δεν είναι δικής μου επιλογής, θα το τιτλοφορούσα ίσως "Τα στασίδια των ψαλτάδων μας παλκοσένικα;" αν ήταν, φυσικά, ποστ. Οι δημοσιογράφοι όμως ξέρουν καλύτερα -και το εννοώ- τι ταιριάζει ως τίτλος σε ένα δημοσίευμα).

Τρίτη, Μαρτίου 18, 2008

ΟΙ ΡΩΜΑΛΕΟΙ ΠΑΝΔΟΥΡΙΣΤΕΣ Ι

Ὁμοίως καὶ ἐν τῷ δεξιῷ μέρει, ἐν ᾧ καὶ ὁ δρουγγάριος τῆς βίγλης παρίσταται, ἵσταται ὁ τοῦ μέρους τῶν Πρασίνων μαΐστωρ μετὰ καὶ ὀλίγων δημοτῶν μετὰ καὶ τῶν πανδουριστῶν μετὰ τῶν πανδούρων, καὶ ὄπισθεν αὐτοῦ οἱ δύο Γότθοι φοροῦντες γούνας….. (από το ΓΟΤΘΙΚΟΝ του ΠΕΤΕΦΡΗ)
Ποίοι οι πανδουρισταί; Εύκολο, θα μου πείτε: αυτοί που παίζουν τις πανδούρες. Πανδούρα, αλεξανδρινή εξέλιξη της αρχαιοελληνικής λέξης «πανδουρίς», όργανο που, όπως λέει ο λεξικογράφος Πολυδεύκης*, οι Έλληνες το υιοθέτησαν από τους Ασσυρίους. «Στους Αλεξανδρινούς χρόνους το όνομα πανδούρα** χρησιμοποιούνταν για να δηλώνει και ολόκληρη την οικογένεια όμοιων οργάνων που παίζονταν με πλήκτρο. Όπως λέει ο Sachs (Hist. 137): "είχε ένα μακρύ βραχίονα (χέρι) χωρίς στριφτάρια (κλειδιά, κόλλαβους), μικρό σώμα, τάστα και τρεις χορδές"· Πολυδ. (IV, 60): "τρίχορδον δε, όπερ Ασσύριοι πανδούραν ωνόμαζον· εκείνων δ' ήν και το εύρημα" (το τρίχορδο που οι Ασσύριοι ονόμαζαν πανδούρα· ήταν άλλωστε δική τους εφεύρεση)». Από την Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας Ελληνικής Μουσικής, του Σόλωνα Μιχαηλίδη –κυπρίου μαέστρου, συνθέτη και παιδαγωγού.

Η τρίχορδη πανδούρα των αρχαίων ελλήνων ήταν ένα όργανο μάλλον εξαιρεμένο από την διαδεδομένη μουσική πράξη, στην οποία δέσποζαν τα αρποειδή έγχορδα (λύρες, βάρβιτοι, κιθάρες κλπ), καθώς και ποικιλία αυλών και κρουστών). Ήταν όργανο μάλλον για περιθωριακή χρήση, δεν το απαντούμε σε παραστάσεις αγγείων. Το γνωρίζουμε από αυτό το χαρακτηριστικό άγαλμα Μούσας (Μαντινεία, 5ος π.Χ. αι) και από αγαλματίδια Ταναγραίων. Ίσως να προσιδίαζε στις γυναίκες αυτό το όργανο. Κάπου μάλιστα με πάει η εξ άπω ανατολής απόγονος της ασσυριακής πανδουρίδας. Λέτε, οι Ταναγραίες;

Να όμως και ένα αγαλματίδιο του 13 π.Χ αιώνα που κοσμεί το αρχαιολογικό Μουσείο της Χάιφας. Και σημιτικόν, δηλαδή, τ' αργανάκι.

Η μεσαιωνική εξέλιξη της πανδουρίδας μας οδηγεί στα όργανα με λαουτοειδή μορφή – βλέπετε το απολλώνιο τόξο δύο μουσικές ενσαρκώσεις μπορεί να πάρει, αυτή της άρπας και αυτή της πανδουρίδας.
Μετεξέλιξη των αρποειδών, τα τραπεζοειδή κανονάκια και σαντούρια και εξ αυτών τα εκ παραφθοράς των κυμβάλων (αλλού γι’ αλλού), τσίμπαλα και πιάνα. Της πανδουρίδος απόγονος , εις τα ημέτερα νεοελληνικά, ο ταμπουράς και το μπουζουκάκι.

Ωστόσο ο πολύτιμος Φαίδων Κουκουλές στο περιώνυμον ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ μας πληροφορεί ότι στα βυζαντινά χρόνια η λέξη "πανδουριστής" (αλλά και "φάνδουρος, ο") σημαίνει γενικώς τον οργανοπαίκτη και ειδικότερα τον σαλπιγκτή του Ιπποδρόμου, κάτι σαν τον συχωρεμένο γαύρον Αττίλιο (Βασίλη Δουρίδα), ήτοι «ρούλα-λά, ρούλα-λα, πράσινα καρούμπαλα». Μάλλον, τέτοιοι ήσαν και οι πανδουριστές του Γοτθικού. Σιγά μην ο δρουγγάριος έσερνε μαζί του λεπτεπιλέπτους μπουζουκτσήδες.

Και επειδή οι μακριές σάλπιγγες εκείνης της εποχής «εξέβγαζον» έναν θεμελιώδη ήχο και τους αρμονικούς του, οι σαλπιγκτές για να δώσουν ποικιλία στις εκφερόμενες μελωδίες τους, διέθεταν σάλπιγγες κουρδισμένες σε ποικίλους τόνους. Παίζανε διαδοχικά μελωδίες ισοδύναμες, αλλά επειδή ο ένας έπαιζε σε διαφορετικό τόνο από τον άλλο, δινόταν μια ηχητική εικόνα ενδιαφέρουσα. Και όταν στο Γοτθικόν μας λέει ότι τη μιαν ο ένας έπαιζε «νανά» και μετά ο άλλος «άγια», σημαίνει ότι του ενός η σάλπιγγα ήταν κουρδισμένη στον Γ’ ήχο και του άλλου στον Δ’ ήχο, (δηλ. σε τονιαία μεταξύ των απόσταση). Εφεδάκι που εν πολλοίς μου θυμίζει το εγερτήριον του στρατοπέδου μου, όταν ήμην και εγώ νέος, ωραίος και ρωμαλέος (καθότι και ταμπουρατζής).


* Ο Ιούλιος Πολυδεύκης έζησε περί τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Καταγόμενος από την Ναύκρατι της Αιγύπτου, σπούδασε και κατόπιν δίδαξε ρητορική στη Αθήνα. Έργο του σπουδαίο το ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΟΝ, λεξικό με λήμματα της αττικής διαλέκτου, του οποίου σώζεται επιτομή που συνέταξε τον 9ο αιώνα ο Βυζαντινός λόγιος Αρέθας.

** Κατά τον Πυθαγόρα "η πανδούρα κατασκευαζόταν από τους τρωγλοδύτες της Ερυθράς Θάλασσας από λευκή δάφνη που φυτρώνει κοντά στη θάλασσα" (Αθήναιος, όχι ο μπλόγκερ. Δ', 183F-184A, 82). Ο Νικόμαχος γράφει στο Εγχειρίδιό του (κεφ. 4) ότι το μονόχορδο ονομαζόταν φάνδουρος. Ο Ησύχιος χρησιμοποιεί τη λέξη πανδουρίς για το όργανο και τον όρο πάνδουρος για τον εκτελεστή· "πανδούρα ή πανδουρίς, όργανον μουσικόν. Πάνδουρος δε ο μεταχειριζόμενος το όργανον".

πανδουρίζω· παίζω την πανδούρα. πανδουριστής· ο εκτελεστής της πανδούρας.

από την "Εγκυκλοπαίδεια της Αρχαίας Ελληνικής Μουσικής"
του Σ. Μιχαηλίδη

Δευτέρα, Μαρτίου 17, 2008

Περί "νανά" και "άγια"

ως γνωστόν κλικ στην εικόνα και μεγαλώνει....


...έτσι βιαστικά, σαν πρώτη νύξη ιδού μια φωτογραφία από το ΜΕΓΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΝ του Χρυσάνθου (εκδ. 1832, αναστατική έκδοση εκδόσεις ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ - κυκλοφορεί). Προαναγγέλεται έτσι ένα θέμα περί των λέξεων "νανά" και "άγια" που χόρεψαν στο Γοτθικόν του Πετεφρή.

Πρόκειται για απηχήματα εκκλησιαστικών ήχων, δηλαδή για μικρές μελωδικές γραμμές οι οποίες με αμεσότητα μας δίνουν την ιδέα του μέλους (της μελωδικής γραμμής) που θα ακολουθήσει, σαν μια μικρή, επαρκής όμως προεισαγωγή, ή και σαν πρόσταγμα, σαν καθοδήγηση, που δείχνει τον δρόμο στον τραγουδιστή.

Περισσότερα σε επόμενο ποστ, να διαβάσω προσεκτικά πολύ το Γοτθικόν.

Νά σαι καλά Πετεφρή, μου άνοιξες την όρεξη για νέον "διδακτορικόν".


....και πρόσεξε: δεν είναι "ανα τε", είναι "ανανές", (και αμέσως μετά "ανεανές") δεν ξέρω αν διαβάζεις χειρόγραφο, ή μεταφορά του κειμένου στο έντυπο, πάντως δες και τον τροχό της φωτογραφίας που έχω παραθέσει. Τα απηχήματα είναι: Ανανές (Α' ήχος), Νεανές (Β' Ήχος), Νανά (Γ' ήχος) Άγια (Δ' ήχος) κλπ. ... δηλαδή αυτό που μοιάζει με u αλλά και αυτό που μοιάζει με καλλιγραφικό τ είναι αμφότερα παλαιογραφικές γραφές του Ν.

Πέμπτη, Μαρτίου 06, 2008

Παραπομπή

-Εγώ Άρη τους καταλαβαίνω. Το κατοικείν δεν είναι πράξη γενναιότητας, είναι δειλία.
Έχει γράψει πολλά, μέσα σε λίγες μέρες - όλα διαμαντάκια.

Κυριακή, Μαρτίου 02, 2008

Μακρινές συγγένειες...

Ο φίλος Sraosha βρήκε και μου έστειλε αυτή τη διεύθυνση με παλιές ηχογραφήσεις παραδοσιακής γιαπωνέζικης μουσικής Gagaku.

Βρήκα μιαν ιδιότυπη ηχοχρωματική συγγένεια με αυτό που έχουμε στ' αυτιά μας σαν ανατολίτικο ήχο, κυρίως από δικές μας παλιές ηχογραφήσεις σμυρνέικων τραγουδιών. Ίσως το λυγμικό παίξιμο του δοξαριού των τοξοτών οργάνων και ο ήχος του κότο που τόσο συγγενεύει με το κανονάκι.Τη συγγένεια, επειδή είναι μακρινή, τη βρήκα, όχι κυττάζοντας (-ακούγοντας) το ψηφιδωτό, αλλά τις ψηφίδες.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 28, 2008

Ραμσή...,

.....Μπόρις, μπορείς να προκριθείς.
μια πολύτεχνη (!) γατο'ι'στορία σε περιβάλλον άπω φουτουριστικής παρακμής......

από το ΚΟΣΜΙΚΟ ΑΝΑΤΟΜΕΙΟ του Γρηγόρη Σεμιτέκολο
......και μην ξεχνάτε
και ανανεώνεται τακτικά
Η Κόλαση

Έβγαινε
ένα ζεστό σκοτάδι
κι αυτός
είχε ξεχάσει το κεφάλι
που επίμονα
αρνιότανε
τα δόντια

τώρα
βασίλευε
ο τρελός

ένα μπαμπάκι
και η πίσσα


ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ

Τα Στίγματα (1962)

Παρασκευή, Ιανουαρίου 11, 2008

Το μέγα ίσον....

....βρίσκεται εδώ

Τετάρτη, Ιανουαρίου 09, 2008

ΣΕΞ και ΚΑΤΣ


κέντρισμα της μνήμης μου από το Η ΧΑΡΑ ΤΟΥ ΑΚΡΟΑΤΗΡΙΟΥ του Πετεφρή/αφιερούται.




Παλιότερα, κυκλοφορούσε στον Πειραιά φάτσα μεσήλικος, κοκκινοτρίχη, πυκνικού. Τον συναντούσες στον Ηλεκτρικό και στα λεωφορεία της διαδρομής Χατζηκυριάκειο-Φρεαττύς, που έχουν αφετηρία και τέρμα τον σταθμό του Ηλεκτρικού. Τον είχε ανθιστεί ο φίλος μου ο Λ., τον είχε "φακελώσει" και μου τον "σύστησε", ήδη θρυλούμενο, καθώς τον είχαμε -θέμα ζωντανό να σπαρταράει- στο κάθισμα απέναντί μας, σε μια διαδρομή Μοναστηράκι-Πειραιάς.

-Ο ψεύτης με τον μάρτυρά του. Φα 'τονε. Αυτός είναι ο "Σεξ και Κάτς", μου είπε στα μουλωχτά.


Ο τύπος βαστούσε στα χέρια του ενα τεφτέρι, το οποίο διεχειρίζετο σαν να κρατούσε κάποιες κλεφτές σημειώσεις. Θα μπορούσες να τον πάρεις και για ποιητή, αν δεν ήξερες να εκτιμάς τους βολβούς των ματιών - οι δικοί του ήταν υπερκινητικοί, με έντονο το στοιχείο της εμμονής μεν, αβαθείς δε.
Το ίρτζι του δεν το μυριζόσουν όσο κι αν παρατηρούσες τα γραφούμενά του. Ήταν γριφώδη: στις αριστερές σελίδες με μαύρο στυλό, στις δεξιές με κόκκινο. Να μια ματιά σε ένα του ανοιχτό δισέλιδο:
Δεξιά σελίδα: «Δευτέρα, 12 Δεκεμβρίου 1976, 5 ΣΕΞ».
Αριστερή σελίδα: «Δευτέρα, 12 Δεκεμβρίου 1976, 7 ΚΑΤΣ».

Ο φίλος μου ο Λ., καλή του ώρα τώρα που πετάει για Βραζιλία (αρχικαπετάνιος πια), αετός σ' αυτά και σε άλλα, μετά από τακτική παρατήρηση είχε δώσει την εξήγηση:
Ο τύπος κοζάριζε και προσπαθούσε να δεσμεύσει κάποιο βλέμμα. Αν το βλέμμα ήταν αντρικό, και αφού, μετά από επίμονο κοίταγμα, κατάφερνε τον "αντίπαλο" να το αποσύρει, τότε προσμετρούσε και σημείωνε στο τεφτέρι την νίκη του ως ΚΑΤΣ. Αν το βλέμμα ήταν γυναικείο, με ή χωρίς απόσυρση, σημείωνε την νίκη του ως ΣΕΞ. Και αποθησαύριζε, ταξινομώντας.

Ενώ από το '76 ως το '80, τον έβλεπα τακτικά, μετά τον έχασα. Τον ξανάδα μία και τελευταία φορά το '93. Αναλλοίωτος, αν εξαιρέσεις το λίγο γκριζάρισμα στα μαλλιά και το γεγονός ότι το τεφτέρι είχε γίνει φάιλο-φαξ με πλαστικοποιημένες τις σελίδες του. Πλεύριζε τις αντιπάλους υπάρξεις και μοστράριζε τις τροπαιοφόρες σελίδες, ως αυτοδιαφήμιση. Δεν σημείωνε τίποτα πια.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 02, 2008

Διάλογος με έναν σχολιαστή

Πριν διαβάσετε δείτε αυτό. Μετά αν θέλετε, ξανάρχεστε και διαβάζετε.


Το ποστ αυτό, συνέχεια του "Από τον Οξύρρυγχο στην έλλειψη συμφωνικής μουσικής παραδόσεως" οφείλεται στις οξυδερκέστατες παρατηρήσεις ενός ανώνυμου σχολιαστή. Ξεκινώ με αυτές και ακολουθεί μια απάντηση, ή καλύτερα ένας συμπροβληματισμός.
Ανώνυμος:Ήθελα να ξεστρατίσω, για να σταθώ λίγο στη φράση του σχολίου:
"Αυτό το οποίο σχετίζεται με το θέμα του ποστ, είναι το γεγονός ότι η πολυφωνία για να αναπτυχθεί χρειάζεται μία σημειογραφία ρυθμικά ακριβή", όχι για να διαφωνήσω, μα για να εκφράσω έναν προσωπικό προβληματισμό. Επειδή δεν αποκλείω σφάλμα, έλλειψη δεδομένων, παρακαλώ την διόρθωση.
Σαφώς η σημειογραφία, και ακόμα περισσότερο η ρυθμικά ακριβής, βοηθάει στην ανάπτυξη της πολυφωνίας, όσο η γραφή την ανάπτυξη του λόγου. Πέρα από τον επικουρικό ρόλο της όμως, είναι απαραίτητη;
Γνωρίζουμε πως ελλείψει της σημειογραφίας, οι μουσικοί της αραβοπερσικής μουσικής (αλλά και της ινδικής π.χ.) χρησιμοποιούσαν ένα ανεπτυγμένο (ή εκτεταμένο θα μπορούσε να πει κάποιος) ρυθμικό σύστημα για να διευκολύνουν την αποστήθιση πολλών και εκτενών μελών. Κάτι που στον λόγο απαντάμε παρόμοια στους διαφόρους ρυθμούς, στην προσωδία.
Από την άλλη, η πολυφωνία, τόσο στον Ελλαδικό χώρο, όσο και στα πέριξ, δεν είναι ανύπαρκτη. Απέχει βέβαια ευδιάκριτα από αυτή, παραδείγματος χάριν, του Παλεστρίνα τόσο αν εξετάσουμε το ύφος, όσο και τη λειτουργικότητα (εσωτερικό - εξωτερικό μέλος κ.τ.λ.), αλλά φαίνεται να μη την φθείρει η έλλειψη σημειογραφίας. Αν και άλλοτε σαφέστατα ακολουθεί μια ρυθμική αγωγή, άλλοτε την κρύπτει περίτεχνα, και άλλοτε δείχνει να την αγνοεί (τουλάχιστον να μην την ακολουθεί αυστηρά). Σ' αυτό βέβαια θα μπορούσε κάποιος να αντιτάξει κάποια [επιχειρήματα].
Είναι ευνόητο πως μια σημειογραφία θα λειτουργούσε καταλυτικά στην περεταίρω ανάπτυξη της πολυφωνίας, αφού η ανάλυση και η επεξεργασία θα γινόντουσαν πολύ πιο εύκολα, πολύ πιο συστηματικά, αλλά είναι η έλλειψή της ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο;
;Αν καταφέρναμε ως δια μαγείας και βάζαμε σε μια γυάλα την εσωτερική και εξωτερική (εκκλησιαστική και μη) μουσική ανάπτυξη στον ελλαδικό χώρο από το 1814 και μετά, από την σταδιακή - συστηματική "αποκρυστάλωση" (τρόπος του λέγειν - σε αντιδιαστολή με την ρευστότητα) της μουσικής σημειογραφίας, έτσι ώστε να απομακρύναμε τις επιρροές από Δυσμάς, θα παρατηρούσαμε άραγε στη σημειογραφία διπλές, ή πολλαπλές σειρές μουσικών γραμμών, ομοίων προς τις περιπτώσεις της αρχαίας ελληνικής μουσικής (φωνής και οργάνου); Απάντηση σε αυτό θα ήταν εξίσου αδύνατη με την υλοποίηση των παραπάνω βέβαια, αλλά η αποφυγή της ερώτησης στο νου μου ομοιάζει στην αδυναμία.

Να προσθέσω άλλη μια σκέψη: Σε σχέση με το παραπάνω πρόβλημα, την ρευστότητα της προ Χρυσάνθου εκκλησιαστικής μουσικής σημειογραφίας, ηγέρθη στο μυαλό μου άλλη μια πρόκληση για σύνθεση (ενθυμούμενος το "Αντιμετωπίζω την σύνθεση ως «λύση προβλήματος»" του dsyk): Θα μπορούσαν οι "θέσεις", οι από μνήμης παραδοσιακές εκτελέσεις μιας αλληλουχίας συμβόλων να δομηθούν, χωρίς ρυθμική ακρίβεια στη σημειογραφία, εκτός από οριζόντια και κάθετα;

Απάντηση:
Η γενική χρήση όρων γεννά πάντοτε προβλήματα. Ο όρος πολυφωνία και ο όρος μονοφωνία χρησιμοποιούμενοι σε ένα γενικό πλαίσιο, χωρίς χρονικούς και γεωγραφικούς (αλλά και τεχνικούς εν τέλει) περιορισμούς μοιάζουν εύχρηστοι, ωστόσο το μόνο που μπορεί να προκύψει από μια τέτοιου είδους χρήση είναι η επιφανειακή ομαδοποίηση μουσικών γλωσσών. Ίσως ο τρόπος που χρησιμοποίησα τον όρο "πολυφωνία" στο ποστ "Από τον Οξύρρυγχο στην έλλειψη συμφωνικής μουσικής παραδόσεως" προϋπέθετε (ανεπιτυχώς) μια σειρά από υπονοούμενα και αυτό γέννησε αοριστίες που πρέπει να διασαφηνιστούν. Θα φέρω ένα παράδειγμα:
Ας πάρουμε την άρια "Nigra sum sed Formosa" από το έργο του Μοντεβέρντι Vespers della Beata Virgine. Ας υποθέσουμε ότι ο τενόρος είναι στο σπίτι του και προβάρει χωρίς συνοδεία. Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίζαμε το τραγούδι του της συγκεκριμένης στιγμής ως μονοφωνική μουσική; Όχι. Ναι μεν ακούγεται μία φωνή, μόνη να τραγουδά, όμως η δομή του μέλους της και η μορφολογική του εικόνα έχει οργανωθεί επί τη βάσει ενός συστήματος που προέκυψε από τον διαρκή πειραματισμό επί αρμονικών κατακορύφων σχέσεων. Θέλω να πω ότι δεν είναι το συμβάν που καθορίζει τη γλώσσα, αλλά η γλώσσα δίνει υπόσταση στο συμβάν. Υπ’ αυτή την έννοια η εναρμόνιση από τον Καλομοίρη με τους δυτικούς κανόνες του "Τη Υπερμάχω" δεν αναδεικνύει πολυφωνικές δυνατότητες που εν υπνώσει ευρίσκονταν στο συγκεκριμένο μέλος (αλλά και σε όλη την μουσική παράδοσή του, στη μουσική γλώσσα που το δημιούργησε). Αναδεικνύει μάλλον την μουσική κοσμοθεωρία του "εναρμονιστή".

Ας έρθουμε τώρα στην λεγόμενη παραδοσιακή πολυφωνία, και πιο συγκεκριμένα στο γνωστό μας ηπειρώτικο "πολυφωνικό" τραγούδι. Το χαρακτηρίζουμε πολυφωνικό, επειδή αντιλαμβανόμαστε ότι κάθε μέλος της ομάδας που το τραγουδά έχει μια διαφορετική μουσική δράση, έναν ρόλο. Οι ρόλοι είναι οι εξής:
Ο ρίχτης, αυτός που ξεκινά το τραγούδι, πού ρίχνει, ας πούμε την ατάκα: "Καλότυχα είναι τα βουνά ποτέ τους δεν πεθαίνουν". Συνεχίζει απαντώντας ο κλαύτης: "Αχ, ωχ, ωχ" και ο πάρτης πιάνει να λέει την κύρια μελωδία του τραγουδιού, ενώ ταυτόχρονα ο ισοκράτης κρατάει το ίσο, ο κλώστης κλώθει μια μελωδία περιστόλιστη γύρω από την μελωδία του πάρτη και ο κλαύτης παρακολουθεί με ρυθμικούς λυγμούς. Πρόκειται για πολυφωνία, ή μήπως αν αλλάζαμε τον όρο και μιλούσαμε για ετεροφωνία, για μία κατάσταση δηλαδή όπου ένας μελωδικός πυρήνας γεννά διαφορετικές παράλληλες εκδοχές μουσικής δράσης θα βρισκόμασταν πιο κοντά στο τελούμενο; Γιατί, άλλωστε, ποιο είναι το μνημονικό κλειδί για την εκτέλεση του ηπειρώτικου "πολυφωνικού" τραγουδιού; Η κύρια μελωδία του πάρτη. Οι υπόλοιπες φωνές-ρόλοι εξαρτούν από αυτήν την δράση τους. Άρα η μνήμη λειτουργεί μονοφωνικά, η δράση εκδηλώνεται ετεροφωνικά. Δεν πρόκειται λοιπόν για πολυφωνία. Και η σημειογραφία γενικώς, αλλά και ειδικώς η ρυθμικά ακριβής σημειογραφία δεν αποτελεί προϋπόθεση για την καλλιέργεια αυτού του είδους.

Για να κατανοηθεί ο ρόλος της μουσικής σημειογραφίας πρέπει να αντιστοιχηθεί με αυτόν της γραφής. Η γραφή δεν είναι προϋπόθεση της γλώσσας. Ούτε της ομιλίας, ούτε καν της ποίησης. Είναι προϋπόθεση της επιστήμης και της αναπαραγωγής αντιτύπων έργων του λόγου, της διάδοσης του λόγου εν απουσία του ομιλούντος. Η σύνθεση, η εκμάθηση και απομνημόνευση μακροσκελών μουσικών έργων "αραβοπερσικής μουσικής" δεν απέχει πολύ από αυτό που έκαναν οι ραψωδοί. Το δακτυλικό εξάμετρο είναι για τους ραψωδούς ένα μαγικό μέσο που ρυθμίζει την μνημονική πλοήγηση. Κατ’ αναλογίαν τα λεγόμενα "ουσούλια", οι ρυθμικοί κύκλοι στους οποίους βασίζονται οι συνθέσεις της αραβοπερσικής μουσικής, δίνουν στον συνθέτη ένα πλαίσιο κατασκευής και στον ερμηνευτή ένα μνημονικό εργαλείο για μια γενική μορφολογική εικόνα: ξέρει ότι καθένας από τους τρεις χανέδες ( οι οίκοι, οι στροφές) της σύνθεσης "Σεμάυ σε μακαμ Μπεγιατί" του Ελ Αριάν απαρτίζεται από 6 κύκλους του ουσούλ "ακσάκ σεμάυ" (10/8). Να το πρώτο κλειδί. Το δεύτερο κλειδί είναι οι μικροϊστορίες μέσα σε μια μεγάλη ιστορία: Το μακάμ Μπεγιατί χρησιμοποιεί μια έκταση από συγκεκριμένους φθόγγους, καταμερισμένη σε περιοχές. Εντός κάθε περιοχής έχει προκαθοριστεί μια συγκεκριμένη διαδρομή (σεγίρ) από φθόγγο σε φθόγγο, με ενδιάμεσες στάσεις και καταλήξεις. Η βασική περιοχή και η διαδρομή της θα χρησιμοποιηθούν για τον πρώτο χανέ (στροφή) της σύνθεσης. Η μέση για τον δεύτερο, η ψηλή για τον τρίτο. Ανάμεσα σε κάθε χανέ θα παρεμβάλλεται ένα τεσλίμ (ρεφραίν, επωδός) απαρτιζόμενο και αυτό από 6 κύκλους, κινούμενο μελωδικά στην μέση και βασική περιοχή, ενώ μετά την τρίτη στροφή και το τεσλίμ θα ακολουθήσει ο πες χανές (coda, επίμετρον) στη βασική περιοχή και σε ρυθμό "γιουρούκ σεμάυ" (6/8), απαρτιζόμενος από δύο περιόδους των 8 κύκλων.
Όταν ακούμε να λέγεται ότι η αραβοπερσική μουσική έχει πάνω από 100 μακάμια, υπονοείται ότι πάνω σε ένα φθογγικό υλικό 31 φθόγγων που εκτείνεται σε δύο οκτάβες, έχουν προγραμματιστεί 100 διαφορετικές διαδρομές, οι οποίες αν συνδυαστούν με ένα πλήθος από ουσούλια (12 κατά βάση), δίνουν ένα μεγάλο αριθμό συνδυασμών, δεδομένου ότι σε μία περίπλοκη σύνθεση μπορούν να χρησιμοποιηθούν παραπάνω από δύο ουσούλια, και περισσότρα του ενός μακάμια. Ρυθμική φόρμα, λοιπόν, και γνωστές μελωδικές ιστορίες είναι τα μνημονικά κλειδιά της αραβοπερσικής μουσικής που αναπτύχθηκε χωρίς παράλληλα να αναπτύξει σημειογραφία.

Η Βυζαντινή μουσική αναπτύσσει σύστημα σημειογραφίας κατ’ αρχάς στο περιθώριο της γραφής. Οι ύμνοι, τα κοντάκια, οι κανόνες, γράφονται επειδή ο όγκος τους τεράστιος, είναι αδύνατον να συγκρατώνται από μνήμης. Η ανυπαρξία μουσικής σημειογραφίας κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες δείχνει ότι στην μνήμη έχει εναποτεθεί η εκτέλεση μιας σειράς από λίγους λατρευτικούς ύμνους. Η άνθιση εκκλησιαστικής ποίησης και μουσικής από τους μελωδούς και μετά, καθιστά απαραίτητη την ανάπτυξη μουσικής σημειογραφίας. Ο όγκος. Κι όταν αργότερα την εποχή του Ησυχασμού (10ος – 14ος αι.), η ποίηση υποχωρεί έναντι της μουσικής, η μουσική ως εγγύτερη στο άυλον προκρίνεται και αναπτύσσονται οι εκτενείς μουσικές φόρμες πάνω σε μικρά κείμενα (μέσω των αναγραμματισμών-ανασυλλαβισμών και της αποδόμησης του ποιητικού κειμένου) συνθέσεις που συναντάμε στον Κλαδδά και στον Κουκουζέλη, τότε η σημειογραφία αναπτύσσεται και καθίσταται άκρως απαραίτητη. Η ρυθμική ρευστότητά της είναι επιλογή αισθητική, διότι κατά την χορωδιακή εκτέλεση η ρυθμική ομοιογένεια διασφαλίζεται από το χέρι του μαΐστορος που ζωγραφίζει την εκάστοτε ρυθμική απόδοση με τη χειρονομία. (Τι παράξενο; Η Βυζαντινή Αναγέννηση, όπως ονομάζεται, προκρίνει μίαν εκκλησιαστική μουσική που αποδομεί τον λόγο. Η αποδόμηση του λόγου μέσω της πολυφωνίας, διακόσια χρόνια αργότερα, στην Δυτική Αναγέννηση παρ’ ολίγον να γίνει αιτία επιστροφής στο γρηγοριανό μέλος).
Ο ησυχασμός και η φιλοκαλία, ως πνευματικά ρεύματα, οδηγούν την εκκλησιαστική μουσική της ανατολής σε εκτεταμένες μουσικές φόρμες και παρατείνουν την ζωή της μονοφωνικής τροπικής μουσικής, επειδή οι εκτεταμένες αυτές φόρμες αναζητούν και βρίσκουν νέους τρόπους διάπλασης ήθους, μέσα από μονοφωνικά μονοπάτια, συνεχίζοντας την αρμονική παράδοση της αρχαιοελληνικής μουσικής που εν πολλοίς ομοιάζει και με την μουσική του μακαμ. Το ρεύμα του Ησυχασμού, όπως εκφράστηκε στη μουσική αναπτύχθηκε και διερευνήθηκε μουσικά μόνο μέσα στους κόλπους της εκκλησίας. Η οργανική εξωτερική μουσική παρέμεινε στον κοσμικό της ρόλο. Αντίθετα, η δυτική εκκλησιαστική ποίηση, δεν πέρασε τα στάδια εξέλιξης της ανατολικής. Το λατρευτικό τυπικό επίσης παρέμεινε στοιχειώδες. Ο πολυφωνικός πειραματισμός αναπτύσσεται εκεί, θα μπορούσαμε να πούμε, ως παροχέτευση ενέργειας που λείπει από την ποίηση. Η απλή ποιητική φόρμα, η οποία οδηγεί σε παλιλλογίες εκλαμπρύνεται από την πολυφωνική επαναδιατύπωσή της. Τεχνικά, αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς σημειογραφία ρυθμικά ακριβή, ή και χωρίς καθόλου σημειογραφία; Ίσως, αν δεν είχαν οριστεί τα πλαίσια των κατακόρυφων συνηχήσεων μέσα από ένα δυιστικό σύστημα: συμφωνία-διαφωνία, σύστημα που κατά πολύ αναδείχτηκε μέσα από τους θεωρητικούς προβληματισμούς γύρω από την οργανοχρησία και το κούρδισμα των οργάνων. Ο συγχρονισμός που απαιτείται για την εκτέλεση μιας σύμφωνης συνήχησης και πολύ περισσότερο για την εναλλαγή συμφώνων και διαφώνων συνηχήσεων, απαιτεί ρυθμικά ακριβή σημειογραφία, ιδίως αν οι μελωδίες που παράγουν αυτό το αποτέλεσμα δεν αναπτύσσονται σε σχέση εξάρτησης με μία βασική. Διότι μπορεί η πρώιμη πολυφωνία να ξεκίνησε με τη μορφή του organum ως ομοφωνική (παράλληλες μελωδίες, ρυθμικά όμοιες, με διαφορά ύψους), τα εργαλείο όμως της ακριβούς σημειογραφίας επέτρεψε τον έλεγχο, τόσο της οριζόντιας, όσο και της κατακόρυφης δομής, διαφυλάσσοντας τις αξίες του δυιστικού συστήματος συμφωνία-διαφωνία.
Κατά μακρινή αναλογία της Ηπειρώτικης ετεροφωνίας, υπάρχουν παραδοσιακές λαϊκές πολυφωνίες στην δυτική εκκλησία, αλλά και στην επτανησιακή μας παράδοση. Κοινά στοιχεία η κύρια μελωδία και οι ρόλοι των συντελεστών. Μοιάζουν κατάλοιπα της ars antiqua. Κάπως έτσι λειτουργεί και η γεωργιανή πολυφωνία. Δεν πρόκειται όμως για γνήσιες πολυφωνίες, μάλλον πρόκειται για υβριδικές καταστάσεις, όπου επιμειγνύονται αρχές της μονοφωνίας με αρχές που διέπουν την κατακόρυφη συνήχηση, ή ακόμα και την τονική-δομική-συστηματική αναφορά. Είναι σαν να μιλάμε για πολυφωνία στην βυζαντινή μουσική εννοώντας ως δύο γραμμές το κύριο μέλος και το ισοκράτημα. Να σημειώσουμε τέλος ότι σώζονται χειρόγραφα στο Όρος, όπου είναι σημειωμένη κάτω από το κύριο μέλος πέραν του ισοκρατήματος, μία, όπως λέγεται, "συνηχητική γραμμή". Η συνηχητική γραμμή πλήρως εξαρτημένη από το κύριο μέλος, το αναπαράγει κατά μία 3η χαμηλότερα, σαν primo-seconto. Η τεχνική αυτή, γέννημα μάλλον του τέλους του 19ου αιώνα, δεν αναπτύχθηκε, ουδέποτε κυριάρχησε, και σιγά-σιγά εγκαταλείφθηκε.

Φαίνεται ότι η πολυφωνία έτσι όπως την εννοούμε μέσα από τα έργα των πολυφωνιστών της δύσης από τον 15ο αιώνα και μετά, εξερευνάται και αναπτύσσεται μέσα στο δυιστικό σύστημα συμφωνία-διαφωνία και προϋποθέτει την ρυθμικά ακριβή σημειογραφία. Παρ’ όλο που ο Σένμπεργκ ξεπερνά το αξιακό σύστημα συμφωνία-διαφωνία, τον βλέπουμε ωστόσο να διατηρεί στο έργο του τις αξίες των μορφικών αναπτύξεων που έχει γεννήσει η πολυφωνία πριν από αυτόν, δηλαδή όλες τις πολυφωνικές τεχνικές του κανόνα, της αντιστροφής και αναστροφής μελωδιών κλπ. Αν οι αναζητήσεις στραφούν εκτός του αξιακού ζεύγους συμφωνία-διαφωνία, θα μπορούσαν – το αποδεικνύουν άλλη μια φορά οι μοντερνιστές του 20ου αιώνα – να δημιουργηθούν και να συνηχήσουν πολλά αντιθετικά μεταξύ τους ηχητικά γεγονότα. Η σημειογραφία αυτής της μουσικής – παράδειγμα τα περισσότερα έργα του Γιάννη Χρήστου – δεν χρειάζεται να είναι ρυθμικά ακριβής, δεν χρειάζεται καν πεντάγραμμο. Στην ακραία δε μορφή του ελεύθερου αυτοσχεδιασμού δεν είναι απαραίτητη η σημειογραφία.

Έχω ήδη επεκταθεί πολύ. Ας μου επιτραπεί να σταματήσω και να επιφυλαχθώ να αναπτύξω την "γυάλα της μεταχρυσανθίου εποχής" σε ένα επόμενο ποστ, με αρκετή δόση φαντασίας, ζηλώσας την δόξαν του Πετεφρή στο "ΣΥΝΕΠΕΙΑΙ ΘΡΑΥΣΘΕΝΤΟΣ ΣΒΕΡΚΟΥ".

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 07, 2007

Μια άξια λόγου παραπομπή

Και πάλι σας παραπέμπω. Να πάτε, αν σας κινεί την περιέργεια ο όρος Αφηρημένη Προγραμματική Μουσική.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 30, 2007

Μαθήματα....

Οι βυζαντινοί μελουργοί της ύστερης περιόδου, καθώς και οι μεταβυζαντινοί διάδοχοί τους, απολάμβαναν ιδιαιτέρως να ασχολούνται με ένα είδος σύνθεσης, το οποίο δεν είχε σαφή λειτουργικό προσανατολισμό, δεν εντασσόταν απαραιτήτως στο εκκλησιαστικό τελετουργικό. Οι συνθέσεις αυτές, εκτενέστατες, "επέλυαν" ένα μουσικό πρόβλημα, ή μάλλον το εξηγούσαν, αποδεσμευμένες από την προσήλωση-καθήλωση στην απόδοση νοημάτων του λόγου, τον οποίον λόγο, στις περί ου ο λόγος συνθέσεις, χρησιμοποιούσαν ως στοιχειώδη υλικό φορέα μουσικών νοημάτων. Γι' αυτό, οι συνθέτες μεταχειρίζονταν ως υλική βάση, άλλοτε μια μικρή ποιητική φράση από κάποιον ψαλμό, άλλοτε ένα μικρό απόσπασμα από εκτενέστερη ποιητική σύνθεση (πχ κανόνα), και "αναγραμματίζοντας", ή καλύτερα ανασυλλαβίζοντάς τον, αλλάζοντας και την σειρά των λέξεων, έπλαθαν ένα ποιητικό σώμα που θα το εμψύχωναν μουσικά. Εδώ, να υπογραμμίσω ότι η εκκλησιαστική μας μουσική, ούσα αποκλειστικώς φωνητική ήταν σχεδόν μοιρολατρικά δεμένη με τον λόγο, και συνεχίζω. Τις περισσότερες φορές όμως, όταν ήθελαν να απελευθερώσουν τελείως την μουσική τους από τον (ποιητικό) λόγο, χρησιμοποιούσαν τις άσημες συλλαβές τε-ρι-ρε, το-ρο-ρομ, νε-να, εξ ου και "τεριρέμ", "τερερίζω", "τερέρισμα", "τερερισμός", "νενανισμός". Οι "τερερισμοί" και οι "νενανισμοί" ονομάζονταν "κρατήματα", όλες δε οι εκτενείς, χάριν της μουσικής, συνθέσεις ονομάζονταν "Μαθήματα" και οι συλλογές που τις περιείχαν "Μαθηματάρια".

Αυτά ως εισαγωγή για να σας στείλω ...στο πάρκο συγχορδιών του dsyk .
Μοιάζει να το χωρίζει πολιτισμική άβυσσος από το "Μέγα Ίσον" του μελωδού Ιωάννη Κουκουζέλη, ωστόσο έχουν κάτι κοινό. Είναι και τα δύο "Μαθήματα".

Κατά ευτυχή σύμπτωση, έστω και εξ άλλης αφορμής, (το σύμπαν καθημερινώς συνομωτεί), ο Αθήναιος μιλά παραλλήλως στους Κακοταϊσμένους Διαφωτιστές
Επίσης, για να βλογάμε και τα γένια μας, ένα νέο κλιπάκι....

Κυριακή, Νοεμβρίου 25, 2007

νέον ΑΝΑΨΥΚΤΗΡΙΟΝ





Δεν πρόκειται περί νέας παραισθησιογόνου ουσίας. Είναι χώρος συνδημιουργίας της Όλιας (κι όλα), του Κουκουζέλη (aspripetraxexaspri) και του Μπερεκέτη (kratimokatavasma).




Ξεκινάμε με μία εκδρομή. Ομαδάρχης ο Πετεφρής.
Τα σχόλια θριαμβευτικής υποδοχής παρακαλούμε όχι εδώ, αλλά εκεί.



επιπροσθέτως, να πάτε και εκεί, στον Δάσκαλο:

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος»
Τετάρτη, 28 Νοεμβρίου 2007, ώρα 20.30

Μουσικές βραδιές στην αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος»
«Το πιανιστικό έργο
του Θόδωρου Αντωνίου»


Ο Κωνσταντίνος Παπαδάκης παρουσιάζει τα έργα του Θόδωρου Αντωνίου:
«Entrata», «Synaphes», «Aquarelles»,
«Συλλαβές», «7 ρυθμικοί χοροί», «4 μικροί Κανόνες»,
2 κύκλοι «Inventions», «7 Ρυθμικοί Χοροί»,
«Prelude and Toccata», «Sonata».

Σάββατο, Μαρτίου 17, 2007

Βόλτα στην Αθήνα του '007

Οι συγκάτοικοι του HOTEL MEMORY συν-γράφουν ένα σπονδυλωτό κείμενο, μια βόλτα στην αγαπημένη-μισητή μας Αθήνα.

Συνιστώ να επισκεφτήτε το HOTEL MEMORY για μια πρώτη ανάγνωση. Για μία δεύτερη ανάγνωση... όλη η ΒΟΛΤΑ σε ενιαίαν έκδοσιν pdf.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 04, 2007

VINUS GENEROSUS.....

.....εκ σαρκός ανδρικής.
ο Αθήναιος έγραψε.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 24, 2006

ΑΚΟΥΣΟΝ ΑΚΟΥΣΟΝ (ανοίξαμε και σας περιμένουμε)

Ένα νεόδμητον μπλογκ το άκουσον άκουσον, το οποίον δεσπόζει στα links αριστερά, θα φιλοξενεί από τούδε και εξής τις μουσικές προσφορές μου.
Τα άρθρα-δημοσιεύσεις θα εμπλουτίζονται συν τω χρόνω, με στοιχεία για τα έργα, σημειώσεις παρτιτούρες κλπ. Το κρατημοκατάβασμα θα συνεχίσει να σας απασχολεί με κείμενα. Ευχαριστώ.

οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)